“…….Τελειώνοντας το διπλοκάγκελο αποσύρονταν οι γυναίκες και πολλοί άνδρες, διότι θα άρχιζε το τριβυτό στο οποίο έπαιρναν μέρος μόνο οι άνδρες που θα μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στο τρέξιμο και σε άλλα αγωνίσματα. Δύο άντρες του χωριού κρατούσαν χονδρά λουριά. Ένας στην αρχή του κύκλου και άλλος στο τέλος κι άρχιζε το τριβυτό τραγούδι:
«πέρασα απ ’ τη τζουκαριά
κι εδώ έσπερναν κουκιά
Έτσι τα σκαλίζανε και τα βοτανίζανε
πως το τρίβουν το πιπέρι οι διάβολοι καλόγεροι
με τη μύτη τριβυτό».
Εκείνη τη στιγμή ήταν όλοι υποχρεωμένοι να πλησιάσουν τη μύτη τους κάτω στη γη, κι αυτό το παρακολουθούσαν οι δυο αυτοί άντρες με το λουρί στο χέρι. Ύστερα ακουγόταν η στροφή του τραγουδιού:
«Για σκωθείτε παλικάρια
με σπαθιά και με χατζάρια».
Στο άκουσμα αυτής της στροφής του τραγουδιού ήτανε όλοι υποχρεωμένοι, όσοι ήτανε πιασμένοι στο χορό, να σηκωθούν και να πηδήξουν γρήγορα το εμπόδιο, το οποίο σχηματιζόταν από τους δυο άνδρες της μίας άκρης του χορού. Το ίδιο επαναλαμβάνονταν και από την άλλη άκρη του χορού. Και συνεχιζόταν το τραγούδι:
«τριβυτό μωρ ’ τριβυτό
πως το τρίβουν το πιπέρι
Με τον αγκώνα με το χέρι
οι διάβολοι καλογέροι».
Τη στιγμή αυτή ήτανε ακουμπισμένοι όλοι με τον αγκώνα για να τρίψουν το χώμα κάτω, διότι άγρυπνοι στα κεφάλια τους στέκονταν με τα λουριά στα χέρια οι δύο άντρες. Ύστερα ακουγόταν επόμενη στροφή:
«Για σκωθείτε παλικάρια
με σπαθιά και με χατζάρια»
Στο άκουσμα της στροφής αυτής, σηκώνονταν όλοι μαζί (αυτοί που χόρευαν) και πηδούσαν ακόμη μια φορά το εμπόδιο. Και έτσι τελείωνε το τραγούδι, διαλύονταν ο χορός ή κάποιοι συνέχιζαν το χορό με άλλα τραγούδια και χορούς ή φεύγανε για τα σπίτια τους σιγά – σιγά αφού πρώτα εύχονταν ένας στον άλλον υγεία και χαρά και προσδοκούσαν να είναι όλοι πάλι μαζί την επόμενη χρονιά για να ξαναγιορτάσουν το πανηγύρι στις 26 Ιουλίου. Λέγεται ότι με το τέλος του πανηγυριού, στα παλιά εκείνα χρόνια, ένας μεγαλόσωμος και γεροδεμένος άνδρας, που άκουγε στο όνομα Χρίστος Ντάκας, τραυματίας του πολέμου 1897 με διαμπερές τραύμα στα μάγουλα, σηκωνόταν με άλλα 15 -20 παλικάρια και έστηναν τον χορό με τους στίχους του παρακάτω τραγουδιού.
«Κίνησα να πάω στις στείρες
μου ‘ρθαν κι άλλες πέντε χήρες
πρώτα φιλώ τσανύπαντρες
κι ύστερα τις παντρεμένες
που ναι καλομαθημένες».
(Απόσπασμα από την Διπλωματική εργασία του Σπυρίδωνα Παπαγιώτη με θέμα «Οι Κουδαραίοι του χωριού Πράμαντα», ΤΕΦΑΑ, Παν. Θεσσαλίας, 2001)
Στη φωτογραφία στιγμιότυπο από το χορό του Τριβυτού στην Πράμαντα, από το ιστολόγιο της Chryssi Goldy στο Pinterest, πριν το 1960.