ΤΑ ΠΛΟΙΑ ΣΤΟΝ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟ

——————
“Τα πλοία της τοπικής ναυτιλίας στον Αµβρακικό κόλπο που εξυπηρετούσαν τις τοπικές µεταφορές ή εκτελούσαν τις µεταφορές εµπορευµάτων από και προς τα Επτάνησα ήταν συνήθως το καΐκι (caichio) , και οι βάρκες (barca , barche). Τo καΐκι ήταν µικρό σκάφος , που έφερε δύο βραχύτατους ιστούς µε λατίνια. Τα τριγωνικά αυτά πανιά προσδένονταν σε µακρές κεραίες. Το καΐκι ήταν χωρητικότητας 8 µε 10 τόνων. Οι barche ήταν µικρά µεταφορικά πλοιάρια µεγαλύτερου µεγέθους από τα σκάφη που σήµερα ονοµάζονται βάρκες˙ χρησίµευαν κυρίως για τη µεταφορά των φορτίων από τα πλοία προς τις αποβάθρες, όταν υπήρχε πρόβληµα προσέγγισης των πλοίων σ’ αυτές , ενώ µεγαλύτερες βάρκες µετέφεραν και εµπορεύµατα στη Λευκάδα….. Άλλα πλοία , επίσης , που χρησιµοποιούνταν στην τοπική ναυτιλία ήταν η κέκια (chechia ή chichia), οι σακολέβες , οι φελούκες , οι φρεγάτες , οι γόνδολες και τα µονόξυλα. (Πηγή : Η ∆ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΒΕΝΕΤΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 18ο ΑΙΩΝΑ, Ε. Βέτσιος, 2004)

Στη φωτογραφία “Οι εκβολές του Αράχθου”. – Γκραβούρα WORDSWORTH, Christopher. Greece pictorial, descriptive, & historical by Christopher Wordsworth, D.D. Lord Bishop of Lincoln, with numerous Engravings illustrative of the Scenery, Architecture, Costume, and Fine Arts of that Country and a History of the Characteristics of Greek Art by George Schraf, F.S.A. Director, Keeper, and Secretary of the National Portrait Gallery. A New Edition revised. With Notices of recent Discoveries by H.F. Tozer, M.A. Fellow and Tutor of Exeter College, Oxford, Author of the “Highlands of Turkey”, “Lectures on the Geography of Greece”, Λονδίνο, John Murray, 1882.του George Frederick Sargent, (1838) https://el.travelogues.gr/

Δημοσιεύθηκε στη Ο Αμβρακικός και τα λιμάνια του | Σχολιάστε

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ & ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟ ΤΟ 2022…..με μια ευχετήρια κάρτα του Αθλητικού Ομίλου Άρτης ΑΕΤΟΣ, του 1956.

Δημοσιεύθηκε στη Η ομάδα του Αετού | Σχολιάστε

ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΡΤΑ

“Την πρωτοχρονιά την περιμέναμε παρόλο που ξέραμε ότι και σ’ αυτή τη γιορτή δεν θα παίρναμε δώρα. Και δεν πιστεύαμε στον άγιο Βασίλη. Το φαγητό της πρωτοχρονιάς ήταν χοιρινό με σέλινο, ή αρνάκι στο φούρνο. Τα παιδιά πίναμε για το καλό του νέου χρόνου λίγο κρασί που μας το βάζανε σε φλιτζάνια του καφέ. Για βασιλόπιτα φτιάχναμε κέικ και βάζαμε ένα κέρμα μέσα. Μόνο που τις περισσότερες φορές λόγω του βάρους του έπεφτε στο πάτο του ταψιού κι αναγκάζονταν η μαμά μας να το χώνει μετά στο ψημένο κέικ.
Γενικά στις γιορτές τραπέζι είχαμε μόνο το μεσημέρι. Τα βράδια τρώγαμε πρόχειρα όπως όλες τις άλλες μέρες. Την πρωτοχρονιά το βράδυ μαζευόμασταν στα σπίτια γειτόνων και παίζαμε τυχερά παιγνίδια, τριάντα ένα και πάρτα όλα, όχι με λεφτά αλλά με φασόλια. Διασκεδάζαμε πολύ μ’ αυτούς που κέρδιζαν, μ’ αυτούς που έχανα και μ’ αυτούς που έκλεβαν, γιατί υπήρχαν κάποιοι που μπροστά στα μάτια μας κάνανε κόλπα και έβρισκαν πάντα το χαρτί που ήθελαν.
Μέχρι τα Θεοφάνεια δεν επιτρέπονταν να λούσουμε τα μαλλιά μας. Την παραμονή των Θεοφανείων, το πρωί περιμέναμε να περάσει ο παπάς από το σπίτι να κάνει αγιασμό. Αργά το βράδυ, βγαίναμε στο μπαλκόνι και περιμέναμε να ανοίξουν οι ουρανοί να κάνουμε ευχές. Ο ένας παρέσερνε τον άλλο και τελικά κάτι βλέπαμε στο στερέωμα που το νομίζαμε για θαύμα και κάναμε ευχές. Τρία κορίτσια μια χρονιά ξεροσταλιάζαμε στο μπαλκόνι και μόλις νομίσαμε πως είδαμε κάτι, η πρώτη ζήτησε ευτυχία, η δεύτερη πλούτο και η τρίτη δεν πρόλαβε να πει τίποτα γιατί νόμισε ότι οι ουρανοί κλείσανε.
Το πρωί στην εκκλησία παίρναμε το αγιασμένο νερό και το φέρναμε στο σπίτι. Ραντίζαμε τα δωμάτια, τα λουλούδια της αυλής κι όταν πηγαίναμε στο κτήμα που είχαμε έξω από την πόλη ρίχναμε κι εκεί λίγο νεράκι να ευδοκιμήσουν τα δέντρα μας.
Οι διακοπές ήταν ευχάριστες για τα παιδιά, που παίζανε όλη μέρα στη γειτονιά κρυφτό, κυνηγητό, σκλέντζα, μέχρι να έρθει η μέρα της επιστροφής στο σχολείο….”
(Aφήγηση της κυρίας Πηνελόπης Παλάντζα – Σαρλή όπως δημοσιεύτηκε από τον Σωτήρη Σαρλή στο ιστολόγιό του στο φβ)

Στη φωτογραφία η οικογένεια Παλάντζα μπροστά στο σπίτι τους, στην οδό Γριμπόβου, εκεί που σήμερα είναι η Dacosta και η Βαγγελιώ, από την ίδια δημοσίευση.

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στο πέρασμα του χρόνου | Σχολιάστε

ΤΑ ΚΑΦΕ & ΤΑ ΜΠΑΡΑΚΙΑ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ ΤΗΝ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ’80

DISCO SMILE
Διαφήμιση της Ντισκοτέκ SMILE στον Τουριστικό Οδηγό Ηπείρου το 1986.

 CHARLIE BAR

—————–
Διαφήμιση του CHARLIE BAR στον Τουριστικό Οδηγό Ηπείρου, 1986.

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

ΤΑ ΓΙΟΡΤΑΣΙΑ ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΤΟ ΓΡΑΙΚΙΚΟ ΤΩΝ ΤΖΟΥΜΕΡΚΩΝ

“……..Εμένα βέβαια με συγκινούσαν ιδιαίτερα και οι γιορτές «τ’ Άισπυρίδωνα» και «τ’ Άιλευτεριού», λίγοι ήταν οι εορτάζοντες στη γειτονιά και μικρές οι προσδοκίες μας για κάνα λουκούμι ή και καμιά νηστίσιμη τηγανίτα, όμως οι γιορτές αυτές σήμαιναν ότι κοντοζυγώνουν τα Χριστούγεννα, όπου θάρχονταν ο πατέρας μου απ’ το ταξίδι, είχα να τον δω απ’ το προηγούμενο Πάσχα. Εκεί την προπαραμονή ανεβαίναμε στην πλατεία να τον υποδεχτούμε, όπου θάρχονταν με το λεωφορείο (καρνάβαλο), φίσκα στους ταξιδιώτες, κάμποσοι στη γαλαρία και κάνα δυο -τρεις, οι πιο νέοι, στο φτερό, και νάρχονται έτσι απ΄ την Άρτα, 5-6 ώρες δρόμο τότε, με στάση στη Μπουλιάνα (Καλλονή) για φαγητό. Η χαρά μας απερίγραπτη καθώς βλέπαμε τον πατέρα μας να κατεβαίνει απ΄ το λεωφορείο, πάντα καλοντυμένος με κουστούμι και γραβάτα, όπως οι περισσότεροι τότε, του φιλούσαμε το χέρι, μας χάιδευε στα μαλλιά, άγγιγμα θεού, ανεβαίναμε στα επουράνια, και μετά στο σπίτι, καθώς άνοιγε τη μεγάλη κοκκινόμαυρη καρώ βαλίτσα – ακόμα έχω τη μυρωδιά της στη μύτη μου – και έβγαζε από μέσα τα καινούργια κουστούμια, τα καινούργια πουκάμισα, τα καινούργια παπούτσια και τα δοκιμάζαμε, η απόλυτη ευτυχία, αυτές τις μέρες αισθανόμασταν πλούσιοι, και ήμασταν πλούσιοι, πλούσιοι σε συναισθήματα, σε χαρές σε μικροαπολαύσεις…..
Στις διακοπές των Χριστουγέννων, ιδιαίτερα την Πρωτοχρονιά – γυμνασιόπαιδα – είχε κάθε βράδυ χαρτοπαιξία. Με το που έπιανε να σουρουπώνει, μαζευόμασταν στο καφενείο τ’ Γιάν’ Ντούλα και στρωνόμασταν στο τζόγο, φόρο τριανταένα. Ο Γρηγόρης, τζογαδόρος από μικρός – είχε πάρει απ’ τον μπάρμπα μας τον Αλέξ’ – τα είχε χάσει όλα, λέει στον Κώστα Ντ. «δεν έχω άλλα να ποντάρω, μου δίνεις δανεικά;», ο Κώστας, έπαιζε μάννα, τα έπαιρνε χοντρά, «τεράστια κωλοφαρδία», «τί να σου δώσω ρε μαλάκα, εγώ χάνω απ’ τα κερδισμένα», βγάζει ο Γρηγόρης το σακάκι, που τούχε πάρει ο πατέρας για τις γιορτές – ένα μπεζ, με μικρές καφέ μαργαρίτες – το βάζει πάνω στο χαρτί «παίζω ρέστα το σακάκι μου», το χάνει, δεν του το παίρνει η μάνα.
Δεν έχει σημασία, μετά όλη η παρέα μαζί συνεχίζαμε στη χασαποταβέρνα του Βασίλ’ Ντούλα, με τα έξοδα πληρωμένα απ’ τους κερδισμένους – πλήρωνα σχεδόν πάντα – κοκορέτσι και φριγαδέλι απ’ τα χέρια του Βασίλη του «Μερακλή», θεός πεντανόστιμα, κρασί Δεμέστιχα (πολυτελείας τότε), σερβίρισμα απ’ την υπέροχη Μαρία, τραγούδια στο ηλεκτρόφωνο με το φοβερό ρεπερτόριο, πρώτα λαικά, μετά δημοτικά, χορός γλέντι, σπασίματα κάτω απ’ το τραπέζι, τα μπουκάλια και τα ποτήρια «γόνα», χαμός μέχρι αργά μετά τα μεσάνυχτα…..μια φορά τύφλα στο μεθύσι, πετάξαμε και τη σόμπα με τα μπουριά απ’ το παράθυρο, και νάμαστε 15χρονοι, όμως έτσι φτιάχτηκαν οι παρέες και οι φιλίες, έτσι μάθαμε να γλεντάμε…. (Πηγή: ΜΝΗΜΕΣ, Χ. Θ. Καραβασίλης, Άρτα, 2021)

Στη φωτογραφία “Ιούλιος 1964, στην πλατεία του Γραικικού, μπροστά στο βακούφικο μαγαζί και το λεωφορείο καρνάβαλο της γραμμής Άρτα – Γραικικό, μεταξύ άλλων διακρίνονται οι χωριανοί από αριστερά κάτω : Γιαννούλα Τριανταφύλλου, Χρήστος Τριαντάφυλλος…..στη μέση Μαρία Ντούλα, Βασίλης Ντούλας, ο μικρός Κώστας Β. Ντούλας, Γιωργίτσα Ντούλα, Νούσιω Σβεντζούρη, πίσω μπάρμπα Μήτσος Λιάπης”
(Φωτο από το αρχείο Κώστα Β. Ντούλα όπως δημοσιεύτηκε στο ίδιο βιβλίο)

Δημοσιεύθηκε στη Τα Τζουμέρκα και τα χωριά τους | Σχολιάστε

ΤΑ ΚΑΦΕ & ΤΑ ΜΠΑΡΑΚΙΑ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ ΤΗΝ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ’80

LA CITE

Διαφήμιση του La Cite στον Τουριστικό Οδηγό Ηπείρου, 1986.

ΤΑΒΕΡΝΑ “ΠΕΤΣΑΣ”
—————
Διαφήμιση της οικογενειακής ταβέρνας Κώστα Πέτσα στον Τουριστικό Οδηγό Ηπείρου, 1986.

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

ΤΟ SALON MAXIM ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ

“Ο Γιάννης Βαμβουρέλης είχε έρθει από την Μυτιλήνη. Ήταν ζαχαροπλάστης και είχε πέντε κόρες τόσο όμορφες που ταίριαζε να τις ρωτήσεις «ζαχαροπλάστης ήταν ο μπαμπάς σας;». Επίσης είχε κι ένα γιό που σπούδασε κινηματογράφο στη Γερμανία και ήταν από τους πρώτους που δούλεψαν κινούμενο σχέδιο στην Ελλάδα.
Επηρεασμένος από το γαλλικό μπιστρό Μαξίμ του 1893, έφτιαξε το δικό του στην κεντρική πλατεία της Άρτας το 1967. δίπλα από την είσοδο του σπιτιού του Κλέωνα Τσέτη. Κάτω από την επιγραφή salon maxim έγραφε «διαρκής έκθεση ζαχαροπλαστικής» γιατί αντιμετώπιζε τη ζαχαροπλαστική σαν τέχνη κι όχι σαν εμπόριο. Η τέχνη χρειάζεται ένα χώρο να εκτίθεται κι όχι ένα μαγαζί να πωλείται.
Το εργαστήρι του ήταν στην οδό Κοσμά Αιτωλού και εννοείται πως ο μπάρμπα Γιάννης δεν αναπαρήγε τα ίδια γλυκά, αλλά σαν πραγματικός καλλιτέχνης ακολουθούσε την έμπνευσή του, δοκιμάζοντας καινούργιους συνδυασμούς, πετυχαίνοντας απίθανες γεύσεις, δίνοντας περίτεχνα σχήματα στις πάστες και στις τούρτες του. Έφτιαχνε πάστες που μοιάζανε με αχιβάδες, με φίδια, με λουλούδια, τούρτες που νόμιζες πως ήταν πραγματικοί κορμοί δέντρων. Αποθέωση ήταν το έργο του με τίτλο «το ναυάγιο» που είχε πάρει μέρος στην έκθεση τοπικών προϊόντων. Παρουσίαζε τον πυθμένα της θάλασσας, με κοράλλια, σφουγγάρια, φύκια, κι ένα βυθισμένο πλοίο.
Κάθε χρόνο συνήθιζε να στέλνει δημιουργήματά του στον διαγωνισμό ζαχαροπλαστικής που γινόταν στα πλαίσια της διεθνούς έκθεσης Θεσσαλονίκης και συχνά κέρδιζε το πρώτο βραβείο.
Αριστερών πεποιθήσεων ο μπάρμπα Γιάννης, την περίοδο της χούντας δεχόταν συχνά έλεγχο στο μαγαζί του από κλιμάκια του στρατού και της χωροφυλακής, τα οποία έψαχναν να βρουν υγειονομικές παρατυπίες, σαν αφορμή για να του κλείσουν το μαγαζί, ή να τον συλλάβουν, αφού άλλα δικαιώματα δεν έδινε.
Το 1973 το Μαξίμ μεταφέρθηκε απέναντι στην οικοδομή που κτίστηκε, εκεί που πριν ήταν το άλλο ζαχαροπλαστείο το ΕΛΒΕΤΙΚΟΝ του Ιωάννου και στο υπόγειο το εμπορικό του Αποστολίδη- Λυγούρα.
Το μαγαζί αυτό ήταν πιο ευρύχωρο από το προηγούμενο είχε πατάρι για τα ζευγάρια, ενώ κάποια εποχή έγινε απόπειρα να λειτουργήσει και το υπόγειο με ελληνική μουσική και γλέντι. Σύντομα έγινε το στέκι πολλών ανθρώπων και ιδιαίτερα των καθηγητών και δασκάλων. Εκεί η μεγάλη κόρη του Βαμβουρέλη η Βίκυ διηύθυνε την επιχείρηση και ο σερβιτόρος Σιαμέτης γύριζε με τον δίσκο.
Τα καλοκαίρια η δροσιά της πλατείας ήταν απολαυστική και οι θαμώνες δεν έλεγαν να σηκωθούν να πάνε σπίτια τους. Τότε ο Σιαμέτης έπαιρνε την σκούπα κι άρχιζε να σκουπίζει, για να καταλάβουν οι παρέες πως έπρεπε να του δίνουν. Πιο συγκαταβατική η Βίκυ έλεγε στον κόσμο «εμείς θα κλείσουμε, εσείς καθίστε όσο θέλετε, πιείτε τα ποτά σας και φεύγοντας κρύψτε τα ποτήρια ανάμεσα στο φύλλωμα των δέντρων».
Ο Γιάννης Βαμβουρέλης έφυγε από τη ζωή το 1982. Το Μαξίμ συνέχισε να λειτουργεί μέχρι που η Βίκυ βγήκε στην σύνταξη και συνεχίζει να λειτουργεί ακόμα και σήμερα υπό άλλη διεύθυνση.”
(Κείμενο του Σωτήρη Σαρλή όπως δημοσιεύτηκε στο ιστολόγιό του στο φβ)

Στη φωτογραφία ένα απο τα ενθύμια που έχει η κυρία Πόπη Μυτιληναίου από τον πατέρα της. Είναι έργο του ιδίου, φτιαγμένο από υλικά ζαχαροπλαστικής.” 

Χριστούγεννα του 1971 : Ο Κωσταντίνος Κουτρούμπας, η συζυγός του Φωτεινή Μπαλάσκα – Κουτρούμπα και η παρέα τους διασκεδάζουν στο ΜΑΞΙΜ, στην κεντρική πλατεία της Άρτας.

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

TA ΣΠΙΤΙΑ ΣΤΟ ΣΥΡΡΑΚΟ

——————
“Τα σπίτια στο Συρράκο ήταν σε τρεις μορφές. Πρέπει να πω ότι το χωριό είναι επικλινές αμφιθεατρικό. Λοιπόν, κατ’ αρχήν οι οικοδομές, από το πίσω μέρος ιδωμένες, παρουσίαζαν δύο μέτρα ύψος έως καθόλου. Εμπρός όμως τα αρχοντικά ήταν τριώροφα, τα άλλα σπίτια διώροφα και των κτηνοτρόφων που περιέβαλαν το χωριό, μονώροφα.
Στον αύλιο χώρο ο οποίος ήταν περιτριγυρισμένος με υψηλό τοίχο ήταν χτισμένα, συνήθως δύο, εντεύθεν και εκείθεν χαγιάτια, το ένα για τις οικόσιτες κατσίκες, το άλλο για το γάστρο και την πλύση. Ακόμα μερικά σπίτια είχαν φούρνους και ένα ή δύο στέρνα.
Τα αρχοντικά σπίτια ήταν χάρμα ιδέσθαι. Στολισμένα με μυριόπλουμα υφαντά χράμια, κεντήματα, λάμπες αλαβάστρινες, δαντέλες και ενθύμια απ’ όλα τα μέρη που ταξίδευαν οι ντόπιοι. Τα συνήθη σπίτια είχαν δύο κατώγια και επάνω ένα δωμάτιο και μια κουζίνα, το επονομαζόμενο «στατώ». Κι αυτό γιατί το πάτωμα ήταν χωμάτινο στηριγμένο σε δύο καμάρες. Τέλος τα σπίτια των κτηνοτρόφων είχαν ένα κατώγι κι ένα δωμάτιο, δεν είχαν ταβάνια, δεν είχαν τζάμια, αλλά οι άνθρωποι αυτοί, οι ξωμάχοι, το καλοκαίρι είχαν λιγότερες ανάγκες από το χειμώνα που έμεναν σε αχυρένια καλύβια….” (Πηγή : ΣΥΡΡΑΚΟ, ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΣΠΙΤΙ, Ερμηνεία Φωτιάδου, Ιωάννινα, 1999)

Στη φωτογραφία του Κ. Μπαλάφα «Σπίτι στο Συρράκο» από το Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, Αθήνα, 2003)

Δημοσιεύθηκε στη Η Αρχιτεκτονική στην Άρτα και την γύρω περιοχή | Σχολιάστε

ΤΑ KAΛΥΒΙΑ ΣΤΟΝ ΚΑΜΠΟ, ΣΤΑ ΧΕΙΜΑΔΙΑ

——————–
“….Κι ενώ πλησιάζουνε προς τον Κάμπο, μετά από ένα κουραστικό ταξίδι, έχουν ν’ αντιμετωπίσουν έναν εφιάλτη : τη στέγη και μετά από λίγες μέρες, που θ’ αρχίσει ο γέννος, τα μαντριά.
«Αν πρόκειται για τσελιγκάτα – όπως παλιότερα- ο τσέλιγκας θ’ αποφασίσει, που θα στηθεί το κονάκι, όχι βέβαια στην ίδια περσινή θέση, γιατί εκεί είναι «παλιοκοπριά» και θα είναι καλή αμαλαιά για τα πρόβατα.
Στην αρχή θα συγκεντρωθούν τα απαραίτητα υλικά : λούρες, καλάμια, άχυρα από το βάλτο του Λούρου, βούρλα, φτέρη κι ό,τι άλλο χρειάζεται… Στην πιο πλεονεκτική θέση θα στηθεί η καλύβα του τσέλιγκα και κάπου εκεί κοντά και όσων άλλων θα ξεχειμωνιάσουν μαζί, χωρία να έχουν, ίσως, δικά τους ζωντανά και γι’ αντάλλαγμα βοηθούν τον τσέλιγκα στις διάφορες δουλειές της στάνης…(Πηγή : ΣΥΡΡΑΚΟ, ΠΕΤΡΑ-ΜΝΗΜΗ-ΦΩΣ, Τόμος Β’, Συρράκο, 2004)

Στη φωτογραφία της Ε. Παπαδημητρίου περίπου το 1930 «Καλύβια Σαρακατσάνικα στην Άρτα», από το Λεύκωμα ΠΑΛΙΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ – ΗΠΕΙΡΟΣ, ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, Αθήνα, 1977)

Δημοσιεύθηκε στη Η Αρχιτεκτονική στην Άρτα και την γύρω περιοχή | Σχολιάστε

“ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ” ΑΡΤΗΣ

1958 – ΑΡΤΑ : Στη μέση ο Αθανάσιος Ευταξίας, Πρόεδρος του ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥ και της Αναγέννησης, Διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας. Δεξιά ο Διαιτητής Εθνικής Κατηγορίας Αποστολόπουλος. (Φωτο από αρχείο Α. Ευταξία, Παρουσίαση Κ. Μπανιάς) 

Δημοσιεύθηκε στη Η ομάδα του Ολυμπιακού | Σχολιάστε