16 ΜΑΙΟΥ 1960 : ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΟΥ ΖΕΥΓΟΥΣ ΣΤΗ ΣΚΟΥΛΗΚΑΡΙΑ

———————
Στιγμιότυπο από την άφιξη του Βασιλικού ζεύγους στην απρόσιτη τότε και ορεινή Σκουληκαριά από το αρχείο του Β. Σκαρώνη. Η εικόνα της περιοχής και των κατοίκων εκείνη την εποχή ήταν τραγική. Διαβάζουμε στο βιβλίο ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ – ΜΗΤΣΙΟΥ ΤΡΙΜΠΟΥ (H. Μπάκος, Αθήνα, 2021): “…….Το 1957, Μάη μήνα ο Μητροπολίτης Άρτης Ιγνάτιος ο Γ΄ επισκέφτηκε το Ραδοβύζι και σε γειτονικό χωριό της Σκουληκαριάς ετέλεσε θεία λειτουργία. Ο ναός του χωριού δεν είχε Δεσποτικό και ζήτησε αντ’ αυτού μια καρέκλα. Όμως καρέκλα ή κάθισμα δεν υπήρχε ούτε στην εκκλησία, ούτε στο σπίτι του Δάσκαλου και του Παπά της ενορίας, έτσι αντί για καρέκλα έφεραν στον Δεσπότη ένα σαμάρι για να καθίσει. Η τραγική αυτή εικόνα, ύστερα από παρέμβαση του Μητροπολίτη έφτασε και στα Ανάκτορα. Κατόπιν αυτού οι Βασιλείς Παύλος και Φρειδερίκη επισκέφτηκαν το Ραδοβύζι για προσωπική θεώρηση της αθλιότητας της ζωής των κατοίκων και για απότιση φόρου τιμής στη Σκουληκαριά, την γενέτειρα του Καραισκάκη. Ακόμη και τότε, το 1960, στην Σκουληκαριά δεν υπήρχαν ούτε καρέκλες, ούτε μια τουαλέτα ή άλλοι βοηθητικοί χώροι σε κανένα απολύτως σπίτι, ούτε καν στο σπίτι του Προεστού Κοινοτάρχη.”
(Πηγή φωτογραφίας : ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ ΓΕΝΕΤΕΙΡΑ, Ν. Ντασκαγιάννη, Αθήνα, 2009) 

Δημοσιεύθηκε στη Τα Ραδοβίζια και τα χωριά τους | Σχολιάστε

ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΑΓΟΡΑΠΩΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΣΚΟΥΛΗΚΑΡΙΑ ΤΟΥ 1884, ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΣΑ ΑΒΡΑΑΜ ΚΑΡΑΚΕΧΑΓΙΑ

———————————-
“Το εκδιδόμενον συμβόλαιον ευρίσκεται μεταγεγραμμένον εις τον Α’ τόμον των βιβλίων μεταγραφών του τέως Δήμου Ηρακλείας της Επαρχίας Άρτης και υπ’ αυξ. Αριθ. 49. Τούτο φέρει τον αριθμόν 2502. Εγένετο εν Άρτη τη 4η Αυγούστου του 1884 ενώπιον του συμβολαιογράφου Άρτης Κ. Ι. Βάλλα μεταξύ του Κιρκόρ Καρπεγκιάν, ως εκπροσώπου του Αβραάμ Πασά Καρακεχαγιά και των κατοίκων του χωριού Σκουληκαριάς (νυν και Κλειδίου). Ούτοι συνεφώνησαν, συνωμολόγησαν και συναπεδέχθησαν την παρά του πρώτου προς τους δευτέρους πώλησιν του χωρίου Σκουληκαριάς, περιέγραψαν λεπτομερώς τα όρια αυτού και την έκτασιν, η οποία ανέρχεται κατά τους εις τας χείρας του πωλητού 662 τίτλους (ταπία) εις 15.523 στρέμματα. Η έκταση αυτή επωλήθη αντί τιμήματος 1000 Οθωμανικών χρυσών λιρών. Επειδή οι αγορασταί δεν ηδύναντο να καταβάλουν την αποπληρωμήν του ως άνω τιμήματος, κατέβαλον αμέσως τας 200 χρυσάς λίρας και το υπόλοιπον τίμημα συνεφώνησαν όπως καταβληθή εις πέντε ίσας δόσεις των 160 λιρών εντός τριών ετών υπό τους ακολούθους επαχθείς όρους
α) Της αλληλεγγύου και εις ολόκληρον εκάστου των αγοραστών ευθύνης
β) Της παραιτήσεως τούτων πασών των ενστάσεων διαιρέσεως, διζήσεως και αποζημιώσεως εν περιπτώσει τρίτου εκνικήσεως.
γ) Της μη ευθύνης του πωλητού δι’ ελλιπή ή εσφαλμένην έκτασιν του πωληθέντος, και
δ) Της παρακρατήσεως εκ μέρους του πωλητού της κυριότητος επί του πωληθέντος, μέχρι εντελούς αποπληρωμής του τιμήματος.
Η μεταγραφή εγένετο συγχρόνως με την αποπληρωμήν* του όλου τιμήματος την 1ην Μαίου 1887 εις Βελεντζικόν Άρτης, διοικητικόν κέντρον της περιοχής Δήμου Ηρακλείας, ανήκον εις την ελευθέραν Ελλάδα από τα τέλη του Φεβρουαρίου του 1878.
*Σύμφωνα με τον αείμνηστο Ι. Τσιρογιάννη, γιατρό και κάτοικο της Σκουληκαριάς οι αγοραστές δεν μπόρεσαν να καταβάλουν όλο το ποσό εντός του συμφωνηθέντος χρονικού ορίου και ως εκ τούτου ήλθε αρωγός η Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Σκουληκαριάς, η οποία πούλησε το υπό την κυριότητά της αγρόκτημα στην Κόπραινα Άρτης αντί 600 λιρών, τις οποίες διά των αγοραστών κατέβαλε στον πωλητή.”

Στη φωτογραφία η “Πρώτη σελίδα του εν λόγω Συμβολαίου”. Στα σχόλια που ακολουθούν μπορείτε να διαβάσετε όλες τις υπόλοιπες σελίδες. Στο τελευταίο σχόλιο υπάρχει η πρώτη σελίδα του αυθεντικού χειρογράφου.
(Πηγή : ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΝ ΑΓΟΡΑΠΩΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΣΚΟΥΛΗΚΑΡΙΑΣ ΑΡΤΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΑΥΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΣΑ ΑΒΒΡΑΑΜ ΚΑΡΑΚΕΧΑΓΙΑ (1884), Ηλία Μπάκου, Αθήναι 1976.
Ευχαριστούμε πολύ τον Καθηγητή κ. Ηλία Μπάκο για τα βιβλία καθώς και τις ανέκδοτες σημειώσεις του που μας απέστειλε και αφορούν την περιοχή του Ραδοβυζίου, στοιχεία τα οποία θα δημοσιεύσουμε εν καιρώ)

Δημοσιεύθηκε στη Το αγροτικό ζήτημα στην περιοχή της Άρτας | Σχολιάστε

ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΑΡΤΗΣ, 1968 – Μάιος

—————

Πανηγυρισμοί για την άνοδο της Αναγέννησης στη Β’ Εθνική. Ο θρυλικός Κώστας Σωτηριάδης (Κωστάρας – Διεθνής του Πανιωνίου) στα χέρια των Άσσων Δ. Χουλιάρα, Χρ. Κουτσογιώργου, Σωτ. Πέτσα, Χρυσαν. Τσιάφη, Δημ. Σιακούφη, Χρυσοστ. Τσίτσικα, Γιαν. Σιαπλαούρα, Νικηφ. Κοντογιώργου, Κ..Γ. Σακκά και Α. Β. Σακκά.
(Φωτο & Παρουσίαση Κ. Μπανιάς)

Δημοσιεύθηκε στη Η ομάδα της Αναγέννησης | Σχολιάστε

1937 : ΠΑΝΑΜΒΡΑΚΙΚΟΣ – ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

———————
Μια ακόμη υπέροχη φωτογραφία του Δ. Ν. Μητσιάνη. Άξιο προσοχής ο άδειος λόφος της Περάνθης στο βάθος. Μπορείτε να διαβάσετε όλα τα ονόματα στο πρώτο σχόλιο.
(Αρχείο &Παρουσίαση Κ. Μπανιάς)

Δημοσιεύθηκε στη Η ομάδα του Παναμβρακικού | Σχολιάστε

Η ΠΗΛΟΠΛΑΣΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΡΤΑ – ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΝΟΥΣΗΣ (2ο μέρος)

————————–
“Ο γιος του Σπύρου Μανούση, ο Βασίλης, κληρονόμησε και το καλλιτεχνικό ταλέντο και τη σωματική δύναμη. Γύρω στα 1886 βρισκόταν με δικό του εργαστήρι στην οδό Παντοκράτορος, αρ. 17-19 (τώρα έγινε πολυκατοικία). Ο Βασίλης δίδαξε την τέχνη και στους δύο γιούς του, τον Δημήτρη και τον Δαμιανό. Γύρω στα 1915 δούλευε ο καθένας με δικό του καμίνι κοντά στη Μητρόπολη και έβγαζαν όλα τα είδη της κεραμικής, χωρίς πολλά πλουμίδια. Οι στάμνες ήταν αγυάλωτες και τα επιτραπέζια σκεύη είναι περασμένα με σκούρο κεραμιδί γυάλωμα, όπως συνήθιζε και ο πατέρας τους Βασίλης. Οι δύο αδελφοί ήταν οι τελευταίοι πηλοπλάστες της Άρτας. (Μια από τις αιτίες που έκλεισαν τα εργαστήριά τους οι Μανούσηδες ήταν η μεγάλη φορολογία που τους επέβαλε το κράτος για τον πηλό που έπαιρναν από τον ποταμό). Ο Δαμιανός Μανούσης είχε διηγηθεί ακόμα (πέθανε το 1975) πως τον πηλό τον προμηθεύονταν κι αυτός και οι πρόγονοί του από τον Άραχθο ποταμό: «Όταν ερχόταν η κατεβασιά στο ποτάμι, μέσα στα βαράγγια (κοιλώματα) άφηνε πολλή λάσπη – το θόλωμα – και κάτω καθόταν η άμμος. Όταν άρχιζε η ζέστη και χανόταν το νερό, το θόλωμα σκιζόταν σε κομμάτια του μισού ή ενός μέτρου. Τότε με ευκολία το γυρίζαμε, βγάζαμε την άμμο, το σηκώναμε και αφού το βάζαμε σε μια δεξαμενή με νερό, γινόταν πάλι λάσπη. Το πατάγαμε με τα πόδια για να ζυμωθεί, έπειτα λίγο – λίγο το χτυπάγαμε και τότε γινόταν γλυνό σα βούτυρο». Ο ποταμίσιος αυτός πηλός δεν άντεχε για σκεύη της φωτιάς. Κρατούσε όμως δροσερό νερό μέσα στα μπότια. Γι’ αυτό και τα τσουκάλια της μαγειρικής τα προμηθεύονταν η Άρτα από τη Σίφνο. Για το χρώμα που άλειφαν τα κεραμικά, διηγιόταν ο Δαμιανός πως από παράδοση το έφτιαχναν μόνοι τους. Πήγαιναν στα εργαστήρια των χαλκωμάτων και έπαιρναν τη σκουριά που έπεφτε σ’ ένα σκαφίδι καθώς έτριβαν τα χαλκώματα. Ύστερα την ανακάτωναν με μολυβδόχωμα και έβγαινε αυτή η πράσινη μπογιά. Το μολυβδόχωμα το έτριβαν λεπτό σαν αλεύρι. Μ’ αυτό ανακάτωναν και άλλα χρώματα και έδινε την «αιωνιότητα» στα κεραμικά. Λέγεται πως το 1925-1940 δούλευε και άλλος πηλοπλάστης στην Άρτα, ο Πανταζής Βαγγέλης, φερμένος από την Κέρκυρα. Είχε το εργαστήρι του στην οδό Μαξίμου Γραικού. Ποτέ όμως δεν ήταν «φτασμένος» στην τέχνη του. Στην κατοχή έφυγε κυνηγημένος στην Κέρκυρα όπου και πέθανε. Μιλούνε και για άλλο καμίνι που λειτουργούσε στην Άρτα παλιά, του Πέτα, που έβγαζε μόνο τούβλα χειροποίητα. Τώρα τούβλα βγάζει ένας απόγονος των Μανούσηδων, γιος του Δημήτρη, ο Τηλέμαχος. Ακόμα λέγεται πως «παλιά, κάποιοι Φράγκοι είχαν έλθει στην Άρτα και άνοιξαν κεραμικό εργαστήρι κοντά στη σημερινή οδό Ζάρα». Πότε ήλθαν και αν ήλθαν ξένοι τεχνίτες μένει άγνωστο, άγνωστα και τα κεραμικά τους. Μερικά από τα κεραμικά που διασώζονται σε ιδιωτικές συλλογές στην Ήπειρο, πρέπει να χρονολογούνται μέσα στον 19ο και 20ο αιώνα. Ίσως μάλιστα να είναι Αρτινά και να πλάστηκαν στα εργαστήρια που δούλευαν οι τρεις γενιές των Μανούσηδων. Η υπόθεση αυτή βασίζεται σε χαρακτηριστικά της διάπλασης του κορμιού τους. Έχουν κοινά χαρακτηριστικά με παλιότερα κεραμικά, που βρέθηκαν σε ανασκαφικές έρευνες στη γη της Άρτας. Ο πρώτος Μανούσης διδάχθηκε και επηρεάστηκε από Κερκυραίους κεραμιστές αλλά παράπλευρα πρέπει να συνέχισε και αυτός και οι απόγονοί του προγενέστερους ντόπιους τύπους σε κεραμικά καθημερινής χρήσης, που ήταν και η ειδικότητά τους. Π.χ. ο ευρύς και κάθετος λαιμός στις φραγκούλες, η κίνηση των λαβών, ο στενός λαιμός και στόμιο στις στάμνες, η καμπύλη κίνηση της προχοής στα σταμνάκια του νερού ή του λαδιού, ακόμα και ο πλαστικός κόμπος που δένει την προχοή στα λαγίνια. Η διακόσμηση όμως των κεραμικών στον 19ο και 20ο αιώνα διαφέρει από τα παλιότερα ριζικά. Μέχρι τον 18ο αιώνα στην Άρτα η διακόσμηση ακολουθούσε τους δύο βυζαντινούς τρόπους, τον χαραχτό και τον ζωγραφικό. Όπως και τα χρώματα ήταν τα παραδοσιακά, το πράσινο και της ώχρας, σε πλούσια θέματα. Από τον 19ο αιώνα η διακόσμηση γίνεται μόνο με χοντρές χρωματιστές πινελιές που δεν ακολουθούν ένα συγκεκριμένο θέμα αλλά πάνω στο λευκό κάμπο, στολίζουν το κεραμικό με την απλοϊκή κίνηση των χρωμάτων ή με απλές γραμμωτές ζώνες. Πάνω από τη διακόσμηση όμως όλα έχουν το παραδοσιακό γυάλωμα. Τα μονόχρωμα – λαδοπράσινα, καστανόχρωμα ή σκούρα κεραμιδόχρωμα – καλύπτονται και αυτά με γυάλωμα και σε μερικά η κοιλιά τους έχει λεπτές αδιόρατες αυλακιές. Άλλα μένουν αχρωμάτιστα και χωρίς γυάλωμα. ……….”
(Πηγή : Άρθρο της Αγγελικής Χαριτωνίδου στο Περιοδικό ΕΚΦΡΑΣΗ, τχ. 1,Οκτώβριος 2015, Άρτα απ’ όπου και η σχετική φωτογραφία)

Περισσότερες πληροφορίες για την Κεραμική Τέχνη από την Άρτα μπορείτε να διαβάσετε στο Φυλλάδιο του Μουσείου Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών στο σύνδεσμο https://culture.gov.gr/…/EFA_ARTAS_Filadio_epta…

Στη φωτογραφία ο ηλικιωμένος με την τραγιάσκα είναι ο Δημήτριος Μανούσης. Δεξιά του ο γιός του Τηλέμαχος. Στο αριστερό άκρο ο Χρήστος Ζουμπούλης (Πηγή : ΑΡΤΗΝΗ ΕΥΘΥΝΗ, τχ.118, 1999) 

Δημοσιεύθηκε στη Λαογραφικά και άλλα | Σχολιάστε

Η Νεολαία των Μελισσουργών…

1953 : Η Νεολαία των Μελισσουργών στην Παναγιά. Όρθιοι ήταν η «παλιά σειρά» του 1930. Στην κάτω σειρά οι Νέοι….. Όλα τα ονόματα στο πρώτο σχόλιο.
(Φωτο από αρχείο Σοφίας Γ. Καραβασίλη, Παρουσίαση Κ. Μπανιάς)

Δημοσιεύθηκε στη Αρτινά Πρόσωπα και Παρέες | Σχολιάστε

EΓΡΑΨΑΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗ…

————————
“Ο πρώτος άνθρωπος που επισκέφτηκα
μαζί με τον στρατηγό Ρός,
ήταν ο στρατηγός
Γεώργιος Καραϊσκάκης
από την Άρτα”.
Απόσπασμα από το ημερολόγιο του Κόμη Τζουζέπε Πέκκιο που εξιστορεί τις εντυπώσεις του και τους ανθρώπους που γνώρισε κατά την περιοδεία του στην Ελλάδα από τον Μάρτιο έως τον Ιούνιο του 1825.
Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο Λονδίνο όπου ζούσε, αμέσως με την επιστροφή του εκεί το ίδιο έτος.
Επιτέλους κυκλοφόρησε πάλι στα ελληνικά (πρώτη φορά το 1885), από τις εκδόσεις ‘λαβύρινθος’ σε μετάφραση Θαλή Ν. Καραγιαννοπούλου.
Και συνεχίζει ο Πέκκιο..
(Σημ: η συνάντηση έγινε στην Τρίπολη).
Καιγόμουν από περιέργεια να γνωρίσω αυτούς τους σκληροτράχηλους ορεσίβειους που αντί να μένουν με τους τούρκους, προτιμούσαν να μένουν με τα άγρια θηρία στη μοναξιά τους και στις καρδιές των βουνών.
Εμενε σε ένα ταπεινό κατάλυμα πέρα από την πύλη του Άργους.
..…….………………………………………..
Το δωμάτιο ήταν γεμάτο από στρατιώτες που κάποιοι από αυτούς δεν εγκατέλειπαν ποτέ τον αρχηγό τους ακολουθώντας τον παντού.
Ο Καραϊσκάκης ήταν επαγγελματίας κλέφτης πριν από την επανάσταση.
Ήταν μετρίου αναστήματος στεγνός στην όψη, με δαιμόνια έκφραση και πολύ ετοιμόλογος στις απαντήσεις του.
……………………………………………………..
Ο οικοδεσπότης μας με έναν αέρα ειρωνίας και με μεγάλη επιδεξιότητα, έκανε μία επίδειξη της ευγλωττίας του πάνω στα πιό ευαίσθητα σημεία.
…………………………………………………….
Παρατηρήσεις:
Ο Πέκκιο δεν πήγε για συνέντευξη όπως λανθασμένα πιστεύαμε μέχρι τώρα.
Στην Τρίπολη πήγε συνοδευόμενος από τον Γάλλο φιλέλληνα στρατηγό Ρός που γνώριζε ελληνικά και έκανε τις μεταφράσεις, στο πλαίσιο ταξιδιού του προς το Ναυαρίνο για να γνωρίσει τον ναύαρχο Κουντουριώτη που ήταν ο πρόεδρος της κυβερνήσεως.
Έμαθε πως βρίσκονται στην Τρίπολη προσωπικότητες του αγώνα και θέλησε να τους γνωρίσει.
Εκεί γνώρισε τον Δημήτριο Υψηλάντη και τον Κώστα Μπότσαρη.
Η αναφορά του για τον Καραϊσκάκη ως Αρτινό και ορεσίβιο ήταν από πληροφορίες που του έδωσαν προφανώς ο στρατηγός Ξύδης που τον προϋπάντησε ως αρχηγός της φρουράς και ο οποίος τον φιλοξένησε κιόλας αλλά και ο Δημήτριος Υψηλάντης τον οποίον επισκέφτηκε νωρίτερα.
Άρα είναι προφανές πως όλοι εκείνη την εποχή, γνώριζαν τον Καραϊσκάκη ως Αρτινό και βουνίσιο .
Δηλαδή, όλοι ήξεραν πως ήταν Σκουληκαρίτης.
Αφού δημοσιεύτηκε αμέσως την ίδια χρονιά αυτή η πληροφορία για την καταγωγή του, σημαίνει πως ήταν αληθινή.
Αλλιώς, ο ίδιος που ακόμα ζούσε, θα φρόντιζε να την διαψεύσει.
Και μην πεί κανείς πως ο Καραϊσκάκης δεν ήξερε Αγγλικά.
Ήξεραν πολλοί άλλοι Έλληνες που στελέχωναν το φιλελληνικό κομιτάτο του Λονδίνου οι οποίοι ενήργησαν για το πρώτο δάνειο της Αγγλίας και παρακολουθούσαν πολύ στενά ότι γράφονταν και ότι λέγονταν στην Αγγλία.
Προφανώς, και αυτοί γνώριζαν την καταγωγή του Καραϊσκάκη και δεν βρήκαν τίποτα το μεμπτόν στο ημερολόγιό του.
(Ευχαριστούμε τον κ. Δημήτρη Κραμπή (@Δημήτρης Κραμπής) για τον σχολιασμό…..

Δημοσιεύθηκε στη Γεώργιος Καραϊσκάκης | Σχολιάστε

Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ

——————–
“Τα βασικά προβλήματα πού απασχολούσαν τούς κατοίκους τής πόλης μας κατά την διάρκεια τού πρώτου καλοκαιριού τής κατοχής, ήταν ή επισκευή τών σπιτιών τους καί ή εξασφάλιση τροφίμων. Καί τότε ό πληθυσμός χωρίστηκε σέ δυό κατηγορίες. Στήν πρώτη — τών εχόντων —ανήκαν οί κτηματίες πού φύτεψαν τά κτήματά τους μέ καλαμπόκι καί εξασφάλισαν έτσι τό ψωμί του σπιτιού τους καί ταυτόχρονα καί μέσο ανταλλαγής καί οί έμποροι πού είχαν αποθέματα εμπορευμάτων πού κρυφά τά αντάλλασσαν μέ τρόφιμα καί στήν δεύτερη — τών μή έχόντων — ανήκαν οί δημόσιοι υπάλληλοι, οί συνταξιούχοι καί οί έργάτες. Ο πληθωρισμός προχωρούσε μέ ραγδαίο ρυθμό μιά καί οί Ιταλοί είχαν εκδόσει δικό τους νόμισμα γιά χρήση τών στρατευμάτων τους, πού είχε τήν ίδια αγοραστική δύναμη μέ τό Ελληνικό, καί μέ τόν τρόπο αυτόν εξασφάλιζαν τήν ανέξοδη διατροφή τού στρατού τους σέ βάρος τού υπόδουλου πληθυσμού. Ή έντονη παρουσία τής Ιταλικής κατοχής εκδηλώνονταν κάθε απόγευμα μέ τό κατέβασμα τής Ιταλικής σημαίας άπό τό φρουραρχείο. Λόχος Βερσαλιέρων απέδιδε τιμές, ενώ μόλις ή σάλπιγγα ηχούσε «προσοχή» όλοι όσοι περπατούσαν στήν οδό Σκουφά, τήν ώρα εκείνη, έπρεπε νά σταθούν προσοχή, άν δέν ήθελαν νά κακοποιηθούν από τούς μελανοχίτωνες πού στέκονταν σέ κάθε γωνιά του δρόμου. Από τά μέσα τού καλοκαιριού τού 41 άρχισαν νά έρχονται στήν πόλη μας καί νέοι κάτοικοι. Οί περισσότεροι ήταν αξιωματικοί τού Ελληνικού Στρατού πού είχαν αποστρατευτεί καί κατάγονταν από τήν Άρτα ή είχαν γυναίκες αρτινιές ή δημόσιοι υπάλληλοι, ακόμα καί δικαστικοί, πού πέτυχαν μετάθεση στήν Άρτα , μέ τήν ελπίδα ότι κοντά στούς συγγενείς τους θά βρίσκαν βοήθεια γιά νά λύσουν τό πρόβλημα τού επισιτισμού τών οικογενειών τους. Η παρουσία τών νέων αύτών κατοίκων έκανε ακόμα πιό δύσκολο τό πρόβλημα τής στέγης, πού ήταν ήδη οξύ υστέρα από τούς βομβαρδισμούς. Έτσι πέρασε τό καλοκαίρι καί ήρθε τό φθινόπωρο καί μαζί μέ αυτό καί ή μεγάλη πείνα. Μάταια, οί, κάτω άπό Ιταλικό έλεγχο, Ελληνικές αρχές, προσπαθούσαν μέ τό παρακράτημα τού 10% στά αγροτικά προϊόντα, νά σχηματίσουν αποθέματα γιά τήν δημιουργία συσσιτίων γιά τούς μαθητές καί τούς υπαλλήλους. Οί παραγωγοί μηχανεύονταν χιλιάδες τρόπους γιά νά καταστρατηγήσουν τίς σχετικές διατάξεις καί νά κρύψουν τά τρόφιμα, μιά καί ή ύπαρξη τροφίμων στίς αποθήκες τους τούς εξασφάλιζαν τά μέσα γιά τήν διαβίωσή τούς. Οί Αρτινοί πού δέν είχαν κτήματα υποχρεώθηκαν νά καταφύγουν στά χωριά καί νά αγοράζουν, όσο-όσο, ότι τρόφιμο βρίσκαν. Αλλά τά χρήματα δέν είχαν πιά καμμιά αξία καί έτσι υποχρεώθηκαν νά κάνουν ανταλλαγή είδος μέ είδος. Πολλές οικογένειες αντάλλαξαν τά κοσμήματά τους αντί πινακίου φακής, ενώ άλλες αναγκάστηκαν νά πουλήσουν αστικά ακίνητα γιά νά ζήσουν. Αλλά δέν αντιμετώπιζαν τό φάσμα τής πείνας μονάχα οί Αρτινοί. Χιλιάδες κάτοικοι τών γύρω πόλεων ήρθαν στόν κάμπο τής Άρτας καί πρόσφεραν ότι είχαν καί δέν είχαν γιά λίγο καλαμπόκι. Προίκες, έπιπλα, ρούχα επίσημα, ανταλλάχτηκαν μέ τρόφιμα, τρόφιμα πού ήταν δύσκολο νά μεταφερθούν. Γιατί εκτός από τήν διαταγή ότι απαγορεύονταν ή εξαγωγή από τήν Άρτα τροφίμων βάρους περισσότερο από 5 οκάδες καί τά μεταφορικά μέσα ήταν σχεδόν ανύπαρκτα. Τά κινούμενα μέ αέριο αυτοκίνητα (γκαζοζέν) ήταν ελάχιστα, ενώ, σπάνια, βρίσκονταν ζώα, γιά νά κινήσουν τά κάρα. Μοναδικό μέσο μεταφοράς σέ μεγάλες αποστάσεις ήταν ή αουτοκοριέρα, πού περνούσε δυό φορές τήν εβδομάδα από τήν πόλη μας καί σταματούσε γιά λίγο στόν σταθμό ελέγχου τών διοδίων. Η αυτοκοριέρα ήταν μιά φάλαγγα στρατιωτικών αυτοκινήτων πού ξεκινούσε από τά Τίρανα, σταματούσε στήν Αυλώνα καί τά Γιάννενα καί έφθανε στήν Αθήνα μεταφέροντας υλικά γιά τά Ιταλικά στρατεύματα κατοχής. Η μεταφορά ιδιωτών καί εμπορευμάτων μέ τά αυτοκίνητα αυτά ήταν απαγορευμένη, όμως παρά τήν απαγόρευση αυτή, πολλές φορές οί Ιταλοί στρατιώτες πού τήν συνόδευαν, επέτρεπαν τήν επιβίβαση καί Ελλήνων στά αυτοκίνητα αυτά, όχι βέβαια χωρίς αντάλλαγμα. Οί άνθρωποι πού είχαν έρθει από τίς άλλες πόλεις γιά νά αγοράσουν τρόφιμα από τόν κάμπο τής Άρτας, τρόφιμα πού δέν είχαν μέσο νά τά μεταφέρουν στόν τόπο τους, περίμεναν ολόκληρες μέρες καί νύκτες γύρω από τά πόστα ντι μπλόκο, προσφέροντας τό παν γιά νά τούς επιτραπεί ή επιβίβαση στά Ιταλικά αυτοκίνητα.” (Πηγή : Άρθρο του Στράτου Πατσαλιά στο περιοδικό ΣΚΟΥΦΑΣ, Τόμος Ζ’, τχ. 64-65, Ιούνιος 1983)

Στη φωτογραφία “1941 – Μεικτό Δημοτικό Σχολείο Κομποτίου. Η δασκάλα Ειρηνούλα Παπαπέτρου, σύζυγος του δασκάλου Βασιλείου Τζουμάκα, διανέμει συσσίτιο στους μαθητές, στο πρώτο έτος Κατοχής από τους Γερμανοιταλούς (Πηγή : “Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΤΑ 1881-1941”, Κ. Τσιλιγιάννης, AΘΗΝΑ, 2013) 

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στην κατοχή και την Αντίσταση | Σχολιάστε

29 Οκτωβρίου 1940

Ο Γεώργιος Ζέρβας, Μαιευτήρας- Γυναικολόγος, Επίατρος (Τ/ρχης) Εφέδρων ( αργότερα διατηρούσε την φημισμένη μαιευτική κλινική στην Άρτα ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ) και ο Χριστόφορος Τσαντούλας από τον Ωρωπό Πρεβέζης, Λοχαγός (Ιατρός) Εφέδρων, Υγιεινολόγος. Ο συγκεκριμένος είχε φέρει το 1929 από το Παρίσι τα ψαράκια «Γκαμπούδας» το οποία έριξε στο Βάλτο της περιοχής για να τρώνε τις προνύμφες κουνουπιών.
(Φωτο από αρχείο Ανδρέα Γ. Ζέρβα – Πληροφορίες και παρουσίαση Κ. Μπανιάς)

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στην κατοχή και την Αντίσταση | Σχολιάστε

Η ΜΟΝΗ ΚΗΠΙΝΑΣ

“….Αύτη η Μονή ωκοδομήθη, εν έτει Α.Κ.Κ.6730, ήτοι Α.Χ. 1212 υπό τινος Αρχιεπισκόπου Γρηγορίου, εντός βαθέως μονολίθου σπηλαίου αξίου όντος επισκέψεως και παρατηρήσεως, ης η μικρά μεν αλλά λίαν κανονική και ωραία Εκκλησία, λατομηθείσης της πέτρας κανωνικώτατα, φαίνεται ότι ιδίως εκτίσθη υπό κτιστών. Έξω δε αυτής προς το αριστερόν μέρος υπάρχει πύλη τις, ήτις περικλείει βαθύτατον σπήλαιον, εις όπερ προ τινων ετών, η ο εν Πρεβέζης πρόξενος της Αγγλίας κ. Σάνδερ, ή ο εν Ιωαννίνοις κ. Στούαρτ, εις δηλονότι εκ των δύω, ακολουθήσας την προς τον Θησέως συμβουλήν της Αριάδνης εισήλθε περιπατήσας εν φωτί λαμπάδος ώρας τινάς, αλλά μη ευρών τέρμα του σπηλαίου και φοβηθείς επέστρεψε, τη βοηθεία του μίτου, όθεν εισήλθε. Γνωστοί ηγούμενοι αυτής εισίν, ο κτήτωρ Αγάπιος, Αρχιερεύς Γρηγόριος, Χρύσανθος, Διονύσιος, Αβέρκιος, Ιωαννίκιος, Δανιήλ, Καλλίνικος, Συμεών και ο ήδη Χρύσανθος Χουλιάρας….…..” (Πηγή : ΔΟΚΙΜΙΟΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ του Σεραφείμ Ξενόπουλου του Βυζαντίου, Εν Αθήναις, 1884)

Στη φωτογραφία “Η Μονή Κηπίνας κοντά στους Χρστούς. Το ναίδριο της μονής καταλαμβάνει επίμηκες σπήλαιο που ανοίγεται σε ορθοπλαγιά -1960ς” ( Φωτο & σχόλιο από το φωτογραφικό αρχείο του Απόστολου Βερτόδουλου, Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, Γιάννινα, 1995) 

Δημοσιεύθηκε στη Τα Μοναστήρια | Σχολιάστε