ΣΤΗΝ ΠΡΟΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ (συνέχεια…..)

———————-
Μειωμένη ή κίνηση, τώρα, ή άπογευματινή· στό Παντοπωλείο μέ τά «εδώδιμα καί άποικιακά» καί τίς ταμπέλες «Ή δίκαια χείρ» καί τά τοιαύτα, ή τά Μικρομπαγκάλικα μέ τίς κρεμασμένες στίς πόρτες τους γκλίτσες, φλογέρες, τσοπέλες, μπασμάδες ή βούρλα καί τά πεζοδρόμιά τους τά κατειλημμένα άπό άνοιχτά σακιά μέ κροκάρ’, λούπινα, λινοκόκι, «βακαλάο» ή θειάφι καί γαλαζόπετρα. Μειωμένη ήταν τίς ώρες τούτες, μέ τό κορεσμένο πιά ένστικτο, καί ή ζωντάνια στά Αρτοποιεία («Οί πέντε άρτοι» γιά παράδειγμα) στά Πιλοποιεία, τά πανελληνίως φημισμένα Τσαρουχοποιεΐα, τά Σαγματοποιεία (έφτιαχναν σαμάρια), τά Πανδοχεία, τά Όπωροπωλεΐα καί τήν έρημη, πιά, λαϊκή στό Μονοπλειό. Ή μόνη εξαίρεση, πέρα άπ’ τούς παιδικούς παραδείσους τών καταστημάτων μέ τά «Σακχαρώδη προϊόντα» καί τίς πολύχρωμες βιτρίνες γεμάτες από «κάντιο», ήταν τά Σινεμά μέ τή Σίρλεϋ Τεμπλ καί άργότερα, μετά τήν περατζάδα, τά οίνο-ζυθ-εστιατόρια καί τό ιδιότυπο στέκι τού Τζάφου γιά κανένα «νταβά» χωρίς νά εξαιρεί κανείς εδώ τό «Οινο-μαγειρείον» (τήν υπόγεια τήν ταβέρνα τής ίδιας, πάντοτε, κεντρικής όδού, μέ τόν ίατροκτόνο έπαγγελματικώς τίτλο «Τό θεραπευτήριον τής Μελαγχολίας»!). Θορυβωδέστατο, ωστόσο, ήταν, άργά τό βράδυ, τό πέρασμα τριών ευζώνουν μέ πολεμικές σάλπιγγες, πού «βάραγαν» τήν έπιστροφή στόν στρατώνα τών μέ «δίωρη» συναδέλφων τους καθώς ό τόπος σείονταν μέ τό «Θοδώρα, Θοδώρα, πού πάει ό Θοδωρής;». Στό κάστρο [ώς ήχώ-άπάντηση] στό κάστρο, τρέχα νά τόν βρεις!». “Ομοια, φυσικά, άπό άποψη κίνησης καί τά Ζαχαροπλαστεία καί τά Καφενεία τοϋ κέντρου ή τά εποχιακά στήν άνατολική άρχή καί είσοδο τής κεντρικής όδοϋ, «Ή Αύρα» καί «Ή μυροβόλος Άνοιξις» όπου καί ή μπάντα τού «Σκουφά» μέ κομμάτια άπό Ριγκολέτο τού Βέρντι, Βαφτιστικό τού Σακελαρίδη κ.ά. Κάπου εδώ ήταν στημένος καί ό «Φωνόγραφος» μέ τό τότε σουξέ: «Μάρω, Μάρω, μιά φορά είν’ τά νειάτα», υπόμνηση μουσική όχι μόνο τής ματαιότητας τών έγκοσμίων πού λένε, άλλά καί τού γεγονότος ότι έφθανε τό τέλος τής μεσοπολεμικής περιόδου σχετικής ξεγνοιασιάς, άφού τά πρώτα σύννεφα μιας παγκόσμιας σύρραξης άρχισαν νά εμφανίζονται καί οδήγησαν στήν πρώτη μεγαλειώδη, καί γιά άρκετή ώρα, παρέλαση στόν ίδιο πάντα αυτόν κεντρικό δρόμο, τών επιστρατευμένων άνδρών τού θρυλικοϋ Εύζωνικού Συντάγματος (3/40) τής ’Άρτας σέ πλήρη πολεμική σύνθεση.
(Πηγή : Άρθρο του Γ. Μ. Καρατσώλη στο περιοδικο ΣΚΟΥΦΑΣ, τχ. 97, 2004)

Στη φωτογραφία “Τσαγκάρικο στη Σκουφά”. Αν κρίνουμε από τον σημαιοστολισμό και τις επιγραφές, η φωτογραφία είναι από την άφιξη του Ι. Μεταξά στην Άρτα στις 16 Ιουνίου 1937. Πάνω δεξιά ο νεαρός Κώστας Γιώτης, ποδοσφαιριστής, ο επονομαζόμενος Ρουμάνος, καθώς αυτός και ο αδελφός του είχαν έρθει ορφανά το 1936 από τη Ρουμανία και έμεναν στο Οικοτροφείο Άρτης.(Η φωτογραφία είναι του Vaggelis Theoharis όπως δημοσιεύτηκε στη σελίδα Arta city – Ancient Amvrakia)

Δημοσιεύθηκε στη Το εμπόριο στην Άρτα | Σχολιάστε

ΤΟ ΓΥΜΝΑΣΤΗΡΙΟ (2)

——————–
“……..Περιμανδρωμένον τούτο γύρωθεν διά τοιχοποιίας, υπήρχε εις το μέσον ένα Π εκ ξυλίνων δοκών ύψους άνω των εξ μέτρων και πλάτους 8 μέτρων. Εις τας ενδιάμεσον του άνω δοκού του Π εκρέμοντο πέντε ζεύγη μεταλλίνων κρίκων διά σιδηροσκοινίου ίνα χρησιμοποιούσι ταύτα οι μαθηταί διά κούνιες. Εις τας δύο γωνίας εκατέρωθεν του Π υπήρχον κλίμακες εκ σιδηροσχοινίου διά την εκγύμνασιν των μαθητών εις την ταχείαν αναρρίχησιν.
Έτερα δε τοιαύτα Π μικρά και χαμηλού ύψους υπήρχον εγκατεστημένα γύρωθεν με εκ στρογγυλού σιδήρου τον άνω δοκόν του Π, ίνα περιστρεφοντο οι μαθηταί ή και να εκτελούν διαφόρους ασκήσεις, εις δε την αριστεράν θέσιν της εισόδου αυτού υπήρχε ξύλινον οίκημα όπου εφυλάσσοντο τα διάφορα όργανα δια τον στίβον, το ακόντιον, της άρσεως βαρών κτλ. Τούτο δε εχρησιμοποιείτο και ως σκηνή διά την υπό των μαθητών εκτέλεσιν διαφόρων θεατρικών παραστάσεων.” (Πηγή : Εφημερίδα ΑΜΒΡΑΚΙΑ, 16/6/2008)

Στη φωτογραφία του 1930 “Γυμναστικές επιδείξεις Δημοτικών Σχολείων Άρτης στο Γυμναστήριο”. Διακρίνεται καθαρά ο τεράστιος δοκός σε σχήμα Π, η πλατεία Σκουφά και η Παρηγορήτισσα με το καμπαναριό της. (Πηγή : Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΤΑ, Κ. Τσιλιγιάννη, Αθήνα, 2013)

Δημοσιεύθηκε στη Αθλητικές Εκδηλώσεις | Σχολιάστε

ΤΑ ΚΕΛΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑΣ

————————-
“Τά κατά τήν ανατολικήν πλευράν τής αυλής σωζόμενα κελλιά κατωκούντο άλλοτε υπό αθλίων τινών καί πιναρών οικογενειών γύφτων, αίτινες απεμακρύνθησαν πρό τινων ετών, ότε ανελήφθη υπό τής Διευθύνσεως Αναστηλώσεων τού Υπουργείου Παιδείας ή αποκατάστασις τών ειρημένων κελλιών. Καταλαμβάνουσι δε τά κελλιά επιμήκη ορθογώνιον χώρον (73χ5,80 μ.) καλυπτόμενον διά συνεχούς ημικυκυλινδρικής καμάρας, διηρημένης δι’ εγκαρσίων, παραλλήλων διαχωρισμάτων, πάχους 0,60 μ. είς 16 έν όλω διαμερίσματα…….”

Στη φωτογραφία “Άποψις τών κελλίων καί τής Τραπέζης πρό τών εργασιών αναστηλώσεως τό 1917”
(Πηγή φωτογραφίας & σχολίου : Η ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΡΤΗΣ, Α. Ορλάνδος, Εν Αθήναις, 1963)

Δημοσιεύθηκε στη Οι Εκκλησίες | Σχολιάστε

ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ – Ο ΔΡΑΚΟΝΤΑΣ ΤΗΣ ΠΑΡΓΙΟΡΙΤΣΑΣ

—————————
“Κάτω άπό τόν τόπο πού χτιζόταν ή έκκλησιά τής Παναγιάς τής Παργιορίτσας, ήταν μιά βαθιά σπηλιά πού μέσα της κατοικούσε άπό τά παλιά τά χρόνια ένας γέρος δράκοντας. Ό δράκοντας αύτός δέν πίστευε στό Χριστό άλλά στούς παλιούς θεούς. “Οταν άρχισε πάνω άπό τή σπηλιά του τό χτίσιμο τής εκκλησίας ό δράκοντας θύμωσε καί κάθε βράδυ κουνούσε τόν τόπο καί γκρέμιζε ό,τι χτιζόταν τή μέρα. Τότε ή βασίλισσα κάλεσε όλους τούς διάκους καί τούς παπάδες καί τούς δεσποτάδες καί πρώτο τόν άρχιδεσπότη καί τούς διάταξε νά λειτουργούν μέρα καί νύχτα πάνω άπό τή σπηλιά. Είχαν περάσει σαράντα μέρες καί σαράντα νύχτες πού λειτουργούσαν, όταν μέ τό πέρασμά τους άκούστηκε ένας μεγάλος κρότος, πού ό άχός του άντιλάλησε στά γύρω βουνά καί ό δράκος, σκίζοντας τή γή, έφυγε άπό τή σπηλιά του. Τράβηξε κατά τόν κάμπο καί, άφού μέ τό πέρασμά του γκρέμισε τήν έκκλησιά τής Παντάνασσας πού ήταν άπό χρόνια άλειτούργητη, κρύφτηκε μέσα στίς σπηλιές πού είναι πάνω άπό τήν έκκλησιά τού Άι-Γιωργιού στό Λούρο. Ό Άι Γιώργης όμως θύμωσε, άνέβηκε στό άσπρο άλογό του καί μέ τό κοντάρι στό χέρι του τόν κυνήγησε. Ό δράκοντας, γιά νά γλυτώσει τρύπησε τό βουνό, πού είναι πάνω άπό τό ποτάμι τοΰ Λούρου. Δέν ήξερε όμως καλά τόν τόπο, γιατί κάτω άπό τό ποτάμι κόχλαζε τό νερό πού περνούσε άπό τό μεγάλο φαράγγι καί πέφτοντας πνίγηκε. Ή δρακότρυπα αύτή σώζεται μέχρι σήμερα καί τή βλέπει κανένας πάνω στό βουνό τοΰ Άι-Γιωργιοΰ, στό δεξί μέρος καθώς άνεβαίνει πρός τά Γιάννενα.”
(Πηγή : Άρθρο του Ε. Πατσαλιά στο Περιοδικό ΣΚΟΥΦΑΣ, τχ. 85,1995)

Στη μοναδική φωτογραφία του 1917 “ Άποψις του νεώτερου καθολικού της Παρηγορήτισσας από την ΒΑ”, μια πλευρά που σπάνια απεικονίζεται σε φωτογραφίες. (Πηγή : Η ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΡΤΗΣ, Α. Ορλάνδος, Εν Αθήναις, 1963)

Δημοσιεύθηκε στη Οι Εκκλησίες | Σχολιάστε

Γραφικοί γέροντας στα Πράμαντα

Γραφικοί γέροντας στα Πράμαντα. Από αριστερά : Κώστας Σιαπλαούρας, Χρήστος Μολώνης, Χαράλαμπος Βάνας και Γιώργος Ζαχαρής Μολώνης. Η φωτογραφία είναι του Α. Βερτόδουλου από το Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, Γιάννενα, 1995.

Δημοσιεύθηκε στη Τα Τζουμέρκα και τα χωριά τους | Σχολιάστε

Απογραφική Κατάσταση των χωριών στα Τζουμέρκα το 1940

Απογραφική Κατάσταση των χωριών στα Τζουμέρκα το 1940. (Πηγή : ΤΑ ΤΖΟΥΜΕΡΚΟΧΩΡΙΑ, Σ. Φίλου, Αθήνα, 2000)

Δημοσιεύθηκε στη Τα Τζουμέρκα και τα χωριά τους | Σχολιάστε

Χάρτης των Τζουμέρκων -Έκδοση Ηπειρωτικής Εστίας, 1960

Δημοσιεύθηκε στη Χάρτες, χαρακτικά και γκραβούρες | Σχολιάστε

Β’ Δημοτικό Σχολείο Άρτης 

———-

Β’ Δημοτικό Σχολείο Άρτης – Δάσκαλος Κων/νος Κοκκίνης. Μπορείτε να διαβάσετε όλα τα ονόματα στο πρώτο & δεύτερο σχόλιο. (Φωτο & Παρουσίαση Κ. Μπανιάς) 

Δημοσιεύθηκε στη Η Εκπαίδευση στην Άρτα | Σχολιάστε

ΤΑ ΧΤΗΡΙΑ ΣΤΑ ΧΩΡΙΑ ΤΩΝ ΤΖΟΥΜΕΡΚΩΝ – OI ΓΡΕΒΙΕΣ

————————-
“Σε πολλά μέρη του χωριού, στις άκρες των χωραφιών ή κοντά στα σημερινά σπίτια, υπάρχουν οι γρέβιες, δηλ. σπίτια μισογκρεμισμένα, ακατοίκητα ή τελείως γκρεμισμένα, όπου στους σωρούς των λιθαριών μαζεύονται φίδια και σαύρες και βλέπουμε συχνά τα «φιδοπ(ου)κάμ(ι)σα». Αλλού σώζεται μόνο ο σπιτότοπος με το πλακόστρωτο ή το δάπεδο που ήταν το κατώι και το στρωτό του σπιτιού. Εκεί ολόγυρα βρίσκονται πολλές φορές χωμένα στη γη, οικιακά σκεύη καζάνια, κακάβια, τεψιά, τεντζερέδες. Ποιος ξέρει γιατί είχαν φύγει οι κάτοικοι και δεν ξαναγύρισαν! Προφανώς διωγμοί από Τούρκους και Αρβανίτες ή πολεμικά γεγονότα τους ξεσπίτωσαν και τους κατέστρεψαν στην ξενιτειά. Σε πολλά τέτοια χαλάσματα ή ακατοίκητα σπίτια διηγούνται ότι έγιναν φόνοι και, όταν περνάη κανείς μόνος του τη νύχτα ή το μεσημέρι, ακούει να σκούζη το αίμα και ανατριχιάζει από το φόβο. Στο σπίτι του Μάνου ανάμεσα στην Παγώνα και την Πίτριτση, λησταί είχαν σκοτώσει με βασανιστήρια τον νοικοκύρη που ήθελαν να τους μαρτυρήση που έχει κρυμμένα τα χρήματά του. Παιδάκια περνούσαμε από εκεί τη νύχτα με την ψυχή στο στόμα, γιατί εφανταζόμαστε ότι ακούγαμε τον πεθαμένο να βογγάη. Για τον ίδιο και άλλους λόγους βρίσκονται κρυμμένα σε διάφορα μέρη λαήνια ή στάμνες ή τσουκάλια άδεια ή γεμάτα με νομίσματα που συνδέονται με τις διηγήσεις για την ανακάλυψη κρυμμένου θησαυρού. Όποιος ονειρευτεί τρεις νύχτες συνέχεια ότι βρίσκει βλισίδι, πρέπει να πάει στο μέρος που είδε και μαζί με εκείνον που είδε ότι ήταν μαζί και να σκάψουν. Αν δεν πάρη και τον άλλον το εύρημα θα γίνει φίδια ή νερό. Κοντά στον Άι-Νικόλα στη Λάψανα, ένας έσκαψε και είδε το καζάνι με τις λίρες και μόλις άπλωσε το χέρι του και τράβηξε το χερούλι, το καζάνι βούλιαξε και βγήκε νερό που βγαίνει και σήμερα σαν πηγή…..”
(Πηγή : Άρθρο με τίτλο ΤΑ ΧΤΗΡΙΑ ΣΤΑ ΧΩΡΙΑ ΤΩΝ ΤΖΟΥΜΕΡΚΩΝ, Κ. Διαμάντης, Αιξώνη, Τόμος Δ’, τχ. 37-38, 1954 – Οι τοποθεσίες που αναφέρονται είναι στο χωριό Νησίστα των Τζουμέρκων)

Στη φωτογραφία “Εγκαταλελειμμένο σπίτι σε χωριό των Τζουμέρκων” (Φωτο από το διαδίκτυο)

Δημοσιεύθηκε στη Η Αρχιτεκτονική στην Άρτα και την γύρω περιοχή | Σχολιάστε

TO ΣΤΗΣΙΜΟ ΤΗΣ ΚΑΛΥΒΑΣ – ΚΑΛΥΒΟΣΠΙΤΟ

—————————–
“Το στήσιμο της σουρλωτής αχυρένιας καλύβας ήταν έργο εύκολο και γρήγορο γι’ αυτούς που ήξεραν τη δουλειά. Αν υπήρχαν τα υλικά, μέσα σε μια μέρα στήναν και μια καλύβα. Και τα υλικά ήταν καλάμια, ψαθί και σύρμα. Το μέρος λοιπόν που θα στήνονταν η καλύβα καθαριζόταν καλά και στο κέντρο, που είχε σχήμα μεγάλου αλωνιού, έμπηχναν ένα μικρό παλούκι, αφού προηγουμένως μετρούσαν με τα πόδια τη διάμετρο του κύκλου. Για να στεγαστεί μια οικογένεια 8-10 ατόμων έπρεπε να είναι 10-15 πόδια η διάμετρος. Μετά δέναν το ένα άκρο της τριχιάς από το μπηγμένο παλούκι και από τ’ άλλο άκρο μ’ένα ξυλαράκι σημάδευαν τη γραμμή του κύκλου με την τριχιά τεντωμένη.
Σ’ όλον τον κύκλο και σε απόσταση μισό μέτρο περίπου έμπηχναν στο έδαφος χοντρά καλάμια ύψους 3 μέτρων. Ένα συνηθισμένο καλύβι ήθελε 25-30 καλάμια για να καλύψουν μια περίμετρο 30 περίπου μέτρων. Τα μπηγμένα καλάμια τα λύγιζαν και τα ένωναν στην κορυφή και τα έδεναν. Κατ’ ανάλογες αποστάσεις έδεναν καλάμια και οριζόντια, κι έτσι ήταν έτοιμος ο σκελετός. Μετά γινόταν το σκέπασμα με χοντρό ψαθί που βοηθούσαν και οι γυναίκες.
Κάθε χειρόβολο ψαθιού απλώνονταν και τοποθετούνταν κατά τέτοιο τρόπο ώστε κάθε χειρόβολο να καλύπτει τις κορυφές του προηγούμενου, για να διώχνουν τα νερά της βροχής προς τα έξω, και να πέφτουν στο αυλάκι που ήταν σκαμμένο γύρω-γύρω από το καλύβι. Το ψαθί το στερέωναν απ΄έξω και μ΄άλλα οριζόντια καλάμια ( ζωστάρια τα λέγαν) που τα δέναν και με τ΄απομέσα με σύρμα. Το δάπεδο το επίστρωναν με γλίνα. Και μια γωνιά δίπλα στην πόρτα. Όλα τα μέλη τρώγαν γύρω-γύρω απ’ τη γωνιά σταυροπόδι και ο ύπνος στρωματσάδα. Την πόρτα τη φτιάχναν από τη νότια πλευρά και την κατασκεύαζαν ως εξής : από τις δυο μεριές της πόρτας έμπηχναν από ένα ξύλινο παλούκι (ορθάρια). Η πόρτα γινόταν ή από καλά λουριά ή από ακατέργαστες σανίδες.” (Πηγή : ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΒΙΩΜΑΤΑ, Π. Σκουτέλας, Αθήνα, 2006)

Στη φωτογραφία “Καλυβόσπιτο στον κάμπο της Άρτας” (Φωτο από αρχείο Β. Γκανιάτσα) Μπορείτε μα διαβάσετε για τον Καναρά , την Θοδωριανίτικη παροικία στη Φανερωμένη της ‘Άρτας στο λινκ https://www.facebook.com/doxesagira…/posts/115340713868714

Δημοσιεύθηκε στη Η Αρχιτεκτονική στην Άρτα και την γύρω περιοχή | Σχολιάστε