Ο ΠΥΡΡΟΣ ΒΡΕΦΟΣ ΣΤΑ ΠΟΔΙΑ ΤΟΥ ΓΛΑΥΚΙΑ

Πίνακας της Angelika Kauffmann (17-18ος αιώνας) που απεικονίζει τον Πύρρο ως βρέφος στα πόδια του Γλαυκία και βρίσκεται στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βουδαπέστης.

Διαβάζουμε σχετικά : Οι συνεχείς πόλεμοι του Αιακίδη, πατέρα του Πύρρου, δυσαρέστησαν τους υπηκόους του, οι οποίοι οργάνωσαν κίνημα εναντίον του γύρω στο 316 π.Χ. Ο βασιλιάς οδηγήθηκε στην εξορία, ενώ οι πολιτικοί του σύμμαχοι βρήκαν το θάνατο. Ωστόσο μια ομάδα υποστηρικτών του πήραν νύχτα το μοναχογιό του, τον Πύρρο, και τον φυγάδευσαν από την πρωτεύουσα εν μέσω αντίξοων συνθηκών. Τελικά κατέληξαν στην Αυλή του ηγεμόνα των Ιλλυρίων, του Γλαυκία, όπου έβαλαν το νήπιο μπροστά του ζητώντας να το προστατέψει. Αρχικά ο Γλαυκίας, ήταν επιφυλακτικός καθώς διατηρούσε καλές διπλωματικές σχέσεις με τον εχθρό του παιδιού, τον Κάσσανδρο. Ωστόσο θεώρησε πως έλαβε θεϊκούς χρησμούς να προστατεύσει τον Πύρρο κι έτσι επέτρεψε στη γυναίκα του, Βερόη, να το αναθρέψει μαζί με τα δικά τους παιδιά. Όταν μάλιστα ο Κάσσανδρος του προσέφερε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό για τον Πύρρο αρνήθηκε να προβεί στην ανταλλαγή και τελικά, όταν εκείνος έγινε έντεκα ή δώδεκα ετών, τον αποκατέστησε στον θρόνο των προγόνων του.
Γράφει ο Πλούταρχος στους Βίους Παράλληλους : ‘Ἐπεὶ δὲ στασιάσαντες οἱ Μολοσσοὶ καὶ τὸν Αἰακίδην ἐκβαλόντες ἐπηγάγοντο τοὺς Νεοπτολέμου παῖδας, οἱ μὲν φίλοι τοῦ Αἰακίδου διεφθάρησαν καταληφθέντες, τὸν δὲ Πύρρον ἔτι νήπιον ὄντα καὶ ζητούμενον ὑπὸ τῶν πολεμίων ἐκκλέψαντες οἱ περὶ Ἀνδροκλείδην καὶ Ἄγγελον ἔφευγον, οἰκέτας ὀλίγους καὶ γύναια τιθηνούμενα τὸ παιδίον ἀναγκαίως ἐφελκόμενοι. καὶ διὰ τοῦτο τῆς φυγῆς γινομένης αὐτοῖς δυσέργου καὶ βραδείας, καταλαμβανόμενοι τὸ μὲν παιδίον ἐγχειρίζουσιν Ἀνδροκλείωνι καὶ Ἱππίᾳ καὶ Νεάνδρῳ, νεανίσκοις οὖσι πιστοῖς καὶ ῥωμαλέοις, ἀνὰ κράτος φεύγειν καὶ Μεγάρων ἔχεσθαι χωρίου Μακεδονικοῦ προστάξαντες, αὐτοὶ δὲ τὰ μὲν δεόμενοι, τὰ δ’ ἀπομαχόμενοι τοῖς διώκουσιν ἐμποδὼν ἦσαν ἄχρι δείλης ὀψίας………..Οὕτω δὲ σωθέντες καὶ φθάσαντες τὴν δίωξιν, εἰς Ἰλλυριοὺς παρεγένοντο πρὸς Γλαυκίαν τὸν βασιλέα· καὶ καθεζόμενον εὑρόντες οἴκοι μετὰ τῆς γυναικός, ἐν μέσῳ τὸ παιδίον ἐπὶ τῆς γῆς κατέθεσαν. ὁ δ’ ἦν ἐπὶ γνώμης, Κάσσανδρον δεδοικὼς ἐχθρὸν ὄντα τοῦ Αἰακίδου, καὶ σιωπὴν εἶχε πολὺν χρόνον βουλευόμενος. ἐν τούτῳ δ’ ὁ Πύρρος ἀπ’ αὐτομάτου προσερπύσας καὶ λαβόμενος τοῦ ἱματίου ταῖς χερσὶ καὶ προσεξαναστὰς πρὸς τὰ γόνατα τοῦ Γλαυκίου, γέλωτα πρῶτον, εἶτ’ οἶκτον παρέσχεν, ὥσπερ τις ἱκέτης δεόμενος καὶ δακρύων. ἔνιοι δέ φασιν οὐ τῷ Γλαυκίᾳ προσπεσεῖν αὐτόν, ἀλλὰ βωμοῦ θεῶν προσαψάμενον ἑστάναι πρὸς αὐτὸν περιβαλόντα τὰς χεῖρας, καὶ τὸ πρᾶγμα τῷ Γλαυκίᾳ θεῖον φανῆναι. διὸ καὶ παραυτίκα τὸν Πύρρον ἐνεχείρισε τῇ γυναικί, κελεύσας ἅμα τοῖς τέκνοις τρέφεσθαι, καὶ μικρὸν ὕστερον ἐξαιτουμένων τῶν πολεμίων, Κασσάνδρου δὲ καὶ διακόσια τάλαντα διδόντος, οὐκ ἐξέδωκεν, ἀλλὰ καὶ γενόμενον δυοκαίδεκα ἐτῶν καταγαγὼν εἰς Ἤπειρον μετὰ δυνάμεως βασιλέα κατέστησεν……’https://el.wikisource.org/…/%CE%A0%CF%8D%CF%81%CF%81%CE…

Δημοσιεύθηκε στην Αρτινοί ζωγράφοι και η Άρτα. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *