Το “Μουχούστι” της Άρτας (1892–1902): μια εικόνα από τη «Φωνή της Ηπείρου»

“Η εμποροπανήγυρη του Μουχουστίου στην Άρτα, που άνοιγε κάθε 14 Σεπτεμβρίου, αναδύεται από τα ρεπορτάζ της «Φωνής της Ηπείρου» ως ο πιο σταθερός φθινοπωρινός κόμβος εμπορίου στην ευρύτερη περιοχή. Η κίνηση συγκέντρωνε πλήθος επισκεπτών «ἐκ τῶν διαφόρων μερῶν τῆς Ἑλλάδος ὡς καὶ τοῦ ἐξωτερικοῦ», με συναλλαγές σε ζώα (ίπποι, όνοι, βόες, πρόβατα, αίγες), αγροτικά προϊόντα (σιτηρά, όσπρια, ρόδια, σταφίδες), γαλακτοκομικά (τυρί, βούτυρο), υφαντά & μάλλινα, καθώς και είδη της «ἐγχώριου βιομηχανίας» (βλ. 1895, 1896, 1901, 1902). Δεν ήταν απλώς λαϊκό πανηγύρι· ο τοπικός τύπος την παρομοιάζει με εμπορική «ἔκθεση» των νεότερων βιοτεχνικών προϊόντων (1895).

Οι δημοσιεύσεις τονίζουν ότι η Άρτα λειτουργούσε ως κεντρική, θεσμική αγορά (το παλιό «μποριόν» της μεσαιωνικής περιόδου), ενώ οι περιφέρειες της Ηπείρου και της μεθορίου τροφοδοτούνταν από περιοδικές εμποροπανηγύρεις. Καθοριστικό επεισόδιο, που εξηγεί τη «διπλή» γεωγραφία της πανήγυρης, είναι η οριοθέτηση των συνόρων το 1881: ήδη από το 1895 και κατόπιν ξανά το 1896 ο τύπος σημειώνει ρητά ότι «τοιαύτη πανήγυρις γίνεται και ν Φιλιππιάδι», η οποία —βρισκόμενη τότε εντός Οθωμανικού κράτους— απορροφά μεγάλο μέρος της κίνησης, «μάλιστα ζωηρότερα», επειδή έχει «μετετεθ κα ες μέρας…. πολλοί γορασταί» (1896). Με άλλα λόγια, μετά το 1881 το Μουχούστι “σπάει” σε δύο πόλους: στον αρτινό χώρο και στο μεθοριακό κέντρο της Φιλιππιάδας, που προσελκύει και οθωμανούς/ελληνόφωνους εμπόρους.

Στην αυγή του 20ου  αιώνα, η έναρξη της πανήγυρης αποκτά και τελετουργικό χαρακτήρα: το 1900 «χάριν της πανηγύρεως κατά την πρώτην μέραν παιάνισεν φιλαρμονική μουσική τ ωθινν μβατήριον, διελθοσα τς κυριωτέρας δος τς πόλεως· μετ μεσημβρίαν δ τς ατς μέρας ς κα τν λλων μερν παιάνισε διάφορα μουσικ τεμάχια ν τ πλατεί Σκουφ» (φ. 398, 6-10-1900).

Στα πρακτικά της αγοράς, τα ρεπορτάζ αναφέρουν:

  • μεγάλους όγκους ζωντανών και προϊόντων, με τιμές που ποικίλλουν ανάλογα με τη χρονιά (και τον καιρό)· συχνά γίνεται λόγος για «εὐνοικέςς τιμές» όταν η προσφορά είναι άφθονη (1895, 1896, 1901, 1902),
  • παρουσία εμπόρων από Ήπειρο, Στερεά, Πελοπόννησο — ακόμα και Επτάνησα (1896) — και «τινς κ το ξωτερικο»,
  • καιρικές μεταβολές (δυνατές βροχές) που τις πρώτες ή τις τελευταίες ημέρες μειώνουν την κίνηση ή μετατοπίζουν το ενδιαφέρον στην αγορά της πόλης (1898, 1902),
  • μικρές λειτουργικές παρατηρήσεις/αιτήματα για καλύτερη τάξη, δρόμους και δημόσιες υπηρεσίες γύρω από τον χώρο της πανήγυρης (επανέρχεται το 1901).

Συνολικά, η εικόνα 1892–1902 δείχνει μια ζωηρή, διαπερατή αγορά: το Μουχούστι της Άρτας υπηρετεί τον τοπικό/περιφερειακό κύκλο αγαθών, ενώ η Φιλιππιάδα λειτουργεί συμπληρωματικά ως μεθοριακή «βαλβίδα» μετά το 1881 — εξήγηση που ταιριάζει με την παλαιότερη αστική υπεροχή της Άρτας και τη λειτουργία της ως μόνιμου εμπορικού κέντρου”. (Πηγή : ΟΙ ΕΜΠΟΡΟΠΑΝΗΓΥΡΕΙΣ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ, Α. Καρρά, Άρτα, 2025 που μπορείτε να διαβάσετε στο λινκ https://doxesdespotatou.com/oi-emporopanigyreis-tis-artas/)

Στη φωτογραφία μια σκηνή από εμποροπανήγυρη στη Λάρισα, στις αρχές του 20ου αιώνα, ενδεικτική του χώρου των εμποροπανηγύρεων της εποχής. Φωτογραφία άγνωστου φωτογράφου. Αναδημοσίευση στο βιβλίο Λέκκας, Ν. Γ. (1935). Αγορές – Εμποροπανηγύρεις – Εκθέσεις: Ειδικαί εκθέσεις – Εβδομάδες – Διαγωνισμοί – Χρηματιστήρια εμπορευμάτων. Αθήνα: Εθνικόν Τυπογραφείον.

Δημοσιεύθηκε στην Το εμπόριο στην Άρτα. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *