Τα γενέθλια του Καμπαναριού της Φιλιππιάδος

Η ιστορία του καμπαναριού του Αγίου Βησσαρίωνα στη Φιλιππιάδα, όπως τη διηγήθηκε ο Σωτήρης Γεωργάκης, γιός του Βασίλη Γεωργάκη που το κατασκεύασε :

“Το έτος 1912—13 μετά την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο της Κοινότητας Φιλιππιάδας εδημοπράτησε την ανέγερση κωδωνοστασίου στον καθεδρικό ναό του Αγίου Βησσαρίωνος τής Κοινότητος.

Υπέβαλε τα σχετικά της Δημοπρασίας (αρχιτεκτονικό προϋπολογισμό) στην τεχνική Υπηρεσία του Μεσολογγίου, όπου υπήγετο, προς έγκρισιν και δημοπράτησιν της κατασκευής. Μεταξύ των υποβληθεισών 5—6 προσφορών ήταν και του πατέρα μου Βασιλείου X. Γεωργάκη εμπειροτέχνου από τα Πράμαντα, προϋπολογισμού 60 ή 65 χρυσά ναπολεόνια. Τη Μελέτη συνέταξε ο ίδιος.

Επειδή δεν υπήρχαν τότε τσιμέντα και η όλη εργασία θα ήταν λεπτοκαμωμένη, όπως φαίνεται στη φωτογραφία η τετραώροφη κατασκευή, που έπρεπε να αντέχει στους δυνατούς ανέμους και σε σεισμούς ετοίμασε επί του εδάφους τις κολώνες. Έχυσε με μολύβι πύρους σε καλούπια και άνοιξε τρύπες και συνέδεσε άνω και κάτω περνώντας τούς πύρους στις τρύπες αυτές. (Παρένθεση: Για την προμήθεια διαφόρων υλικών από τα Γιάννινα, ο πατέρας μου αγόρασε ένα κάρο και έστελλε τον αδελφό μου μ’ αυτό στην πόλη· σε κάποια διαδρομή από Φιλιππιάδα για τα Γιάννινα εκεί κοντά στην Παντάνασσα, ο αδελφός μου συνάντησε στο δρόμο έναν τεχνίτην φορτωμένο μ’ ένα τσουβάλι εργαλεία, σφυριά, κοπίδια κλπ. βάρους 15—20 οκάδων. Ο τεχνίτης εκείνος παρακάλεσε τον αδελφό μου να τον πάρει στο κάρο αφού κι αυτός πήγαινε για τα Γιάννινα. Πρόθυμος ο αδερφός μου τον πήρε και σαν ανέβηκε στο κάρο τον ερώτησε:

— Από που είσαι;

—Εκ Ραφταναίων! απάντησε εκείνος. Στους Ραφταναίους οι κάτοικοι μιλούν… την καθαρεύουσα.

—Και από πού έρχεσαι; τον ξαναρωτάει ο αδερφός μου.

—Εξ Άρτες! απαντάει εκείνος.

Τότε του λέει ο αδερφός μου:

—Άκου να σ’ πω: Πέντε Πηγάδια έχω ακούσει αλλά εξ Άρτες πρώτη φορά ακούω. Κατέβα κάτω και πήγαινε με τα πόδια στα Γιάννινα, και του πέταξε τα εργαλεία στο δρόμο.

— Ή θα κουβεντιάσεις όπως όλοι στα χωριά μας ή θα πας με τα πόδια. Κλαψούριζε εκείνος και υποσχέθηκε πως θα μιλεί, όπως όλοι οι χωριανοί των χωριών μας. Κλείνει ή παρένθεση).

Όταν στήθηκε το καμπαναριό της Φιλιππιάδας, η Εκκλησιαστική Επιτροπή δυστροπούσε να εξοφλήσει το λογαριασμό του πατέρα μου γιατί φοβόταν, πως με τα χτυπήματα της καμπάνας θα σωριαζόταν το καμπαναριό στο έδαφος. Και τότε ο πατέρας μου ανέβασε τον αδερφό μου επάνω και τους είπε:

—Εγώ θυσιάζω το παιδί μου, γιατί έχω εμπιστοσύνη ότι θα μείνει ακλόνητο στην θέση του. Εσείς χτυπάτε την καμπάνα όσο θέλετε. Έτσι κι έγινε.

Έτσι τέλειωσε η εξόφληση του λογαριασμού. Πέρασαν από τότε εβδομήντα πέντε χρόνια. Το καμπαναριό μένει ακλόνητο, παρ’ όλους τους σεισμούς με επίκεντρο τη Λευκάδα, την Πρέβεζα και τη γύρω περιοχή και παρ’ όλους τους δυνατούς αγέρηδες από τον Πίνδο και τα Τζουμέρκα”. (Άρθρο του Σωτήρη Γεωργάκη στο περιοδικό Ηπειρωτική Εταιρεία, τχ. 149, 1989)

Στη φωτογραφία το πανέμορφο καμπαναριό του Αγίου Βησσαρίωνα σε φωτογραφία του Α. Βερτόδουλου, Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, Γιάννινα, 1995)

Δημοσιεύθηκε στην Περί Τμήματος Καραβοσαρά και Λάκκας. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *