“Από τα τέλη του 1923 η κατάσταση των προσφύγων βελτιώθηκε σημαντικά. Η Ελληνική Κυβέρνηση με τη βοήθεια των Η.Π.Α. διέθεσε μεγάλες ποσότητες φαρμάκων και ειδών διατροφής, όπως και ιματισμό.
Ταυτόχρονα και οι ίδιοι οι πρόσφυγες, μόλις συνήλθαν από τις κακουχίες, άρχισαν να εργάζονται κι αυτοί. Βέβαια κάτω από τις οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν τότε στην Άρτα ήταν δύσκολο να βρουν κάποια δουλειά που να ταίριαζε στις γνώσεις τους. Οι περισσότεροι εργάζονταν ως εργάτες γης, ως εργάτες, κυρίως οι γυναίκες, στα συσκευαστήρια ελαιών ή ως υπάλληλοι σε διάφορα εμπορικά καταστήματα. Μερικοί απ’ αυτούς που στην πατρίδα τους ήταν έμποροι, άρχισαν να εμπορεύονται ως πλανόδιοι πωλητές στα χωριά ή άνοιξαν καταστήματα και αποθήκες σε πρόχειρες ξύλινες παράγκες που ο Δήμος τους επέτρεψε να τοποθετήσουν στο χώρο που βρισκόταν κάτω από την πλατεία Σκουφά. Έτσι, έχοντας κάποια οικονομική βάση κατόρθωσαν να νοικιάσουν μερικά διαθέσιμα σπίτια και με τον τρόπο αυτό να παύσει με την πάροδο του χρόνου ο αφόρητος συνωστισμός στους αρχικούς καταυλισμούς των.
Με την πολιτογράφησή τους και την εγγραφή τους στους εκλογικούς καταλόγους απέκτησαν, κυρίως στο Δήμο Αρταίων πολιτική δύναμη, κι έτσι εξηγείται το ότι εις τους υποψήφιους συμβούλους του ψηφοδελτίου του Γεωργίου Καζαντζή περιλαμβάνονταν και ο πρόσφυγας Ιωάννης Αρκουδιάρης, ο οποίος και εκλέχτηκε.
Όπως όμως είχε προβλέψει το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Αρταίων, ο νομός της Άρτας δεν προσφέρονταν για την εγκατάσταση των προσφύγων. Μεγάλο τμήμα από τους πρόσφυγες που ήταν και στην πατρίδα τους γεωργοί, εγκαταστάθηκαν στα προσφυγικά χωριά που δημιουργήθηκαν στο νομό Πρεβέζης, ενώ ένα μεγάλο μέρος από τους ασχολούμενους με το εμπόριο και την βιοτεχνία εγκαταστάθηκαν στις μεγάλες πόλεις. Όπως προκύπτει από την απογραφή του 1928, από τους 3002 πρόσφυγες που είχαν εγκατασταθεί στο νομό Άρτης, παρέμειναν μόνο 342 άτομα σ’ ολόκληρο το νομό, ενώ στην πόλη της Άρτας 300 άτομα. Σύμφωνα με τις δηλώσεις τους, που δεν μπορούν να θεωρηθούν απόλυτα ακριβείς, 6 από αυτούς κατάγονταν από την Ανατολική Θράκη, 29 από την Κων/πολη, 2 από τη Ρουμανία, 60 από τη Ρωσία, 156 από την περιοχή του Πόντου και 89 από την υπόλοιπη Μικρά Ασία.
Βέβαια κατά το χρονικό διάστημα από το 1923 μέχρι το 1928 πρέπει να υπολογισθεί ότι έχουν πεθάνει το 1/10 των αρχικώς εγκατασταθέντων προσφύγων, ενώ ταυτόχρονα έχομε κι ένα ίδιο ποσοστό γεννήσεων. Αλλά τα παιδιά που γεννήθηκαν στην Άρτα έπαυσαν να χαρακτηρίζονται ως πρόσφυγες……Το έτος 1932 κτίστηκε ο προσφυγικός συνοικισμός πλησίον της εκκλησίας της Οδηγητρίας, που αποτελείται από 20 διαμερίσματα των 2 δωματίων, χωλ και κουζίνας και στα οποία εγκαταστάθηκαν οι πιο άποροι από τους πρόσφυγες που κατοικούσαν στο Δήμο Αρταίων. Σήμερα η αφομοίωση των προσφύγων με τους ντόπιους είναι πλήρης. Από τους νέους που γεννήθηκαν από γονείς πρόσφυγες, εκτός από 1-2 έχουν ξεχάσει την Τουρκική και τη Ρωσική, δυστυχώς όμως και την Ποντιακή διάλεκτο, μια διάλεκτο Αιολική που είχε 2χιλιετή ιστορία.
Με το πέρασμα τόσων χρόνων από την αρχική εγκατάσταση των προσφύγων στην Άρτα, όπως και σε ολόκληρη την Ελλάδα, τίποτε, ούτε η γλώσσα, ούτε τα έθιμα δεν ξεχωρίζουν τους πρόσφυγες από τους παλιούς ντόπιους και μόνο από τις διηγήσεις των μεγαλύτερων γνωρίζουν οι νεότεροι για τις χαμένες τους πατρίδες, που οι αναμνήσεις και ο χρόνος τις εξιδανικεύουν και τις εμφανίζουν σαν χαμένους παραδείσους…..” (Πηγή : Άρθρο του Νομικού Ε. Πατσαλιά στην Εφημερίδα ΕΡΙΒΩΛΟΣ, τχ. 11, 1990)
Στη φωτογραφία στιγμιότυπο από την εκδήλωση της Ε.Π.Σ. Αθηνών για τα 50 χρόνια στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας το 1975. Παίκτες της ιστορικής ομάδας ΝΙΚΗ ΠΛΑΚΑΣ, η οποία από το 1950 -1959 είχε παίξει στην Άρτα 4-5 φιλικούς αγώνες και είχε κατακτήσει πρωτάθλημα και κύπελλο Αθηνών. Σημαιοφόρος το Αρτηνόπουλο πλέον, από τα προσφυγικά της Οδηγήτριας, Στέφανος Τομπουλίδης, στα χνάρια του πατέρα του Κώστα, αρχηγού του Παναμβρακικού. Επίσης διακρίνονται οι Ζουγανέλης, Παππάς, Παπαναστασίου, Τσεβάς, Χαμόδρακας, Μαστρογιάννης, Ζαζάνης. (Φωτο από αρχείο Στέφανου Τομπουλίδη, Παρουσίαση Κ. Μπανιάς)