Ο “Επί προικός φόρος” στην περιοχή της Άρτας

Καθώς το καλοκαίρι φτάνει στο τέλος του και το φθινόπωρο φέρνει την εποχή των γάμων στα χωριά και τις πόλεις της Ηπείρου, ας θυμηθούμε ένα παλιό και ξεχασμένο έθιμο, που ίσχυε στην Άρτα: τον περίφημο «φόρο επί προικός». Για το θέμα αυτό μοναδική αναφορά έχουμε στον Α΄ τόμο των Αγαθοεργημάτων του Χριστόφορου Λαμπρίδη, ενός δίτομου έργου που εκδόθηκε το 1880.

Στην Άρτα, ήδη από παλιά, υπήρχε ένας ιδιότυπος εκκλησιαστικός φόρος. Όποτε συντασσόταν προικοσύμφωνο ή γάμος, ο μητροπολίτης έπαιρνε 15 γρόσια για κάθε 1.000 της αξίας της προίκας, ενώ οι πρόκριτοι της πόλης έπαιρναν 7 στα 1.000. Το μερίδιο του μητροπολίτη το πλήρωνε ο γαμπρός, ενώ των προκρίτων οι γονείς της νύφης.

Από το 1804, με ενέργειες του προύχοντα της Άρτας Αναστασίου Ρίζου, το δικαίωμα αυτό των προκρίτων καταργήθηκε και τα χρήματα προορίζονταν για τη φροντίδα των νόθων παιδιών. Το ίδιο έγινε και με το δικαίωμα του μητροπολίτη, από την εποχή που καθιερώθηκε μισθοδοσία για τους αρχιερείς. Έτσι έμεινε μόνο ο φόρος του μητροπολίτη, δηλαδή 15 στα 1.000, αντί για το σύνολο 22 που πλήρωναν παλιότερα οι νεόνυμφοι.

Από αυτόν τον φόρο, η διετής επιτροπή που είχε συσταθεί στην Άρτα για τη φροντίδα των νόθων παιδιών, εισέπραττε γύρω στις 5.000–10.000 γρόσια τον χρόνο – ποσό διόλου ευκαταφρόνητο για την εποχή. Για να αποφευχθεί δε οποιαδήποτε κατάχρηση, ο μητροπολίτης εξέδιδε άδεια γάμου (στεφανώματος) μόνο αφού η επιτροπή είχε εκτιμήσει την αξία της προίκας και είχε πληρωθεί ο φόρος.

Με την ευκαιρία αυτή να πούμε ότι, για την περίθαλψη των εκτεθειμένων (εγκαταλελειμμένων) παιδιών στην Άρτα, είχε αφιερωθεί ήδη από τον προηγούμενο αιώνα το πλεόνασμα των εσόδων του ναού της Υπαπαντής. Οι επίτροποι του ναού από το 1821 και μετά, με δάνεια, έχτισαν εργαστήρια γύρω από τον ναό, τα οποία από το 1861 απέφεραν περίπου 10.000 γρόσια τον χρόνο υπέρ των «παιδιών της αμαρτίας». Ωστόσο, από αυτά τα έσοδα λίγα έσωζαν πραγματικά παιδιά, γιατί οι «τροφές» (οι γυναίκες που τα αναλάμβαναν) έπαιρναν 40 γρόσια τον μήνα αλλά συχνά έτρεφαν και τα δικά τους παιδιά, χωρίς ουσιαστικό έλεγχο από την επιτροπή.

Ανάμεσα στα παιδιά που παραλαμβάνονταν στην Άρτα (15–25 τον χρόνο) συγκαταλέγονταν όχι μόνο έκθετα από την πόλη αλλά και από τα γύρω χωριά, ακόμη και ορφανά φτωχών οικογενειών. Ο Λαμπρίδης υπογραμμίζει ότι χρειάζονταν να ιδρυθούν βρεφοκομεία στην Άρτα, στα Γιάννενα και αλλού, ώστε εκεί να φιλοξενούνται οι τροφές, με την τάξη και την καθαριότητα που πρέπει, για να σώζονται περισσότερα από τα δύστυχα αυτά παιδιά. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι σχεδόν όλες οι εκκλησίες της Ηπείρου ξόδευαν κάτι για τη διατροφή και περίθαλψη των νόθων παιδιών. Μερικές μάλιστα είχαν καθιερώσει συγκεκριμένο ποσό, όπως στην Πρέβεζα, όπου διέθεταν 5.000 γρόσια.

Ο «φόρος επί προικός» είχε καθιερωθεί και σε άλλες κοινότητες με αναλογία 10 στα 1.000: στη Βοσκόπολη (1858), στην Πρέβεζα (1868), στην Παραμυθιά (1874) και στη Συρράκο (1876). Στην Πρέβεζα όμως, αν και είχε θεσπιστεί για χάρη των νόθων παιδιών, δεν εφαρμόστηκε εξαιτίας της αντίστασης κάποιων από τους προύχοντες. Στο Συρράκο το έσοδο χρησιμοποιούνταν σαν αποθεματικό κεφάλαιο για τα σχολεία, ενώ στις άλλες δύο κοινότητες αποδίδονταν περίπου 500 γρόσια και επίσης διατίθεντο για τη συντήρηση των σχολείων.

Η κριτική του Λαμπρίδη

Στον Β΄ τόμο των Αγαθοεργημάτων, ωστόσο, ο Χριστόφορος Λαμπρίδης ασκεί δριμεία κριτική στους εκκλησιαστικούς και πολιτικούς άρχοντες της Άρτας. Τονίζει ότι δεν υπήρχε ούτε προϋπολογισμός, ούτε λογοδοσία, και έτσι οι πόροι διαχειρίζονταν αυθαίρετα από τον δεσπότη και μια μικρή ομάδα προκρίτων. Οι απλοί πολίτες, που πλήρωναν όλους αυτούς τους φόρους, δεν γνώριζαν πού κατευθύνονταν τα χρήματά τους. Με συγκεκριμένα δε παραδείγματα δείχνει την κακοδιαχείριση:
Ενώ στην Άρτα συγκεντρώνονταν περίπου 55.000 γρόσια ετησίως για σχολεία και φιλανθρωπικά ιδρύματα, μόνο τα μισά ξοδεύονταν γι’ αυτόν τον σκοπό. Τα υπόλοιπα χάνονταν «στην αδιαφάνεια» των συμβουλίων και των επιτροπών. Έτσι, τα σχολεία υπολειτουργούσαν· το Παρθεναγωγείο και το Νηπιαγωγείο έμεναν ανολοκλήρωτα· και πολλά παιδιά έμεναν χωρίς εκπαίδευση ή βοήθεια.

Και καταλήγει ο Λαμπρίδης με πικρία: μια πόλη σαν την Άρτα, με τόσους πόρους, θα έπρεπε να είναι παράδειγμα για την Ήπειρο. Αντί γι’ αυτό, κατέληξε να έχει εκατοντάδες οικογένειες χωρίς μόρφωση, επειδή οι άρχοντές της αδιαφόρησαν για το κοινό καλό.

Η περίπτωση της Δρυϊνουπόλεως

Η Άρτα είχε λοιπόν αυτόν τον μοναδικό θεσμό. Αξίζει όμως να δούμε και τι γινόταν αλλού στην Ήπειρο. Παρόμοιοι εκκλησιαστικοί φόροι συναντώνται και στη Μητρόπολη Δρυϊνουπόλεως (Αργυρόκαστρο). Ο «Εκκλησιαστικός Κώδικας Δρυϊνουπόλεως και Αργυροκάστρου» (1760–1858) καταγράφει λεπτομερώς διάφορα «εκκλησιαστικά δικαιώματα» που εισέπραττε η τοπική εκκλησία: τέλη για γάμους, βαπτίσεις, κηδείες, αλλά και για την επικύρωση προικοσυμφώνων. Τα δικαιώματα αυτά θεωρούνταν θεσμικοί πόροι της Μητρόπολης και συχνά αποτέλεσαν αντικείμενο διενέξεων μεταξύ ιεραρχών, γιατί ήταν σημαντικά για τη συντήρηση σχολείων και μοναστηριών. Η εικόνα αυτή δείχνει ότι ο φόρος «επί προικός» στην Άρτα δεν ήταν εντελώς αποκομμένος· αν και ιδιαίτερος στην περιοχή, εντασσόταν σε ένα ευρύτερο πλαίσιο εκκλησιαστικών επιβαρύνσεων που υπήρχαν σε όλη την Ήπειρο. Στη Δρυϊνούπολη, όμως, τα τέλη δεν φαίνεται να συνδέθηκαν με έναν τόσο εξειδικευμένο κοινωνικό σκοπό (όπως τα νόθα παιδιά), αλλά περισσότερο με τις γενικές ανάγκες της Εκκλησίας.

Συμπερασματικά  μπορούμε να πούμε ότι η περίπτωση της Άρτας ήταν μοναδική γιατί ο «φόρος επί προικός» συνδέθηκε με έναν σαφή κοινωνικό σκοπό. Ωστόσο, η αδυναμία της Εκκλησίας και των τοπικών αρχόντων να διαχειριστούν διαφανώς τα χρήματα περιόρισε την κοινωνική του απόδοση. Η κριτική του Λαμπρίδη είναι σκληρή αλλά αποκαλυπτική: δεν αρκεί να υπάρχουν πόροι· χρειάζεται σωστή διοίκηση, υπευθυνότητα και λογοδοσία. Η δε σύγκριση με τη Δρυϊνούπολη δείχνει πως οι εκκλησιαστικοί φόροι ήταν παντού σημαντικός οικονομικός μηχανισμός, αλλά ο τρόπος που χρησιμοποιούνταν καθόριζε και το αποτέλεσμα. Εκεί, όπου υπήρχε αδιαφάνεια ή αδράνεια, τα αγαθοεργήματα έμεναν γράμμα κενό». (Πηγές : 1.Χριστόφορος Λαμπρίδης, Αγαθοεργήματα εν Ηπείρω, τόμοι Α΄ και Β΄, Κωνσταντινούπολη 1880.    2.Εκκλησιαστικός Κώδικας Δρυϊνουπόλεως και Αργυροκάστρου (1760–1858), έκδοση – εισαγωγή – σχόλια: Σ. Ντάλας, Αθήνα 2018 – Κείμενο : Αναστασία Καρρά)

Στη φωτογραφία “Απόσπασμα Προικοσυμφώνου από τους Καλαρρύτες το 1883, όπου γράφονται τα εξής :

28 Απριλίου 1883 ἕπεται εἰς το Προικοσύμφωνον εἰς διπλοῦν ὁ Κύριος Ηλίας Αθανασίου Στεφάνου ἐκ Καλαρρυτῶν, και ἡ Κυρία Χρυσούλα Ιωάννου Βάντζου ἐκ Βελτσίστης τῆς Ἠπείρου ἀσμένως μνηστευθέντες και προτιθέμενοι εἰς γάμου κοινωνίαν ἐλθεῖν ὑπισχνεῖται ἡ διαληφθεῖσα Χρυσούλα δοῦναι προίκα τῷ εἰρημένῳ μελλονύμφῳ τα ἀκόλουθα.-

Α ‘ μίαν Καρσέλαν. Β’ ἓν Κολούφιον, Γ’ δύο προσκέφαλα κολουφένια. Δ’ ἕν κεμέριον. Ε’ δύο ζεύγη τοκάδων. Στ ̓ ἕν ζεῦγος ἐπανοκοσίων. Ζ ‘ ἕν Γκρέπιον. Η’ τέσσαρα δακτυλίδια. Θ’ πέντε σεγγούνια. Ι’ τρεῖς σεγκούναις. ΙΑ ́ δύο φλοκάταις. ΙΒ’ ̓ ἕξ υποκάμισα ΙΓ’ δύο ὀμπόλιαις .ΙΔ’ ̓ ἕν κακάβιον. ΙΕ’ ἕν τεψίον. ΙΣΤ’ πέντε ζεύγη προποδίων. ΙΖ’ δύο ζεύγη ἐνωτίων. ΙΗ’ δύο μανδύλια.

Ὅθεν ἐγένετο το παρόν προικοσύμφωνον τῇ συναινέσει ἀμφοτέρων, τῶν μελλόντων συναφθῆναι προσώπων εἰς γάμον ὑπό τοῦ ἐφημερίου μαρτυρούμενον. Ἐν Βελτσίστῃ τῇ 28 Απριλίου 1883

Παππα Κώστας Λουκᾶ Γιάννη Βάντζος ἀποδέχομαι.-

Μήτρο κούμας μαρτυρῶ

ὁ συντάκτης τοῦ παρόντος Χριστόδουλος Βαζακίδης μαρτυρῶ.

+ ὁ Ἰωαννίνων Σωφρόνιος ἐπικυροῖ.” (Πηγή : “ΠΡΟΙΚΟΣΥΜΦΩΝΑ”, Μ. Κωστή,Ιωάννινα, 2009.)

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στην Τουρκοκρατία | Σχολιάστε

Από τη Μάχη του Πέτα….

“…….Στους πρόποδες ενός λοφίσκου, στην κορυφή του οποίου υψωνόταν ένας μεγάλος σιδερένιος σταυρός, το κύριο σώμα των Φιλελλήνων αναγκάζεται να σταματήσει. Το έδαφος και οι συνεχώς αυξανόμενες μάζες του εχθρού φράζουν κάθε διέξοδο. Εξαντλημένοι από τραύματα, κόπωση και υπερπροσπάθεια, πέφτουν εκεί, γύρω από τη σημαία τους, πάνω σε σωρούς νεκρών. Ο υπολοχαγός Τάιχμαν κρατά ακόμη την ένδοξη σημαία· δεν καταλαβαίνει πότε την παίρνουν από τα χέρια του, γιατί τη στιγμή εκείνη το σώμα του έχει ήδη κομματιαστεί — και μαζί του σβήνει και η τελευταία σπίθα αντίστασης”. (Πηγή : ΤΟ ΤΑΓΜΑ ΤΩΝ ΦΙΛΕΛΛΗΝΩΝ & Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΠΕΤΑ, Α. Καρρά, Άρτα, 2025)

Στην φωτογραφία “«Ύστατη αντίσταση του πεζικού των Φιλελλήνων εναντίον των Τούρκων κατά τη Μάχη του Πέτα, στον Ελληνικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας, 16 Ιουλίου 1822”. Ζωγραφικό έργο του Giuseppe Rava.»

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στην Τουρκοκρατία | Σχολιάστε

Παίζοντας το “djerid” στις όχθες του Αράχθου….

Το Τζερίτ (Cirit), γνωστό και ως Ιππικό Ακόντιο, υπήρξε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά αγωνίσματα των τουρκικών λαών. Παίζεται έφιππο, σε ανοιχτό πεδίο, με ξύλινα αμβλύ ακόντια που εκτοξεύονται εναντίον των αντιπάλων, περισσότερο ως δοκιμασία δεξιοτεχνίας και θάρρους παρά για να προκαλέσουν τραυματισμούς. Από την Κεντρική Ασία, όπου λειτουργούσε ως τελετουργικό και πολεμικό παιχνίδι, μεταφέρθηκε στη Μικρά Ασία τον 11ο αιώνα και ρίζωσε βαθιά στον πολιτισμό των Οθωμανών. Δεν ήταν μόνο άθλημα αλλά και τρόπος να καλλιεργούν οι ιππείς την πειθαρχία, την αντοχή και το ένστικτο της μάχης.

Στην Άρτα του 1822, το τζερίτ δεν ήταν απλώς ανάμνηση της στέπας, αλλά καθημερινό θέαμα. Όπως γράφει ο Μαξίμ Ραυμπώ, κάθε πρωί οι Οθωμανοί ιππείς, οι περίφημοι ντελήδες, έβγαζαν τα άλογά τους για να τα ποτίσουν στον Άραχθο. Κι εκεί, μπροστά στα μάτια των Ελλήνων και των Φιλελλήνων που είχαν στρατοπεδεύσει στο Κομπότι, έπαιζαν το αρχαίο τους παιχνίδι. Σαν να ήθελαν να προκαλέσουν τους αντιπάλους τους, άρχιζαν να εκτοξεύουν τα ακόντιά τους στην ανοιχτή πεδιάδα, σε επιδείξεις ρώμης και ευλυγισίας.

Οι Φιλέλληνες, ακόμη συνεπαρμένοι από τη νίκη τους στο Κομπότι, κοιτούσαν γεμάτοι ανυπομονησία αυτή την «τελετουργία πρόκλησης». Ο Ραυμπώ σημειώνει: «…….Ωστόσο, ο εχθρός εξακολουθούσε να μας αφήνει απολύτως ήσυχους. Κάθε πρωί, πολυάριθμοι ντελήδες —οι έφιπποι πολεμιστές τους— έβγαιναν από την Άρτα, ποτίζοντας τα άλογά τους στον Άραχθο και, σαν να ήθελαν να μας προκαλέσουν, επιδίδονταν στην πεδιάδα στο παιχνίδι του να πετούν το ακόντιο (djerid). Οι Φιλέλληνες, ακόμη συνεπαρμένοι από την επιτυχία τους στο Κομπότι και καιγόμενοι από την επιθυμία να τους αντιμετωπίσουν, συγκρατούνταν με δυσκολία από το να κατέβουν και να αποδεχτούν την πρόκληση που οι Τούρκοι έμοιαζαν να προσφέρουν απλόχερα.»

Έτσι, το τζερίτ δεν ήταν για τους Τούρκους μόνο ψυχαγωγία αλλά και πολιτική χειρονομία: μια καθημερινή υπόμνηση ότι η Άρτα τους ανήκε, μια σιωπηλή επίδειξη ισχύος προς τους αντιπάλους που παρακολουθούσαν από μακριά…

Στην φωτογραφία ““Δύο άντρες παίζουν το παιχνίδι djerid, που περιλαμβάνει τη ρίψη ακοντίων από άλογο”, έργο ανώνυμου Έλληνα καλλιτέχνη το 1809.(Πηγή : https://collections.vam.ac.uk/)

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στην Τουρκοκρατία | Σχολιάστε

Το Τάγμα των Φιλελλήνων & η Μάχη του Πέτα!

“Η εργασία αυτή μας ταξιδεύει σε μια λιγότερο φωτισμένη, αλλά εξαιρετικά συναρπαστική σελίδα της Ελληνικής Επανάστασης: τη συγκρότηση του Τάγματος των Φιλελλήνων, την πορεία του στην Ήπειρο και την τραγική κορύφωση στη μάχη του Πέτα. Στην καρδιά αυτής της αφήγησης βρίσκεται ο Jean-François Maxime Raybaud, Γάλλος αξιωματικός και συγγραφέας, που βίωσε από πρώτο χέρι τον Αγώνα και, λίγα χρόνια αργότερα, το 1831, υπηρέτησε ως επίσημος αντιπρόσωπος της Γαλλίας στην Άρτα. Μέσα από τις Αναμνήσεις από την Ελλάδα, ο Raybaud δεν καταγράφει μόνο τις μάχες και τις κακουχίες, αλλά και το πάθος, τις αντιφάσεις και τα διλήμματα μιας εποχής όπου η ελευθερία ήταν όραμα και πληγή μαζί.

Στο πλευρό του Raybaud, η διεισδυτική ματιά του Άγγλου ιστορικού William St Clair, με το κλασικό έργο του That Greece Might Still Be Free, αποκαλύπτει τη ρεαλιστική διάσταση του φιλελληνικού ρομαντισμού: τα λάθη, τις ιδιοτέλειες, αλλά και τη δύναμη ενός κινήματος που, παρά τις αντιφάσεις του, σφράγισε την πορεία του Αγώνα. Και πλάι τους, οι ίδιες οι μαρτυρίες των Φιλελλήνων, που μιλούν με την αμεσότητα της προσωπικής εμπειρίας, συνθέτουν έναν ζωντανό καμβά για το πώς η Ευρώπη κοίταξε, αγάπησε και πόνεσε την Ελλάδα.

Αυτό το τρίπτυχο—Raybaud, St Clair και οι ίδιοι οι Φιλέλληνες—δεν προσφέρει απλώς γνώση· μας καλεί να ξαναζήσουμε το κλίμα μιας εποχής όπου η ελπίδα συναντούσε τον ηρωισμό, η αφοσίωση τη διάψευση και η ιστορία γραφόταν όχι μόνο με νίκες, αλλά και με τραγωδίες που σημάδεψαν τόπους όπως το Πέτα και την Άρτα.

Στο επίκεντρο αυτής της τραγωδίας στέκει και η αινιγματική μορφή του Γώγου Μπακόλα, οπλαρχηγού των Ραδοβιζίων. Ο ρόλος του στη μάχη του Πέτα παραμένει ως σήμερα αντικείμενο διχασμένων ερμηνειών: για άλλους συνώνυμος της προδοσίας, για άλλους αποτέλεσμα σκληρών συμβιβασμών και αδήριτων περιστάσεων. Η παρουσία του υπενθυμίζει ότι η ιστορία δεν γράφεται μόνο με ηρωισμούς και θυσίες, αλλά και με σκιές, αμφιβολίες και δύσκολες επιλογές που στοιχειώνουν τη μνήμη των λαών….” Αναστασία Καρρά – Αύγουστος 2025.

Μπορείτε να διαβάσετε την εργασία στο λινκ https://doxesdespotatou.com/wp-content/uploads/2025/08/Το-Τάγμα-των-Φιλελλήνων-η-Μάχη-του-Πέτα.pdf

ή στο λινκ https://independent.academia.edu/AnastasiaKarra4

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στην Τουρκοκρατία | Σχολιάστε

Μονή Κηπίνας!

Άποψη της Μονής από χαμηλά. Φωτογραφία του Π. Βοκοτόπουλου από τον Οκτώβριο του 1970. (Πηγή : Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, Θεσσαλονίκη, 2011)

Δημοσιεύθηκε στη Οι Εκκλησίες | Σχολιάστε

Το γλέντι μιαν άλλη εποχή…..

“Μια φωτογραφία που αποτυπώνει μια στιγμή διασκέδασης μιας άλλης εποχής, τότε που η απλότητα ήταν το μέτρο της χαράς. Ένα μικρό, σιδερένιο τραπέζι με ποτήρια, ένα μπουκάλι κρασί κι ένα πιάτο με μεζέδες αποτελούν το κέντρο της παρέας. Δεν υπάρχει πολυτέλεια∙ μόνο η ουσία της ανθρώπινης συντροφιάς.

Οι άντρες, ντυμένοι λιτά, αφήνονται στη ζεστασιά της στιγμής. Ο ένας υψώνει το μπουκάλι με αυθορμητισμό, ο άλλος χαμογελά πλατιά, ενώ δίπλα τους η συντροφιά παρακολουθεί με βλέμματα σοβαρά και τρυφερά μαζί…… Οι γυναίκες στέκουν με σεμνότητα, κουβαλώντας εκείνη την αίσθηση της ισορροπίας που χαρακτήριζε τον ρόλο τους στις παρέες και στις οικογένειες.

Το περιβάλλον είναι λιτό, μα η λιτότητα αυτή δεν στερεί τίποτα∙ αντίθετα αναδεικνύει το πνεύμα της εποχής. Χωρίς θόρυβο και περιττά στολίδια, η ίδια η παρέα γίνεται το γλέντι. Το κρασί, ο λιγοστός μεζές και η κουβέντα μεταμορφώνουν την καθημερινότητα σε γιορτή.

Μέσα από το ασπρόμαυρο της φωτογραφίας αναδύεται η νοσταλγία μιας Ελλάδας που ήξερε να χαίρεται με το λίγο, να βρίσκει τη χαρά στο μοίρασμα και να κάνει την απλότητα πλούτο……” (Η φωτογραφία είναι από παλιά διαφήμιση- Κείμενο Α. Καρρά)

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

Στην Παναγιά των Μελισσουργών!

Δεκαετία του ’30. Το Διπλοκάγκελο στην Παναγιά των Μελισσουργών. Ο γιατρός Μπανιάς σέρνει το χορό….. (Πηγή : Από το βιβλίο του Ανδρέα Ρίζου με τίτλο “ΤΟ ΔΙΠΛΟΚΑΓΚΕΛΟ”, Αθήνα, 2017)

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

Το Διπλοκάγκελο στους Μελισσουργούς!

Όταν το πανηγύρι γινόνταν στον Κάμπο των Μελισσουργών – δεκαετία 1920. Η φωτογραφία είναι από το αρχείο Γ. Καραμάνη, όπως δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του Ανδρέα Ρίζου “Το Διπλοκάγκελο”.

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

Στον γενέθλιο τόπο…..

‘Ήταν καλοκαίρι του 1970, Δεκαπενταύγουστος, όντας μαθητής του Γυμνασίου, επισκεπτόμουν για πρώτη φορά τον γενέθλιο τόπο του πατέρα μου, τους Μελισσουργούς. Δεν είχαμε, τότε, πολλά πάρε δώσε με το χωριό, καθώς οι δικοί μου είχαν πιάσει κονάκι στη Βαλαώρα της Άρτας, ήδη από το 1935.
Θυμάμαι τα βάβω Κώσταινα (Μαρία Λυγούρα), τη μάνα του πατέρα μου, που μου έλεγε ιστορίες από το χωριό, για το πέρα από το ποτάμι τούρκικο και αργότερα για τα χρόνια της κατοχής. Η βάβω γεννήθηκε το 1898 και πέθανε το 1978. Έζησε πολλά χρόνια στο χωριό, το αγαπούσε και μετέδωσε και σε μας την αγάπη για τους Μελισσουργούς.
Μπορεί έτσι να μην είχαμε πολλές σχέσεις με το χωριό, ωστόσο διατηρήθηκαν οι δεσμοί με τους Μελισσουργιώτες, καθότι οι περισσότεροι φεύγοντας από αυτό, μετά τον εμφύλιο, εγκαταστάθηκαν στην Άρτα, εκεί έφτιαξαν σπίτια, έπιασαν δουλειές και έκαμαν οικογένειες. Είχαν μάλιστα στην πόλη και τη δική τους συνοικία, τα μελισσουργιώτικα, πάνω στον λόφο της Περάνθης (Βαλαώρα).
Η μελισσουργιώτικη παροικία στην Άρτα ήταν και είναι δυναμική, μαζί με τη θεοδωριανίτικη και την πραμαντιώτικη. Μέχρι και δήμαρχο έβγαλε στην Άρτα το 1963, τον αείμνηστο Μελισσουργιώτη γιατρό Χρήστο Γκίζα.


Δεκαπενταύγουστος, λοιπόν, του 1970. Και πού θα μείνουμε; Παιδιά ήμασταν, ξενοδοχεία δεν υπήρχαν, αλλά και να υπήρχαν, ούτε λόγος… Την πρώτη χρονιά ευτυχώς άνοιξε το σπίτι του ο αείμνηστος τσέλιγκας Βασίλης Αριστείδη Ρίζος και μας φιλοξένησε. Κι από τότε κάθε χρόνο στους Μελισσουργούς το καλοκαίρι, πότε σε αυτό το σπίτι και πότε στο άλλο του επίσης τσέλιγκα αδερφού του Μήτσου Ρίζου. Και οι δύο πρώτα ξαδέρφια του πατέρα μου.
Η πρώτη εντύπωση από το χωριό ήταν τα έλατα και τα πολλά νερά. Ελατοδάση το περιτριγυρίζουν και πολλές βρύσες υπάρχουν στο μεσοχώρι, στα μαγαζιά που το λένε, που το νερό τους χρόνια τώρα ρέει ασταμάτητα.
Ήταν πάλι και το πανηγύρι, μέρες που ήταν. Κλαρίνα, βιολιά και δημοτικά τραγούδια (θυμάμαι ακόμα το “Μαρία λεν’ την Παναγιά” και το “Παπάς βαρεί τα σήμαντρα”). Κι ύστερα ένας μεγάλος κυκλικός χορός, άντρες και γυναίκες χώρια, τραγούδι με το στόμα και χορευτικά βήματα αργά και βαριά. Ήταν το διπλοκάγκελο.
Μεγάλη εντύπωση μού έκανε επίσης και τούτο, όπως μου το εξήγησαν μετέπειτα. Για να δροσίσουν τα αναψυκτικά και τα ποτά, αγωγιάτες ξεφόρτωσαν σε σακιά … πάγο στην Παναγιά και τα έδωσαν στους μαγαζάτορες που έκαναν το πανηγύρι. Μόνο που τα σακιά δεν είχαν πάγο αλλά… χιόνι! Χιόνι Δεκαπενταύγουστο μήνα! Κι είναι πράγματι έτσι……” (Πηγή : Από το βιβλίο του Ανδρέα Ρίζου με τίτλο “ΤΟ ΔΙΠΛΟΚΑΓΚΕΛΟ”, Αθήνα, 2017. Ευχαριστούμε πολύ τον κ. Ρίζο που μας το χάρισε…)

Στη φωτογραφία το εξώφυλλο του βιβλίου, αφιερωμένο στο διπλοκάγκελο των Μελισσουργών.

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

Κορυφή στα Τζουμέρκα!

Η φωτογραφία, από παλιό τεύχος του περιοδικού “ΤΟ ΒΟΥΝΟ”, έχει τον τίτλο “Τζουμέρκα – Κορυφή Παπαρρόδου”. Κάτω δεξιά η ομάδα των ορειβατών, θαυμάζει το άγριο τοπίο….

Αν και πρώτη φορά ακούμε αυτό το όνομα στα Τζουμέρκα, να θυμίσουμε ότι ο Ταγματάρχης Ιωάννης Παπαρρόδου ήταν αυτός που ξεκίνησε την ίδρυση του πρώτου τάγματος χιονοδρόμων στον Ελληνικό χώρο και βρήκε ηρωικό θάνατο μαχόμενος μέχρις εσχάτων! Έτσι, προς τιμήν του, το όνομά του δόθηκε σε ψηλές βουνοκορφές…

Γεννήθηκε στην Υπάτη το 1904 και ήταν γιος του Κ. Παπαρρόδου, ήρωα του πολέμου του 1912-13. Το 1920 εισήλθε πρώτος στην ΣΣΕ και αποφοίτησε μεταξύ των πρώτων το 1923 ως Ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού. Ως Αξιωματικός ήταν απαράμιλλος σε μόρφωση, ευφυΐα, ήθος, εργατικότητα και απόδοση, που τον έκαναν υπόδειγμα αξιωματικού. Ήταν επίσης αθλητής στίβου, κυνηγός, σκοπευτής, μοτοσικλετιστής, ορειβάτης, χιονοδρόμος, σκιέρ και πάντοτε πρώτος. Το αγώνισμα των χιονοδρομιών υπήρξε το πάθος του. Η αγάπη του για την ορειβασία και το βουνό τον έφεραν το έτος 1928 στην Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού.

Τον Ιανουάριο 1941 του ανατέθηκε η οργάνωση του πρώτου τάγματος Χιονοδρόμων του Στρατού. Την 5 Απριλίου 1941, όταν διαλύθηκε το τάγμα Χιονοδρόμων, (παραμονή της γερμανικής επίθεσης), ανέλαβε την Διοίκηση της ΧΧΙΒ Ορειβατικής μοίρας Πυροβολικού. Σκοτώθηκε στις 15 Απριλίου 1941, πολεμώντας τους Γερμανούς…. (Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα στο λινκ https://www.thepressroom.gr/amyna/15-aprilioy-1941-peftei-mahomenos-kata-ton-germanon-o-iros-tagmatarhis-ioannis-paparrodoy-0)

Δημοσιεύθηκε στη Τα Τζουμέρκα και τα χωριά τους | Σχολιάστε