Μια και πρόσφατα έγινε κάποιος σχολιασμός στην ανάρτησή μας για τα Θεοδούλια των Αγνάντων σχετικά με την καταγωγή των κατοίκων όπως αναγράφονται στο οθωμανικό μητρώο TD 350 (από το έτος 1564/65), σας προτείνουμε να διαβάσετε το παρακάτω απόσπασμα για τα ιστορικά όρια της Ηπείρου καθώς και μια σύντομη πολιτισμική και ιδιαίτερα εθνολογική και γλωσσική αναφορά της συγκρότησής της, όπως καταγράφονται στο βιβλίο του Σ. Ευσταθίου με τίτλο “Μετοικεσίες Ηπειρωτών στην περιοχή της Θράκης”.
“Η Ήπειρος της οποίας το όνομα σημαίνει την εκτεταμένη και άνευ πέρατος ξηρά (εκ του α + πέρας = άπερος = ήπειρος) αναφέρεται ήδη από τον Όμηρο ως Απείρη, ενώ αργότερα ο Κλαύδιος ο Πτολεμαίος γράφει «Αρχέγονος Ελλάς Ήπειρος» τονίζοντας την ελληνικότητά της σε συνέχεια του Αριστοτέλη, ο οποίος αντίστοιχα αναφέρει « Ελλάς εστίν η περί την Δωδώνην και τον Αχελώον ην ώκουν οι Σελλοί και οι καλούμενοι τότε Γραικοί, νυν δε Έλληνες».
Τα αρχικά όρια της Ηπείρου μπορούν να ορισθούν από τον τόπο κατοίκησης των δωρικών εκείνων φύλων που επικράτησαν και μπορούμε να πούμε διαμόρφωσαν την φυσιογνωμία του ηπειρώτικου λαού. Έτσι ως δυτικό όριο θεωρείται αναμφισβήτητα το Ιόνιο πέλαγος και αντίστοιχα ανατολικό η οροσειρά της Πίνδου. Νότια, όπως αναφέρθηκε και από τον Αριστοτέλη αρχικά το όριό της έφτανε μέχρι των Αχελώο ποταμό αλλά αργότερα ο Αμβρακικός κόλπος αποτέλεσε μακραίωνα το αδιαμφισβήτητο πλέον νότιο σύνορό της. Τα προς βορρά όριά της παρουσιάζονταν από τα αρχαία χρόνια ασαφή, με τον Στράβωνα να τα τοποθετεί περί την Επίδαμνο (Δυρράχιο) και την Απολλωνία, κατά μήκος της Εγνατίας οδού. Κατ’ αυτόν τον τρόπο βόρειο όριό της θεωρείται πλέον ιστορικά ο ποταμός Γενούσος (Σκούμπης) ο οποίος αποτελεί το φυσικό διαχωριστικό ιστορικό όριο της Ηπείρου με την Αλβανία.
Τα ανωτέρω βεβαιώνει και ο ιστορικός Προκόπιος την περίοδο που Αυτοκράτορας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ήταν ο Ιουστινιανός (6ος αι.), περιγράφοντας τους κατοίκους των δύο ακτών της Αδριατικής, του Ιονίου κόλπου όπως την ονομάζει ως «…του δε κόλπου εκτός, πρώτοι μεν Έλληνές εισίν, Ηπειρώται καλούμενοι, άχρι Επιδάμνου πόλεως, ήπερ επιθαλασσία οικείται». Χρησιμοποιεί δε το όνομα Ηπειρώτες Έλληνες στους κατοίκους από το Δυρράχιο (Επίδαμνο) και νοτίως και αντίστοιχα το όνομα Ιλλυριοί, για τους κατοίκους του βορειότερου μέρους της χώρας, από το Δυρράχιο και πάνω. Από την κοιλάδα δε του Γενούσου και κάτω, υπήρχαν τα «Ηπειρωτικά έθνη», από τα οποία κατά τον Στράβωνα, με τα «Ιλλυρικά έθνη αναμέμικται», προέκυψαν οι Τόσκηδες, οι οποίοι «τοις Μακεδόσι μάλλον ομοιάζουσι, ένιοι δε και δίγλωττοί εισί», που μιλούσαν, δηλαδή, μαζί με την δωρική ελληνική γλώσσα και την γλώσσα των Ιλλυρίων, από το κράμα των οποίων προέκυψαν τα αρβανίτικα.
Αλλά και στα νεώτερα χρόνια Ευρωπαίοι ερευνητές καταλήγουν στα αντίστοιχα συμπεράσματα όπως ο Άγγλος γεωγράφος Stanford που από συγκριτική μελέτη, φιλολογική και γλωσσική, αλλά και από έρευνα του χαρακτήρα και των εθίμων τους, διέκρινε και έγραψε το 1877, ότι οι Τόσκηδες είχαν αρχαία ελληνική καταγωγή. Ο σύγχρονός του Γάλλος συγγραφέας Alfred Gilleron, έχοντας την ίδια άποψη έγραφε: «Η έως τον ποταμό Σκούμπη (Γενούσο) χώρα είναι απολύτως ελληνική». Αντίστοιχος και ο Berard που κατά το τέλος του 19ου αι. παρατήρησε ότι σε όλα τα πανδοχεία της χώρας έως το Ελμπασάν και το Δυρράχιον έβλεπε κρεμασμένες εικόνες των βασιλέων και του πρωθυπουργού της Ελλάδος Χαριλάου Τρικούπη….. Μπορούσε κανείς να ονομάση την χώρα των Τόσκηδων Ελληνική Αρβανιτιά». Τέλος χαρακτηριστική είναι η άποψη του Δόγη της Βενετίας Marco Barbarigo που σε αναφορά του το 1479 έγραφε : «Έλληνες και Αρβανίτες δεν είναι παρά ένας και μόνο λαός, που μισεί κάθε ξένο».
Βέβαια, εκτός από τον γεωγραφικό προσδιορισμό της Ηπείρου ιστορικά, είναι ανάγκη να προβούμε και σε μια σύντομη πολιτισμική και ιδιαίτερα εθνολογική και γλωσσική αναφορά της συγκρότησής της, ώστε να μπορούμε στην συνέχεια της έρευνας να κατανοήσουμε την έννοια των «Ηπειρωτών» κυρίως κατά την οθωμανική περίοδο. Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι με την οθωμανική κατάκτηση οι Ηπειρώτες υπέστησαν την ασφυκτική πίεση των βορείως του Γενούσου ποταμού ήδη εξισλαμισμένων πληθυσμών, με αποτέλεσμα πολλοί να εξαναγκαστούν να ασπαστούν το μουσουλμανικό δόγμα και αργότερα να εξαλβανιστούν.
Στο σημείο αυτό και για την ευκολότερη κατανόηση της συσχέτισης των εννοιών του Ηπειρώτη και Αρβανίτη που θα συναντήσουμε καθ΄όλη την έρευνα και την πιθανή «σύγχυση» που πολλές φορές θα παρατηρείται θα πρέπει να καταγράψουμε και να έχουμε υπόψη την άποψη του σπουδαίου Θρακιώτη, με ηπειρώτικη καταγωγή, ιστορικού Μυρτίλου Αποστολίδη ο οποίος σημειώνει χαρακτηριστικά « Οι Θρακοέλληνες καλούσιν τους Ηπειρώτας εν γένει, των οποίων πλείστοι είτε ομαδόν είτε σποράδην επώκισαν επί τουρκοκρατίς πολλαχού της Θράκης, Αρβανίτας (Αλβανούς) ως λαλούντας και την Αλβανικήν ή προερχόμενους εξ Αλβανίας…..Ωσαύτως Αρβανιτοχώρι…κωμόπολις συνοικισθείσα υπό Ηπειρωτών».
Κάτω λοιπόν από το ιστορικό, από βορρά, όριο της Ηπείρου, δηλαδή τον ποταμό Γενούσο, μπορούσε κάποιος σε γενικές γραμμές να συναντήσει σε αυτή ορθόδοξους ελληνόφωνους, ορθόδοξους αλβανόφωνους (Αρβανίτες), ορθόδοξους λατινόφωνους (Βλάχοι) και μουσουλμάνους αλβανόφωνους (Τσάμηδες, Οθωμανοί Κόνιτσας κ.τ.λ.)”. [Πηγή : ΜΕΤΟΙΚΕΣΙΕΣ ΗΠΕΙΡΩΤΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ, Σ. Ευσταθίου, Θεσσαλονίκη, 2023].
Μπορείτε να διαβάσετε την ανάρτηση για τα Θεοδούλια των Αγνάντων στο λινκ https://doxesdespotatou.com/ta-theodoylia-i-thodoylia-to-1564-65/
Στη φωτογραφία «Χάρτης με την ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Ηπείρου κατά Στράβωνα, σε σύγκριση με τα σύγχρονα όρια κρατών», από το ίδιο βιβλίο.