—————————
“Μετά την πηγούλα της Μπρούσκας, πρόβατα και βοσκοί βυθιζόμαστε στην αγκαλιά ενός πανάρχαιου δάσους από έλατα που ηχούσε σαν θάλασσα μακρινή και βαθιά στο πέρασμα της βουνήσιας αύρας παρασύροντάς μας στα μυστικά του. Το μονοπάτι κρύβεται στους ατέρμονους ίσκιους….Χωρίς να το καταλάβουμε φτάνουμε κατά τις οκτώ η ώρα σ’ένα ξέφωτο, σε μια ισκιάδα καστρωμένη με πελώρια έλατα, με ελεύθερη μόνο τη νοτιοανατολική πλευρά της, όπου ξετρυπώνει το μονοπάτι. Η τοποθεσία ονομάζεται « στη στρούγκα του Καλιαρντά» από την πέτρινη στρούγκα που υπάρχει εκεί ενισχυμένη με ελατίσια κλωνάρια. Πρόκειται για γιδόστρουγκα. Εδώ είναι το λημέρι του Μελισσουργιώτη αιγοβοσκού Καλιαρντά, το γιδοκόπαδο του οποίου ζει σε ημιάγρια κατάσταση και νέμεται ολόκληρο το βασίλειο των γκρεμών που υψώνονται ανατολικά και καταλήγουν στην κορυφή της Ρούιστας.
Έφεξε για τα καλά μα το φως της χαραυγής δεν φτάνει ακόμα ως εμάς. Οι πρώτες ηλιαχτίδες τρυπώνουν με κόπο στα πυκνά φυλλώματα των ελατιών , μάχονται με τις σκιές φωτίζοντας την ανείπωτη ομορφιά……Αφήνουμε τη στάνη του Καλιαρντά και βιαζόμαστε να διαβούμε «τη Μεγάλη Σάρα», μια απότομη πλαγιά και ρεματιά σπαρμένη με χαλίκια, πετρούλες, πέτρες και ογκόλιθους, γιατί από τα στεφάνια που χάσκουν ανατολικά της φτάνουν στ’ αυτιά μας ήχοι από τα κυπριά των γιδιών του Καλιαρντά και απόηχοι από τα τσακίσματα κάποιας πέτρας που κατρακυλάει. Σ’αυτούς τους γκρεμούς η φύση φαίνεται ότι ξέσπασε τη μανία της στο ατέρμονο πέρασμα του γεωλογικού χρόνου. Οι αγριόθωροι βράχοι της Μεγάλης Σάρας, απογυμνωμένοι από τις βροχές των αιώνων φέρουν αδρές τις νυχιές του χρόνου και μοιάζουν με στοιχειωμένους φρουρούς της διάβασης. Τρέμει η ψυχή μας μήπως μας βρει στο διάβα της κάποια θεόρατη κοτρόνα ξαμολημένη από τ’ αγριόγιδα και γίνουμε « μολόημα». Πριν τρία χρόνια σε τούτα τα πλάια του διαβόλου, μια πλακανίδα που εκσφενδονίστηκε από τα γίδια του Καλιαρντά, έκοψε στη μέση το κοπάδι του Μελισσουργιώτη βοσκού Νάσιου Μποχώτη, συνέθλιψε τέσσερα πρόβατα και ο ίδιος, που είχε άγιο, σώθηκε έντρομος με σπασμένα όλα του τα πλευρά. Είδε κι έπαθε ο άνθρωπος να αναλάβει τις δυνάμεις του………”
(Πηγή : Άρθρο του Ν. Καρατζένη με τίτλο Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΩΝ ΝΟΜΑΔΩΝ ΣΤΙΣ ΒΟΥΝΟΚΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ, Ηπειρωτική Εταιρεία, τχ. 293, 2005)
Στη φωτογραφία “Στο δρόμο για το Βουνό” (Φωτο του Κ. Μπαλάφα από το Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, Αθήνα, 2003)
“Ιούλιος 1991 : Ψηλά στην Κωστηλάτα, στα κρύα τα νερά, οι Θοδωριανίτες πραταραίοι. Κώστας Δ. Γκορόγιας, Λευτέρης Σ. Τζιούνης και Νώντας Μητρογιάννης κρεμάνε τα κριαροκούδουνα στα παρδαλά γκεσέμια τους” (Φωτογραφία του Ν. Καρατζένη όπως δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ, ΤΧ. 196,1993)