ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΙ ΗΧΟΙ ΣΤΗΝ ΑΡΤΑ

“….Το 1948 κατασκεύασα τον πρώτο ραδιοφωνικό σταθμό της Άρτας. Ήταν ένας μικρός χειροποίητος ραδιοφωνικός σταθμός με μικρή εμβέλεια. Το ερέθισμα προέκυψε από το ότι η περιοχή της Άρτας ήταν απομονωμένη ακόμη και από τις μεταδόσεις τιυ Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ) στα μεσαία. Βραχέα ήταν σπάνιο να πιάσουμε. Προσπαθούσαμε λοιπόν να επικοινωνήσουμε ακούγοντας ποδόσφαιρο, μουσική και τα νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο μόνο μέσω Λονδίνου. Ακούγαμε BBC.
Αποφάσισα λοιπόν και έκανα τον χειροποίητο μικρό πομπό στα μεσαία, χωρίς άδεια, χωρίς τίποτα. Η εγκατάσταση ήταν στο σπίτι μου στην Άρτα, στην οδό Μακρυγιάννη, στα εβραίικα, στου Σαμπά.
Βάζαμε μουσική και προσπαθούσαμε, με έναν καλό δέκτη που είχαμε, να κάνουμε και αναμετάδοση του ΕΙΡ, κυρίως αναμεταδίδαμε τις ειδήσεις. Η αστυνομία όμως μας ανακάλυψε. Μας σταμάτησαν καταρχήν για λίγο, αλλά μετά πάλι έκανα εκπομπή. Αφού διαπίστωσαν ότι δεν ενοχλούσα πολιτικά και κοινωνικά, με άφησαν να δουλεύω με την ανοχή τους. Άλλωστε δεν υπήρχε χαρτί απαγόρευσης από το ΕΙΡ.
Αυτός ο σταθμός δούλεψε περίπου δύο χρόνια από το 1948 έως το 1950. Είχε μια λυχνία τύπου 808. Στα Γιάννενα υπήρχε στα βραχέα μόνο ο στρατιωτικός ραδιοφωνικός σταθμός. Το 1950 έκλεισα το σταθμό γιατί το νεανικό κέφι είχε σχεδόν περάσει…. (Μαρτυρία του Γ.Κ. Ζέρβα, τεχνικού υπαλλήλου της ΕΡΤ και μοντέρ κινηματογραφικών ταινιών, ΠΡΟΤΑΣΗ, τχ. 4, 1998)

Στη φωτογραφία “Διαφήμιση της αντιπροσωπείας Ραδιοφώνων του Σαμπίνου Σ. Ιωχανά το 1940 στην Άρτα” (Φωτο από Λεύκωμα ΑΡΤΑ 1881-1941, Αθήνα, 2010)

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

ΦΙΛΙΠΠΙΑΔΑ – 1884

—————–
“Χωρίον Φιλιππιάδα, μετά οικογενειών 58 και δύω ιερών Ναών της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και του αγίου Γεωργίου, εν οις ιερουργεί εις εγχώριος ιερεύς. Το χωρίον τούτο έλαβεν από του 1881 όψιν Πολίχνης, μεταναστευσασών εν αυτώ των πλείστων εξ Άρτης Οθωμανικών οικογενειών, όπου εδρεύει και το Επαρχείον, καλούμενον Επαρχείον Λούρου (Λούρος Καιμακαμλίκ) μετωνομάσθη δε αυτό και τω ονόματι του Βασιλεύοντος «Χαμιδιέ», οίον πόλις του Χαμίδι. . (Πηγή : ΔΟΚΙΜΙΟΝ ΑΡΤΗΣ – ΠΡΕΒΕΖΗΣ, Σεραφείμ Βυζάντιος, Εν Αθήναις, 1884)

Στη φωτογραφία του Α. Βερτόδουλου “Η εκκλησία στη Φιλιππιάδα, αφιερωμένη στην κοίμηση της Θεοτόκου”.

Δημοσιεύθηκε στη Περί Τμήματος Καραβοσαρά και Λάκκας | Σχολιάστε

Γέφυρα Καλογήρου

————-

“Η Γέφυρα Καλογήρου στον ποταμό Λούρο σε φωτογραφία του Jack Moore, 1930”
(Πηγή : Φωτογραφικό αρχείο Ιδρύματος Ακτία Νικόπολις) 

Δημοσιεύθηκε στη Περί Τμήματος Καραβοσαρά και Λάκκας | Σχολιάστε

Ποταμός Λούρος

“Οι αποθήκες του Χουσεΐν Πασά, στη δυτική όχθη του ποταμού Λούρου, νοτιοανατολικά του ομώνυμου χωριού”
(Φωτογραφία Fred Boissonnas, 1913 από την εργασία του Νίκου Καράμπελα “Travels of Captain William Leake in the region of Preveza”, Academia.edu)

Δημοσιεύθηκε στη Περί Τμήματος Καραβοσαρά και Λάκκας | Σχολιάστε

1961, ΠΑΝΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ – Στίβος

————————–

1961, ΠΑΝΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ – Στίβος : Στη μέση ο Γεώργιος Ν. Χαλκιάς (Πολυνίκης, χρυσός 100- 200- 4χ100 – μήκος- τριπλούν, Δικηγόρος), δεξιά ο Λάκης Μπαρμπούτης (επαγγελματίας) και αριστερά ο Ντίνος Κουβαράς (πολιτικός μηχανικός).
(Φωτο από αρχείο Κ. Μπανιά)

Δημοσιεύθηκε στη Αθλητικές Εκδηλώσεις | Σχολιάστε

ΑΕΤΟΡΡΑΧΗ (ΚΟΤΟΡΤΣΙ) – ΚΑΤΣΑΝΟΧΩΡΙΑ

——————
“Στην νοτιοδυτική πλευρά της όλης περιοχής των Κατσανοχωρίων και στις προσβάσεις των κλιτύων της Αετορράχης βρίσκεται το χωριό Αετορράχη, άλλοτε Κοτόρτσι. Η μετονομασία εις Αετορράχη έγινε διότι το χωριό περιβάλλεται και καταλαμβάνεται σχεδόν εξ ολοκλήρου από τις βουνοπλαγιές της Αετορράχης, αλλά κυρίως και προ παντός από ιστορικής πλευράς δοθέντος, ότι κατά το 1912 έγιναν στα υψώματά της σκληραί, αιματηραί και επί τοσούτον αποφασιστικαί μάχαι μεταξύ του Ελληνικού Στρατού κρατερώς κατέχοντος τα υψώματα και αμυνομένου και των Τουρκικών δυνάμεων, συνεχώς και αδιαλείπτως επιτιθεμένων με σκοπόν να διασπάσωσιν την γραμμήν και να επιφέρωσιν ρήγμα στας Ελληνικάς δυνάμεις ώστε να καθίστατο πλέον δυσχερής, αν μη απραγματοποίητη, η πτώσις του Μπιζανίου.” (Χαρίλαου Α. Σιμάκη, ΙΣΤΟΡΗΜΑΤΑ, 1979)

Στην φωτογραφία του Α. Βερτόδουλου ο Άγιος Γεώργιος στην Αετορράχη. ( Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, Γιάννινα, 1995) 

Δημοσιεύθηκε στη Στο δρόμο προς το Ξηροβούνι | Σχολιάστε

Γέφυρα κατασκευής Βάικμαν

——————-

“Γέφυρα κατασκευής Βάικμαν στον ποταμό Άραχθο στην περιοχή Τσίμοβο”.
(Φωτογραφία Α. Βερτόδουλου , Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, Γιάννινα, 1995)

Δημοσιεύθηκε στη Το Γεφύρι της Άρτας και ο Άραχθος Ποταμός | Σχολιάστε

ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ 1969-70, Β’ Εθνική

Τάκης Κουτσογιώργος, Δημήτρης Σιακούφης, Ανανιάν, Αγουρίδης, Βόμβας στο τέρμα. Σκορ 4-0. (Φωτο από αρχείο Κ. Μπανιά)

Δημοσιεύθηκε στη Η ομάδα της Αναγέννησης | Σχολιάστε

ΤΑ ΔΕΛΦΙΝΑΚΙΑ ΤΟΥ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ (α’ μέρος)

——————–
“Μια φορά κι έναν καιρό, εκεί, στό Κοχύλι, (Κόπραινα) ένα μικρό παραθαλάσσιο χωριουδάκι στήν άκρη του Αμβρακικού κόλπου, ζούσε ένα μικρό αγόρι πού τό λέγαν Πέτρο. Εκείνη τήν εποχή —δηλαδή, εδώ κι εξήντα χρόνια πάνω κάτω— τό Κοχύλι ήταν επίνειο τής Ηπείρου. Κι όταν λέμε “επίνειο”, εννοούμε τό λιμάνι εκείνο άπ’ όπου γίνεται ή μεταφορά τών εμπορευμάτων πρός τίς πόλεις καί τά χωριά τού νομού πού είναι μακριά από τή θάλασσα. Δέν υπήρχαν μεγάλοι δρόμοι τότε γιά νά κυκλοφορούν αυτά τά τεράστια φορτηγά μέ τίς νταλίκες, πού βλέπουμε σήμερα, ούτε κι αυτά τά σύγχρονα λεωφορεία ή τά πούλμαν γιά νά μεταφέρουν τούς επιβάτες. Τό εμπόριο καί ή συγκοινωνία γινόταν μέ τά βαπόρια. Έτσι τρεις φορές τή βδομάδα έφτανε στό Κοχύλι το βαπόρι από τόν Πειραιά καί γινόταν τότε χαλασμός στήν προκυμαία. Οί βαρκάρηδες μπαίναν στίς μεγάλες τους βάρκες, πού ήταν φορτωμένες πατείς με πατώ σε μέ επιβάτες γιά τήν Πρέβεζα, τή Λευκάδα καί τόν Πειραιά, κι έβγαιναν άνοιχτά νά βρούνε τό βαπόρι πού είχε αγκυροβολήσει κάπως μακριά, γιατί δεν μπορούσε νά πλευρίσει στό μόλο — τό λιμανάκι ήταν ρηχό βλέπεις. Δίπλα στούς βαρκάρηδες, οί μαουνιέρηδες έβαζαν τά δυνατά τους κι αυτοί νά φτάσουν γρήγορα στό βαπόρι, μά οί μαούνες πήγαιναν αργά, γιατί ήταν παραφορτωμένες. Τήν ίδια στιγμή οί χαμάληδες στό μόλο έσερναν τά βαγονέτα τους πάνω στίς ράγες νά παραλάβουν τά εμπορεύματα γιά τήν αποθήκη τού τελωνείου, ενώ πιό κει, στό χωματόδρομο, τά κάρα κι οί σούστες περίμεναν στή σειρά νά φορτώσουν. Καί τά ζεμένα άλογα κούναγαν πέρα δώθε τήν ουρά τους νά διώξουν τίς αλογόμυγες. Κι ήταν κόσμος πολύς μαζεμένος στό μόλο, άλλος ν’ αποχαιρετήσει τούς δικούς του, πού φεύγαν, κι άλλος νά καλωσορίσει όσους έρχονταν. Καί φώναζαν οί χαμάληδες, καθώς σπρώχνανε τά βαγονέτα:
—Βάρδα μήν πατήσουμε κάνα ποδάρι!
Κι οί βαρκάρηδες, καθώς όλοι οί επιβάτες ήθελαν νά μπούνε μέ τήν πρώτη στίς βάρκες, θύμωναν:
—Στόπ! Δέ χωράει άλλος, θά βουλιάξουμε! έλεγαν.
Κι οί μαουνιέρηδες, καθώς τράβαγαν κουπί στίς μεγάλες μαούνες, τραγουδούσαν όλοι μαζί ρυθμικά:
Έι-όπ! Έι-όπ! γιά νά γίνει πιό ξεκούραστη ή δουλειά τους…..(Απόσπασμα από το βιβλίο ΤΑ ΔΕΛΦΙΝΑΚΙΑ ΤΟΥ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ του Ντίνου Δημόπουλου, Αθήνα, 1988)

Στη φωτογραφία «Η Οικογένεια του Χρήστου Δημόπουλου στο σπίτι τους στους Ταμπακιάδες, κοντά στο Κάστρο. Διακρίνονται στη μέση η σύζυγός του Ανδρονίκη Πέμπα -Μπανιά, και από δεξιά τα παιδιά Δώρα, Γεώργιος, Ντίνος και Κική. Λείπει η μεγάλη τους αδελφή Ευρυνόμη».
(Φωτο από αρχείο Οικ. Δημόπουλου, Παρουσίαση Κ. Μπανιάς) 

Δημοσιεύθηκε στη Ο Αμβρακικός και τα λιμάνια του | Σχολιάστε

ΤΑ ΒΑΠΟΡΙΑ ΣΤΟΝ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟ

—————-
“Τά βαπόρια πού κάνουν τό ταξίδι τού Αμβρακικού κόλπου κάνουν πολλές προσεγγίσεις. Φεύγουν άπό τόν Πειραιά κι άπό τήν Πάτρα καί πιάνουν άλλα στήν Κεφαλλονιά καί άλλα στήν ’Ιθάκη, κ ’ έπειτα στή Λευκάδα, στήν Πρέβεζα, στή Βόνιτσα, στόν Καρβασαρά καί τελευταία, στό βορειοανατολικό βάθος τού κόλπου, στήν Κόπραινα. Τό ταξιδάκι μέσα στόν κόλπο έχει κάποιο δικό του γούστο. Εκεί δέ φοβάται κανείς κακοκαιρίες. Πάντα ή θάλασσα είναι ήσυχη. Καί, καθώς τό βαπόρι προχωρεί, πάντα φαίνεται ή ξηρά καί δεξιά κι αριστερά, πότε πιό κοντά στό ένα μέρος, πότε στό άλλο. Βουνά καί βουνάκια περνούν, άλλα πρασινόμαυρα τά πιό κοντινά — άλλα αχνά καί μαβιά — τά πιό μακρινά. Κι ανάμεσά τους κι αποπάνω λίγα συννεφάκια περπατούν αργοκίνητα καί ήρεμα. ’Έτσι φράσαμε ένα βραδάκι στήν Κόπραινα, πούνε τό λιμάνι τής Άρτας, ή «σκάλα» της, όπως τή λένε. Καμιά δεκαριά σπίτια είναι ξαπλωμένα πλάι στο γιαλό. Ερημιά πλακώνει όλα γύρω. Καί αντίκρυ πέρα φαίνονται μερικά βουνά. Λίγο πιό πέρα από τήν Κόπραινα, κοντά στήν παραλία εκτείνεται μιά ήρεμη λίμνη. Είναι ή λίμνη τού Μενιδιού. Πρός τό μέρος εκείνο είναι κι άλλο λιμάνι, μά σπάνια τά βαπόρια πιάνουν εκεί. Λίγες βάρκες, πού τίς κυβερνούσαν ηλιοκαμένοι βαρκάρηδες μέ μικρά μαύρα σκουφάκια στό κεφάλι, μάς έβγαλαν στήν παραλία τήν ώρα πού νύχτωνε. Καί καθώς έπεφτε ή νύχτα, ή μοναξιά γινότανε βαριά, πένθιμη… ‘Η δύση είχε άφθονα κόκκινα χρώματα. Έπειτα ό ουρανός γίνηκε πρασινωπός καί κατόπι τό σκοτάδι τάσβησε όλ’ αύτά. Ερημιά γύρω απλώθηκε. Καμιά φωνή δέν ακουγότανε, παρά μονάχα λίγα σκυλιά πού αλυχτούσανε μακρυά κι’ οί γρύλοι μέ τό μονότονο γρίλισμά τους: γρίλ – γρίλ – γρίλ! Τό περίεργο είναι πού δέν μπορούσαμε νά καταλάβουμε πού ήταν κρυμμένοι, από πού ερχόντανε ή φωνή τους….”(Φ. Γιοφύλλης & Ν. Έλατος , ΣΚΟΥΦΑΣ, τχ. 66 – 67, 1983)

Στη φωτογραφία το “Επιβατικό πλοίο ΕΛΒΙΡΑ” (Η φωτογραφία είναι από το αρχείο Γ. Ποταμιάνου, όπως δημοσιεύτηκε στο Λεύκωμα ΚΟΠΡΑΙΝΑ του Ε. Ιντζέμπελη, Άρτα, 2008)

Δημοσιεύθηκε στη Ο Αμβρακικός και τα λιμάνια του | Σχολιάστε