Η πομπή της Λιτανείας της Αγίας Θεοδώρας κάποια χρονιά τη δεκαετία του ’50, στην οδό Βασιλέως Πύρρου, λίγο πριν επιστρέψει πάλι στο Ναό. (Πηγή : Λεύκωμα ΠΡΟΤΑΣΗ, Άρτα, 1999)

Η πομπή της Λιτανείας της Αγίας Θεοδώρας κάποια χρονιά τη δεκαετία του ’50, στην οδό Βασιλέως Πύρρου, λίγο πριν επιστρέψει πάλι στο Ναό. (Πηγή : Λεύκωμα ΠΡΟΤΑΣΗ, Άρτα, 1999)

“Ως ενθύμιον από τον εορτασμόν της Αγίας Θεοδώρας του έτους 1955” Διακρίνονται οι μαθήτριες : Λέλα Ματσόκη, Νίκη Σφήκα, Καίτη Ρέπα, Μαρία Κολοβού και Λίτσα Σακελλαρίου. (Φωτο από αρχείο Λέλας Ματσόκη – Κοντοδήμα)

Μια ομάδα γυναικών προσκόπων στη Λιτανεία της Αγίας Θεοδώρας στο σημείο όπου η οδός Βασιλέως Πύρρου ανταμώνει την Πλατεία Κιλκίς και την οδό Σκουφά. Πιθανόν δεκαετία ’50. (Φωτο από αρχείο Τάκη Ζαρκαλή)

11 Μαρτίου 1948 – Συμμετοχή Προσκόπων στη Λιτανεία της Αγίας Θεοδώρας. Αρχηγοί : Γ. Μανόπουλος και Β. Γκογκάκης. Υπαρχηγός : Κόμπλιας. Ενωμοτάρχες : 1. Άγνωστος, 2. Ν. Κρεμπούνης, 3. Κ. Γελαδάρης, 4. Ι. Σανταλίδης. (Πηγή : Ο ΠΡΟΣΚΟΠΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΤΑ, Κ. Τσιλιγιάννης, Αθήνα, 2014)

Η αψίδα στο δρόμο για την εκκλησία της Αγίας Θεοδώρας, άνευ ημερομηνίας. Αν κρίνουμε από τα ρούχα των ατόμων που εικονίζονται, είναι μάλλον από τη δεκαετία του ’50. (Πηγή : Αρχείο Εθνικού Ιστορικού Μουσείου όπως δημοσιεύτηκε στο Λεύκωμα ΠΡΟΤΑΣΗ, Άρτα, 1999)

Η πρώτη πρώιμη φωτογράφηση των Βυζαντινών μνημείων της Άρτας έγινε από τον βυζαντινολόγο Γεώργιο Λαμπάκη στα τέλη του 19ου αιώνα (1896-1898). Η σειρά αποτελείται από 24 φωτογραφίες που φυλάσσονται στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών.Συγκεκριμένα απεικονίζουν το ναό της Παρηγορήτισσας (9 λήψεις),το ναό της Αγίας Θεοδώρας (8 λήψεις), το ναό του Αγίου Βασιλείου (3 λήψεις), τη μονή της Κάτω Παναγιάς (3 λήψεις) και το ναό της Βλαχέρνας (1 λήψη).
Ο κάτοχος του αρχείου Γεώργιος Λαμπάκης, υπήρξε ο γνωστός βυζαντινολόγος, που, με άλλους λόγιους της εποχής ίδρυσε το 1884 την Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία. Ως γραμματέας της Βασίλισσας Όλγας περιόδευε σε όλο τον ελλαδικό χώρο κι έτσι είχε την ευκαιρία να καταγράψει και να φωτογραφήσει ναούς, χειρόγραφα, κειμήλια κτλ. Στις διαδρομές του συνοδεύονταν από τον αδελφό του Ιωάννη, γνωστό φωτογράφο του 19ου αιώνα, ο οποίος είχε μάθει την τέχνη στη Βιέννη και σε αυτόν οφείλεται ένα μεγάλο μέρος του αρχείου του Γ. Λαμπάκη. Από τις μέχρι σήμερα γνωστές λήψεις των μνημείων της Άρτας, αυτές του Αρχείου Γ. Λαμπάκη θεωρούνται οι παλαιότερες. Περισσότερες πληροφορίες για το Αρχείο της Οικογένειας Λαμπάκη μπορείτε να διαβάσετε στον σύνδεσμο https://www.aol.org.gr/
Στη φωτογραφία “Ο Ναός της Αγίας Θεοδώρας” από τη Συλλογή Λαμπάκη (Πηγή : Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών, Αρχείο Λαμπάκη)

Ο Βυζαντινός Ναός της Παρηγορήτισσας σε φωτοκάρτα Αρτηνού φωτογράφου (ΦΩΤΟ – ΒΗΧΑ) την δεκαετία του ’50. (Φωτο από προσωπική συλλογή)

Στα τέλη της δεκαετίας του ’40 – Μια παρέα φαντάρων πάνω στο Γεφύρι της Άρτας στον Άραχθο ποταμό. (Φωτο από προσωπική συλλογή)

Αριστερά ο Λεωνίδας Γ. Σπαής, ανθυπολοχαγός του Ελληνικού Στρατού (σε ηλικία 22 ετών) και δεξιά ο Δημήτριος Ι. Σπαής, ανθυπασπιστής του Στρατού Β. Ηπείρου κατά τον Βορειοηπειρωτικό αγώνα το 1914. (Πηγή Φωτογραφίας : ΠΕΝΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ στην υπηρεσία του ‘Έθνους και της Δημοκρατίας, Λεωνίδας Σπαής, Αθήναι, 1970)

Είδαμε αυτές τις μέρες στην σελίδα του κ. Καπλάνη “Past in color – Χρώμα στο παρελθόν”, μια πολύ δυνατή επιχρωματισμένη φωτογραφία με έναν πατέρα που επισκέφτηκε τον γιό του στο μέτωπο στους Βαλκανικούς Πολέμους…..και θυμηθήκαμε μια βαθύτατα συγκινητική και θλιβερή ιστορία που διαβάσαμε στο βιβλίο του Λεωνίδα Σπαή “Πενήντα Χρόνια Στρατιώτης”, που διαδραματίστηκε την ίδια εποχή στο Μέτωπο της Ηπείρου, όπου ο πατέρας του συγγραφέα ακολουθούσε το στράτευμα, στο οποίο υπηρετούσαν οι δυο του γιοί….
“…….Εις την μάχην αυτήν (στη Μάχη στα Πεστά τον Οκτώβριο του 1912) εφονεύθη ο κατά δύο χρόνια μεγαλύτερος αδελφός μου Βασίλειος Σπαής, που υπηρετούσε εις τον 3ον λόχον του ιδίου Τάγματος με εμέ. Τον νεκρόν του βρήκε επί του πεδίου της μάχης το βραδάκι ο ίδιος ο πατέρας μου, που ακολουθούσε τα μεταγωγικά του Τάγματος, ενδιαφερόμενος για την τύχη των παιδιών του, του φονευθέντος και εμού. Βοηθούμενος παρ’ αγνώστου εις αυτόν χωρικού, τον ενταφίασε μαζί με άλλους δύο πρώτους εξαδέλφους μου, οι οποίοι είχαν φονευθεί εις το ίδιον μέρος, κοντά ο ένας από τον άλλο (ήταν εις την ίδια διμοιρία), φαίνεται δε ότι εφονεύθησαν από ριπήν πολυβόλου, κατά πάσαν πιθανότητα.
Κατά τις 8 το βράδυ της 29ης, ο πατέρας μου επεσκέφθη τον νέον λοχαγόν μου Σάρρον Κ. (ο πρώην λοχαγός μου Κωσταντόπουλος είχε τραυματισθή) και εζήτησαν να με ιδή. Όταν τον αντίκρυσα δίπλα εις τον λοχαγόν, άθελά μου έβαλα τα κλάματα, διότι από την λύπη που ήταν ζωγραφισμένη εις το πρόσωπο του πατέρα μου, κατάλαβα περί τίνος επρόκειτο, ότι δηλαδή ο Βασίλης είχε φονευθή. Ο λοχαγός μου, αφού μου είπε ολίγα λόγια παρηγοριάς, μου επέτρεψε να πάω να μείνω το βράδυ εκείνο με τον πατέρα μου εις το χωριό Πεστά, που απείχε περί τα δύο χιλιόμετρα, και να επιστρέψω το πρωί της επομένης.
Ποτέ δεν θα ξεχάσω την απαίσια νύχτα που πέρασα με τον πατέρα μου σ’ ένα σπίτι των Πεστών. Ο νοικοκύρης μας έφερε ολίγα φασόλια και λίγο ούζο. Παρά την επίμονη παράκλησί του και την προσπάθειά μου, εν τούτοις δεν κατώρθωσα ούτε μια μπουκιά να βάλω στο στόμα μου. Η κατάστασίς μου γινόταν πιο θλιβερή από το καταφανές δράμα που συνεκλόνιζε τον πατέρα μου, ο οποίος πέρασε όλη τη νύχτα χωρίς καθόλου να κοιμηθή, εκάπνιζε συνεχώς και αναστέναζε. Το πρωί επήγαμε μαζί εις τον τάφο του αδελφού μου και αφού εβάλαμε ένα ξύλινο σταυρό με το όνομά του, χωρίσαμε, χωρίς έκτοτε να τον ξαναδώ. Μετά από λίγους μήνες πέθανε από τη βαθειά θλίψι του και την ψυχική συντριβή του…. (Πηγή : ΠΕΝΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ στην υπηρεσία του ‘Έθνους και της Δημοκρατίας, Λεωνίδας Σπαής, Αθήναι, 1970)
Στην επιχρωματισμένη φωτογραφία του Χρήστου Καπλάνη “Ο πατέρας επισκέφθηκε το γιο του στο μέτωπο. Κάπου στη Σερβία κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων – 8 Οκτωβρίου 1912 / 18 Ιουλίου 1913”

…και η πρωτότυπη φωτογραφία (Πηγή : History in Pictures)
