Τον 16ο αιώνα, επί Τουρκοκρατίας, η Άρτα παρουσίαζε τα χαρακτηριστικά μιας ανεπτυγμένης πόλης. Τα στοιχεία που ακολουθούν προέρχονται από το οθωμανικό καταγραφικό φορολογικό κατάστιχο (tahrir defteri) του έτους 972 Η. (1564 μ.Χ.), το οποίο παρέχει εξαιρετικά πλούσιες πληροφορίες για τη δημογραφική σύνθεση, την κοινωνική διάρθρωση και την οικονομική λειτουργία της πόλης κατά την πρώιμη αυτή περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας.
Σύμφωνα λοιπόν με την απογραφή που ολοκληρώθηκε τον Ρεμπιούλ-αχίρ του έτους 972 (Νοέμβριος 1564), υπήρχαν στην Άρτα τριάντα εννέα χριστιανικές συνοικίες με 1070 φορολογούμενα νοικοκυριά και 174 άγαμους (περίπου 5000-5500 άτομα). Σε δύο από αυτές τις συνοικίες κατοικούσαν ομάδες αποκαλούμενες «μελλάχ»* (ναυτικοί), οι οποίες πιθανόν εκτελούσαν υπηρεσίες ποτάμιας μεταφοράς μέχρι τον κόλπο, μέσω του ποταμού της Άρτας. Οι αναφερόμενοι «μελλάχ» ως ποταμίσιοι ναυτικοί δείχνουν οργανωμένες επαγγελματικές ομάδες και υποδομές υδάτινης συγκοινωνίας, κάτι που υποδηλώνει οικονομική λειτουργικότητα και στρατηγική γεωγραφική θέση της πόλης στο δίκτυο ποταμών και λιμανιών της ευρύτερης περιοχής.
Στην πόλη υπήρχαν επίσης πέντε εβραϊκές συνοικίες των οποίων ο ανδρικός πληθυσμός ανερχόταν σε 213 άτομα (συνολικά περίπου 700 άτομα). Τα ονόματα των συνοικιών έδειχναν από πού είχαν έρθει και εγκατασταθεί οι Εβραίοι (Κόρφου, Πούλια, Σικελία, Ισπανία κ.ά.). Η παρουσία των συνοικιών αυτών αντανακλά τα κύματα μετανάστευσης Σεφαραδιτών Εβραίων, ιδιαίτερα μετά το 1492 και τον διωγμό τους από την Ισπανία. Έτσι, εκτιμάται ότι ο συνολικός πληθυσμός της πόλης εκείνη την περίοδο έφτανε τους 5700-6200 κατοίκους. Η πόλη λοιπόν παρουσιάζει μια αρκετά ζωντανή κοινωνική δομή, ως πολυπολιτισμική και πολυθρησκευτική, με επικρατούσα τη χριστιανική παρουσία και σημαντική εβραϊκή μειονότητα.
Τριάντα δύο τσιφλίκια στην Άρτα ανήκαν σε μουσουλμάνους. Στο τεφτέρι δεν αναγράφονται μουσουλμανικές συνοικίες, πράγμα που σημαίνει ότι οι μουσουλμάνοι που κατοικούσαν στην πόλη εκείνο τον καιρό, εργαζόταν για λογαριασμό των κοινωφελών ιδρυμάτων όπως το Ιμαρέτ του Φαίκ Πασά και επομένως δεν πλήρωναν φόρους. (Να λάβουμε δε υπόψιν μας ότι ο εξισλαμισμός των τιμαριούχων χριστιανών (σπαχήδων) στην Ήπειρο επήλθε μετά το 1635). Στην πόλη υπήρχαν τριάντα μύλοι που ανήκαν σε δεκαπέντε άτομα, επτά δε από αυτούς ανήκαν στον Φαΐκ Πασά, ο οποίος, όπως είναι γνωστό, είχε σημαντικά βακούφια στην Άρτα. Η ύπαρξη 30 μύλων και σημαντικών βακουφικών εσόδων δείχνει έντονη γεωργική και παραγωγική δραστηριότητα.
Τα φορολογικά έσοδα της Άρτας, που ανέρχονταν σε 165.978 άσπρα** (akçe), είχαν αποδοθεί στον Μεγάλο Βεζύρη Σεμίζ Αλή Πασά*** . Η παραχώρηση των φορολογικών εσόδων στον Μεγάλο Βεζύρη αντανακλά το σύστημα τιμαριωτικής οικονομίας και κατανομής εσόδων του κέντρου προς υψηλόβαθμα στελέχη της διοίκησης. (Κείμενο : Α. Καρρά, Πληροφορίες : BA, TD, αρ. 350, σ. 8-27)
Σημειώσεις
*Μελλάχ: Στο παρόν κείμενο η λέξη δεν αναφέρεται στον γνωστό όρο για εβραϊκές συνοικίες στο Μαγκρέμπ (στο πλαίσιο του Μαγκρέμπ, η λέξη “μελλάχ” (melah) αναφέρεται παραδοσιακά στις εβραϊκές συνοικίες των μαροκινών πόλεων) αλλά φαίνεται να δηλώνει επαγγελματικές ομάδες ναυτικών ή ποταμίων μεταφορέων. Πιθανώς πρόκειται για μεταφθορά της λέξης melâh, από την αραβική/τουρκική λέξη για ναύτη.
**Άσπρο (akçe): Το κύριο αργυρό νόμισμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έως τον 17ο αιώνα. Η αξία του παρουσίαζε διακυμάνσεις ανά εποχή, αλλά χρησίμευε ως βασική μονάδα λογιστικής μέτρησης στους φορολογικούς καταλόγους (tahrir defterleri).
***Σεμίζ Αλή Πασάς (Semiz Ali Paşa): Οθωμανός μέγας βεζύρης (1561–1565), διακεκριμένος αξιωματούχος επί Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς. Το προσωνύμιό του Σεμίζ σημαίνει “εύσωμος”.
Στη φωτογραφία το πρώτο σκίτσο με πανοραμική άποψη της πόλης της Άρτας που σχεδίασε ο Γάλλος Louis–François Cassas το 1780, όταν πέρασε από την περιοχή. (Πηγή : “ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ LOUIS-FRANÇOIS CASSAS ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΤΑ ΤΟ 1780, Α. Καρρά, Άρτα, 2022) που μπορείτε να διαβάσετε εδώ
