Ο ΛΗΣΤΗΣ ΘΥΜΙΟ – ΓΑΚΗΣ ΚΑΙ Η ΒΑΣΙΛΑΡΧΟΝΤΙΣΣΑ (1)

———————-
“Η καταγωγή του Θύμιου Γάκη ήταν από το χωριό Μεσούντα της Άρτας. Ο πατέρας του Θύμιου Γάκη ξεχείμαζε στο χωριό Στάνο της Αμφιλοχίας. Κάποια εποχή, όταν ο Θύμιος ήταν 20 χρονών, ένας συγχωριανός του πρόσβαλε την τιμή της αδελφής του κι εκείνος δε άργησε να τον σκοτώσει και να πιάσει τα βουνά. Ήταν η εποχή που οργίαζε η ληστεία στην Ήπειρο κι έτσι εύκολα ο Θύμιος βρήκε συντρόφους και επεδόθη σε δεκάδες ληστείες από τις οποίες αποκόμισε πλούσια συγκομιδή.
Την εποχή εκείνη στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία επικρατούσε αφόρητη αναρχία. Οι φόνοι και οι ληστείες ήταν καθημερινό φαινόμενο.
Στην περιοχή του Μετσόβου όμως, παρότι κατέφευγαν πολλοί ληστές από την ελεύθερη Ελλάδα, οι κάτοικοι ζούσαν χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Οι άρχοντες του Μετσόβου πήγαιναν τα καλοκαίρια στο χωριό αλλά πάντα είχαν τις δικές τους συντροφιές στις οποίες δεν συμμετείχαν οι κάτοικοι του χωριού.
Κι ενώ οι ντόπιοι δεν έτρεφαν καμιά κακία για τη διάκριση των αρχόντων, μερικοί, μεταξύ των οποίων κι ένας ονόματο Κλάγκος, σχολίαζαν ότι κανένας ντόπιος δεν τολμάει να πλησιάσει το Κουτούκι (πλατεία) των αρχόντων.
Ο Κλάγκος, για να δείξει στους φίλους του πως δεν λογαριάζει τους προύχοντες του χωριού, πήγε και πέρασε επιδεικτικά μπροστά τους, χωρίς να τους χαιρετίσει ή έστω να τους λογαριάσει σαν μεγαλύτερους.
Η ενέργειά του αυτή έκανε αίσθηση στους προύχοντες, οπότε ο Νικ. Αβέρωφ κάλεσε τον Κλάγκο να πλησιάσει και όταν εκείνος υπάκουσε, ο Αβέρωφ τον χαστούκισε. Προσβληθείς ο Κλάγκος απομακρύνθηκε απειλώντας ότι αυτό που του έκανε ο Αβέρωφ θα το πληρώσει ακριβά. Αμέσως η παρέα του σκέφτηκε εκδίκηση. Ήλθαν σε επαφή με τη συμμορία του Θύμιου Γάκη, η οποία αποτελούνταν από 8 άτομα και του σύστησαν να καταστρώσει σχέδιο για την απαγωγή της κόρης του προύχοντα Αβέρωφ, της Δούκως (Ευδοκίας). Την πρόταση ο Θύμιο Γάκης την αποδέχτηκε πρόθυμα αφού υπήρχαν άνθρωποι από το ίδιο χωριό που θα τον βοηθούσαν.
Η συμμορία του Γάκη αποτελούνταν από τον ίδιο, τον Κουρκούτα, τον Κουτσούκαλη και τον Τσέλιο από την Ελάτη Άρτας καθώς και τους Ζάχο και Ζαρονίκο από τη Νεράιδα Τρικάλων και αφού ανταμώθηκε και με το Σαρακατσάνο ληστή Τάκο, περικύκλωσαν, στις 7 Ιουλίου 1884, το δρόμο έξω από το χωριό όπου περπατούσαν η Δούκω με τον σύζυγό της Σ. Τζουανόπουλο και την Ελένη Καραγιάννη, τις οποίες απήγαγαν αφόυ τραυμάτισαν το σύζυγο της πρώτης.
Αφού οδήγησε τις αιχμάλωτες στο Περτούλι Τρικάλων που βρίσκεται κοντά στο χωριό του, την Μεσούντα, έστειλε γράμμα στον Ν. Αβέρωφ ζητώντας λίτρα. Για μεν τη Δούκω ζήτησε το βάρος της σε χρυσό, για δε την Ελένη Καραγιάννη το βάρος της σε ασήμι. Αφού ο Αβέρωφ έστειλε με δυο ανθρώπους του τα λύτρα φορτωμένα σ’ ένα μουλάρι, ειδοποίησε τους ληστές να πλησιάσουν προς το Μέτσοβο, όπου στη θέση Βάλια Κάλντα παρέδωσαν 6.500 (κατ’ άλλους 7000) λίρες για τη Δούκω και 400 λίρες για την Ελένη. Αφού ζύγισαν οι ληστές τα λύτρα, άφησαν τις γυναίκες ελεύθερες.
Κατά την παραμονή τους στα λημέρια των ληστών, ο Θύμιο Γάκης έλαβε ιδιαίτερα μέτρα προστασίας των γυναικών. Κάποια νύχτα, ένας από τους φύλακες – λένε πως ήταν ο Κλάγκος -, αποπειράθηκε να κακοποιήσει τη Δούκω. Μόλις το έμαθε ο Γάκης αποφάσισε να τον εκτελέσει. Γλύτωσε όμως με την επέμβαση των άλλων ληστών και στη συνέχεια ανέθεσε τη φύλαξη των γυναικών στο Γρηγόρη Ζαρονίκο.
Η περιπέτεια της κόρης του Αβέρωφ συγκλόνισε την Ήπειρο και τη Θεσσαλία, όπου ο Αβέρωφ διατηρούσε πολλά κτήματα. Η δε λαική μούσα αποθανάτισε την περιπέτεια της Δούκως με το τραγούδι «Βασιλαρχόντισσα», αφού τη Δούκω την ονόμασαν Βασίλω γιατί ταιριάζει γλωσσικά καλύτερα με το όνομα αυτό.
Μετά την επικήρυξη από το Κράτος το 1892, ο Θύμιο Γάκης κατέφυγε στο χωριό Παπαζλή της Σμύρνης, όπου αγόρασε μεγάλη περιουσία……..”
(Πηγή : Άρθρο του Γ. Ι. Παππά, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, τχ. 250, 1998)

Στη φωτογραφία “Το ζύγισμα της Βασιλαρχόντισσας από τους ληστές”, σε σχεδίασμα της εποχής

Δημοσιεύθηκε στην Τα Ραδοβίζια και τα χωριά τους. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *