Η απελευθέρωση της Αδριανούπολης από το 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων Πεζικού

Έφτασε πρόσφατα στα χέρια μας η πολύ ενδιαφέρουσα εργασία του φιλόλογου καθηγητή Χαράλαμπου Τζαβέλλα με θέμα “Η απελευθέρωση της Αδριανούπολης από το 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων Πεζικού. Η γέφυρα του Λοχαγού Διαμάντη“. Η εργασία παρουσιάστηκε από τον κ. Τζαβέλλα στο 5ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ιστορίας και Πολιτισμού της Ορεστιάδας, στις 13 Μαίου 2023. Η εργασία αναφέρεται σε γεγονότα, άγνωστα μέχρι τώρα στους περισσότερους Αρτηνούς, που συνδέουν την αρχοντική μητρόπολη της Θράκης με την εμβληματική πρωτεύουσα της Ηπείρου, την Άρτα, αρχής γενομένης από το μακρινό 1920: τότε που το ηρωικό 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων Πεζικού Άρτας απελευθέρωσε το θρακικό στολίδι, τον ευσεβή πόθο πολλών κατακτητών. Δυστυχώς, όμως, οι κατοπινές εξελίξεις δεν επέτρεψαν στους Αδριανουπολίτες να χαρούν τη λευτεριά για πολύ…..

Διαβάζουμε στον πρόλογο της εργασίας :” Η παρούσα εργασία πραγματεύεται την απελευθέρωση της τουρκοκρατούμενης Αδριανούπολης το έτος 1920 από τον ελληνικό στρατό, και ειδικότερα από το θρυλικό 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων Πεζικού Άρτας, η οποία σηματοδότησε την «αδελφοποίηση» των δύο πόλεων, παρότι δύο χρόνια αργότερα η ιστορική πόλη χάθηκε οριστικά για την Ελλάδα, λίγο μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, απόρροια της οποίας υπήρξε και η συγκεκριμένη εδαφική και γεωστρατηγική απώλεια. Η απελευθέρωση της Αδριανούπολης στις 12 Ιουλίου 1920 ταυτίστηκε στη σκέψη και στην καρδιά των Αδριανουπολιτών με την εικόνα μιας γέφυρας που συνδέθηκε με ήρωες. Πρόκειται για τη γέφυρα του ποταμού Έβρου, που συνδέει το Κάραγατς με την άλλοτε πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και η οποία έκτοτε έλαβε – και για τους Έλληνες διατηρεί ακόμη- το όνομα του Αρτινού Λοχαγού Νικολάου Διαμάντη. Ο αξιωματικός αυτός, και άλλοι δεκαέξι Ευζώνοι, με καταγωγή από την Άρτα και τις γειτονικές περιοχές στην πλειονότητά τους, έχασαν τη ζωή τους δίπλα στην εν λόγω γέφυρα, τέσσερις ημέρες πριν η πόλη παραδοθεί στον ελληνικό στρατό. Στην εργασία μας δεν γίνεται να μην αναφερθούμε στο γεγονός ότι – τυχαία ή όχι – σύμβολο αμφότερων των αδελφοποιημένων πόλεων αποτελεί ένα γεφύρι στην είσοδό τους : από τη μια το θρυλικό και πολυτραγουδισμένο γεφύρι της Άρτας και από την άλλη το γεφύρι της Αδριανούπολης και του Λοχαγού Διαμάντη. Και τα δυο γεφύρια συνιστούν έργα ηπειρωτών κτιστών, μολονότι στις τουρκικές πηγές δεν αναφέρεται πως η γέφυρα «Λοχαγού Διαμάντη» κατασκευάστηκε από Έλληνες”.

Μπορείτε να διαβάσετε την εργασία του κ. Χ. Τζαβέλα στο λινκ https://doxesdespotatou.com/wp-content/uploads/2023/12/Τζαβέλλας_Η-απελευθέρωση-της-Αδριανούπολης-από-το-3-40.pdf

Στη φωτογραφία “Η Είσοδος των Ελληνικών Στρατευμάτων στην Αδριανούπολη στις 13 Ιουλίου 192ο”. Η φωτογραφία είναι από την παρουσίαση του Χ. Τζαβέλλα.

…κι εδώ “Τραυματίες της Γέφυρας Λοχαγού Διαμάντη”. Η φωτογραφία είναι από την παρουσίαση του Χ. Τζαβέλλα.

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στους Βαλκανικούς Πολέμους | Σχολιάστε

Τα παλιά δικαστήρια σήμερα….

Φωτογραφία του ανακαινισμένου κτιρίου των παλιών Δικαστηρίων στην οδό Μανέγα…

Κι εδώ λεπτομέρεια από το μπαλκόνι λίγο πριν τελειώσει το βάψιμο https://doxesdespotatou.com/to-palio-dikastiko-megaro/

Δημοσιεύθηκε στη Ό,τι έχει απομείνει απ’ την Άρτα του χτες….. | Σχολιάστε

Η ιστορία του κτιρίου των παλιών Δικαστηρίων

Ανακαινίστηκε το διώροφο κτίριο, έκτασης 493 τ.μ., που βρίσκεται στην οδό Μανέγα και παλιότερα στέγαζε τις υπηρεσίες της Εισαγγελίας και του Πρωτοδικείου Άρτης. Σε άρθρο του κ. Ιωάννη Έξαρχου στην εφημερίδα ΜΑΧΗΤΗΣ, με πληροφορίες από την εφημερίδα ΑΡΤΑ, Έτος Β’, 28 Αυγούστου 1882, διαβάζουμε σχετικά με την ιστορία του κτιρίου : “Εις την οικίαν Χαραλάμπους Τσιμπίδα, συνέστη ενταύθα υποκατάστημα της Προνομιούχου Τραπέζης Ηπειροθεσσαλίας του Αντρέα Συγγρού, το οποίον ποιεί όσον ούπω έναρξιν των εργασιών του, υπό την διεύθυνσιν του διακεκριμένου διευθυντού αυτής αξιοτίμου Κυρίου Κ. Σ. Παναγόπουλου”. Το κτίριο “…συνόρευε με την οικία Κ. Βρακοτσώλη μεσημβρινώς και αντίστοιχα μετά των κατοικιών Σχορτσανίτη και Μιχαήλ Μπέσου (Εβραίου)….”. Στη συνέχεια το κτίριο πέρασε στα χέρια του Κ. Ξανθόπουλου (Διευθυντού του εν λόγω υποκαταστήματος της Τράπεζας Ηπειροθεσσαλίας – είναι στη σειρά ο δεύτερος Διευθυντής μετά την μετάθεσιν του κ. Κ. Σ. Παναγόπουλου – ο οποίος “….είχε σφετερισθεί την διώροφη αυτή οικοδομή λόγω θανάτου του ιδιοκτήτη Χαραλάμπους Τσιμπίδα, που είχε αφήσει…..δύο ορφανές μικρές κόρες και ένα μικρό αγόρι, όπως άλλωστε είχε σφετεριστεί τα περιουσιακά στοιχεία (χρεόγραφα κ.λ.π.) της Τραπέζης Ηπειροθεσσαλίας, του Συλλόγου ΣΚΟΥΦΑΣ που υπήρξε πρώτος πρόεδρος το 1896, τα χρήματα των Ελεών και πολλών ιδιωτών…” Καθώς φαίνεται ο Κ. Ξανθόπουλος, για να μην συλληφθεί διέφυγε στην Κωσταντινούπολη και στη συνέχεια στην Αλεξάνδρεια όπου και πέθανε. Αργότερα, στις 17 Φεβρουαρίου 1955, η οικοδομή πέρασε από την Εθνική Τράπεζα Αθηνών στο Ελληνικό Δημόσιο έναντι του ποσού των 28.400.000 δρχ.

Περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά, μπορείτε να διαβάσετε στο απόσπασμα του άρθρου παρακάτω… (Πηγή : Εφημερίδα ΜΑΧΗΤΗΣ, 17 Ιουλίου 2019, Άρτα)

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στο πέρασμα του χρόνου | Σχολιάστε

Ανθελονοσιακό Κέντρο Άρτης

Τον καιρό που η ελονοσία μάστιζε τα χωριά του κάμπου της Άρτας. Το Ανθελονοσιακό Κέντρο Άρτης βρισκόταν στη θέση που σήμερα είναι τα γραφεία της ΔΕΥΑΑ, στην οδό Βασιλέως Πύρρου. Η φωτογραφία είναι από το 1937 και στο μπαλκόνι, στο μέσο της φωτογραφίας διακρίνεται ο γιατρός Βασίλειος Ματσόκης. (Πηγή φωτογραφίας, ΑΡΤΗΝΗ ΕΥΘΥΝΗ, ΤΧ. 123, 2000)

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στο πέρασμα του χρόνου | Σχολιάστε

Στο Γήπεδο το 1960!

Μια νεανική παρέα στο γήπεδο της Άρτας το 1960. Μπροστά από αριστερά : Αν. Αναστασόπουλος (Τραπεζικός), Δημήτριος Ι. Γιώτης (Ο.Τ.Ε.), Ηλίας Αθανασίου, Β. Δράκος (Γεωπόνος), Παναγ. Δ. Ραβανός (Ολτμπιακός, Αναγέννηση).

Πίσω δεξιά : Ναπολέων Διαμάντης (Αντιστράτηγος Π.Σ.), Κων/νος Μπασιούλας (Αρχηγός Αναγέννησης), Κώστας Μακρυγιάννης (Ιατρός), Γρηγόρης Χριστοδούλου (ΠΡΟ-ΠΟ), Γεώργιος Λιόλιος (Αρεοπαγίτης), Σωκράτης Τζουβάρας (Ο.Τ.Ε.).

Τρίτη πίσω σειρά : Γ. Τζίμας (Α.Σ.Ο.Ε.Ε.), Απόστολος Τσιρογιάννης (Ζωγράφος, Καθηγητής Α.Σ.Κ.Τ.), Τάκης Σκούρας (Αντιστρ/γος), Χρήστος Ν. Παπαγιάννης (Γεωπόνος , Β.Ι.Κ.Η.). [Φωτο από αρχείο Δ.Ι.Γιώτη, Παρουσίαση Κ. Μπανιάς]

Δημοσιεύθηκε στη Η ομάδα της Αναγέννησης | Σχολιάστε

Η Σκουφά από ψηλά…

Η Πλατεία Μονοπωλείου, η οικία Μιζάν και τμήμα της οδού Σκουφά με καταστήματα, όπως φαίνονται από το μπαλκόνι της οικογένειας Πίτσιλη, στη γωνία που σήμερα βρίσκεται το Florian cafe & chocolaterie. Η φωτογραφία είναι από την δεκαετία του ’60. (Φωτο από ιδιωτική συλλογή)

Μπορείτε να δείτε μια ακόμη φωτογραφία της οικίας Πίτσιλη στο λινκ https://doxesdespotatou.com/oikia-pitsili/

Δημοσιεύθηκε στη Οι Συνοικίες | Σχολιάστε

Τα κελιά της Παργιορίτσας, τα πρώτα σπίτια των μουσικών!

Τα κελιά της Παρηγορήτισσας όπου είχαν καταλύσει οι παλιοί οργανοπαίχτες όταν πρωτοήρθαν στην Άρτα, σε φωτογραφία του 1922. (Φωτο από αρχείο Γιάννη Έξαρχου)

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

Οι παλιοί οργανοπαίχτες της Άρτας!

“Δεν είναι εξακριβωμένο πότε ακριβώς ήρθαν στην Άρτα. Απ’ τους ηλικιωμένους τότε, άλλοι έλεγαν ότι ήρθαν το 1850, άλλοι έλεγαν πως ήρθαν αργότερα, πριν φύγουν οι Τούρκοι απ’ την Άρτα για το γιοφύρι. Πάντως όταν ήρθαν κατέλαβαν τα κελιά της Παργιορίτσας και ήταν γιομάτα όλ’ αυτά τα σπιτάκια πίσω απ’ την εκκλησία, σε μερικά ήταν και δυο οικογένειες.

Εκεί μέσα έκαιγαν φωτιές όλη μέρα να ζεσταθούν και να μαγειρέψουν. Τα σπίτια αυτά ήταν κατάμαυρα απ’ τον καπνό, άλλα είχαν πρόχειρη πόρτα και σε άλλα είχαν κουβέρτα. Όταν έκανε καλή μέρα, έβγαιναν στην αυλή και έκαναν πρόβες. Τα όργανά τους ήταν βιολιά, κλαρίνα, σαντούρι, ταμπουρά, λαούτο πλην κιθάρας. Αυτό δείχνει πως ήρθαν από αραβικές χώρες. Οι ηλικιωμένοι μίλαγαν μεταξύ τους σε άλλη γλώσσα. Ένας ψηλός, Στέργιος τ’ όνομά του, έπαιζε ένα μεγάλο σαντούρι με τα δάχτυλα (όχι με κοπανάκια) κι έβγαζε μια αρμονία που μάγευε.

Αυτούς έπαιρναν για οτιδήποτε χαρά – γάμο αρραβώνες – πανηγύρια καθώς και σε εκλογές. Ο νικητής βουλευτής, ο Δήμαρχος συγκροτούσε διαδήλωση με παραταγμένους μπροστά όλους τους οργανοπαίχτες.  Μπροστά απ’ αυτούς  ήταν ο Μπουροβίλης (πρόκειται για λαϊκό τύπο της πόλης), κρατώντας μεγάλη σημαία. Όλοι τους ήταν μελαχρινοί και η συμπεριφορά τους διαφορετική απ’ τους άλλους κατοίκους. Σιγά – σιγά, με το πέρασμα του χρόνου απόκτησαν λεφτά, παντρεύτηκαν, κονόμησαν σπίτια και έφυγαν λίγοι – λίγοι απ’ τα κελιά. Τώρα δεν ξέρω σε τι κατάσταση βρίσκονται. Τότε σαν παιδί πήγαινα συχνά εκεί, ήθελα ν’ ακούω τις πρόβες τους…..” (ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠ’ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΡΤΑ, Λεωνίδας Βλάχος, Εφημερίδα ΑΡΤΗΝΗ ΕΥΘΥΝΗ, Φεβρουάριος 1986)

Στη φωτογραφία “Γλέντι Αρτηνών τη δεκαετία του 1920” από το Λεύκωμα ΠΡΟΤΑΣΗ, Άρτα, 1999.

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

Καλά Χριστούγεννα!!!

Πολλές ευχές για ευλογημένα και χαρούμενα Χριστούγεννα σε όλους, μέσα απ’ την καρδιά μας….!

Δημοσιεύθηκε στη Χωρίς κατηγορία | Σχολιάστε

Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο στα ορεινά της Άρτας

“………Παρατήσαμε τον κέδρο στην άκρη της αυλής και πριν κάνουμε οτιδήποτε άλλο, μπήκαμε μέσα και καθίσαμε μπροστά στο τζάκι να πάρουμε μια πύρα. Οι ζεστές φλόγες της φωτιάς και το ζεστό τσάι που είχε ετοιμάσει η μάνα, έκαναν το σώμα μας να χαλαρώσει, να νιώσει τη θαλπωρή του φτωχικού μας σπιτιού και να διώξει τους φόβους μου για το δασοφύλακα, αφού είχαμε απομακρυνθεί πολύ απ’ τον τόπο του «εγκλήματος»!…

      Σε λίγο, με τις δυνάμεις ανανεωμένες, καθαρίσαμε τα χαμηλά κλαδιά του κέδρου και μπήξαμε τον κορμό του σ’ έναν τενεκέ που στο χώμα του  η μάνα μας φύτευε βασιλικούς το καλοκαίρι και τον βάλαμε σε μια γωνιά του χειμωνιάτικου δωματίου, για να τον στολίσουμε. Το στόλισμα του δέντρου ήταν μια ιεροτελεστία για μας. Για να βελτιώσουμε αισθητικά τον τενεκέ, τον καλύπταμε με μούσκλα (βρύα) που από το απόγευμα της προηγούμενης μέρας είχαμε μαζέψει από την κατάφυτη πλαγιά που βρίσκεται απέναντι από το σπίτι μας και στο πάνω μέρος του ετοιμάσαμε ένα βαθούλωμα για φάτνη. Κρεμούσαμε τα οικολογικά, σκέφτομαι τώρα, στολίδια και απλώναμε σε όλα τα κλαδάκια του κέδρου αφράτο βαμβάκι. Τα στολίδια ήταν κατά κανόνα κυπαρισσόμηλα,  κουκουνάρες πεύκου και βελανίδια βαμμένα με ασημί μίνιο. Κρεμούσαμε επίσης αστεράκια, αγγελάκια κι αι – Βασίληδες από χρωματιστό χαρτί, όλα κατασκευές από το μάθημα της χειροτεχνίας στο σχολείο. Αν είχαμε κανένα πενηνταράκι ή καμιά δραχμούλα  αγοράζαμε και κανένα στολίδι απ’ αυτά που είχαν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους στα μπακάλικα του χωριού, αλλά αυτό ήταν τόσο σπάνιο που αρκούμασταν στις δικές μας ευρεσιτεχνίες. Το στόλισμα συμπληρώνονταν με την τοποθέτηση στη φάτνη μιας κάρτας που εικόνιζε τη γέννηση του Χριστού, πολύτιμο ενθύμιο από κάποιον ξενιτεμένο συγγενή.

      Μετά από αρκετό αγώνα, το δέντρο μας ήταν έτοιμο. Το χαζεύαμε και δεν χορταίναμε. Τώρα περιμέναμε με αγωνία τα σχόλια των δικών μας και όσων συγγενών και γειτόνων θα ’ρχονταν να μας ευχηθούν στη διάρκεια των γιορτών. Ό, τι και να μας έλεγαν ήταν ευπρόσδεκτο, η χαρά της δημιουργίας ήταν τόσο δυνατή που δεν μας ένοιαζε τίποτα. Μας ήταν αρκετό που συνεχίζαμε ένα έθιμο που μας άρεσε και που έρχονταν, τότε δεν το γνωρίζαμε κι ούτε μας ένοιαζε το πώς και το γιατί, από την αρχαία γιορτή των «Δενδροφοριών». Ως απαραίτητο συμπλήρωμα της εορταστικής ατμόσφαιρας, βάλαμε κάτω από  το δέντρο και τα δώδεκα στεφάνια από κλαδιά αγριοκερασιάς που είχε φτιάξει η μάνα μας, για να ρίχνουμε κάθε βράδυ του Δωδεκαήμερου από ένα στη φωτιά και να την «παντρεύουμε».

      Έξω συνέχιζε να πέφτει το χιόνι και σιγά σιγά έρχονταν η νύχτα. Στο τζάκι η φωτιά καταβρόχθιζε τα χοντρά κούτσουρα κι εμείς καθισμένοι γύρω απ’ την τάβλα τρώγαμε το τελευταίο για κείνη τη χρονιά νηστίσιμο δείπνο. Η μάνα τηρώντας μια πανάρχαια μαγική πράξη ευγονίας, έφερε κλωνάρια κέδρου και αγριοκερασιάς για να «παντρέψουμε τη φωτιά». Πήραμε όλοι από ένα κλαδάκι, το ρίξαμε πάνω στις αναμμένες φλόγες, ρίξαμε κι ένα στεφάνι απ’ αυτά που είχαμε βάλει κάτω απ’ το δέντρο κι ευχηθήκαμε όλοι, πολλές φορές, μ’ ένα στόμα: «Αρνιά, κατσίκια, νύφες, γαμπρούς!…». Τα κλαδιά των αγκαθωτών δέντρων καίγονταν κι ανάδυαν μια ευχάριστη μεθυστική μυρουδιά κι εμείς ελπίζαμε πως κάνοντας και λέγοντας όλα αυτά θα εξασφαλίζαμε αφθονία κι ευτυχία στο σπιτικό μας. Μπορώ να πω ότι το είχαμε σίγουρο, αφού από γενιά σε γενιά είχαμε μάθει, κι αφού μας το βεβαίωναν οι μεγαλύτεροι, πιστεύαμε πως τα δέντρα που έχουν αγκάθια και άρωμα διώχνουν όλους τους δαίμονες και μέρες που ήταν έδιωχναν οπωσδήποτε τους καλικάντζαρους και κάθε τι που μπορούσε να μας προκαλέσει κάποιο κακό.       Μ’ αυτά και με κείνα, κι αυτή η παραμονή των Χριστουγέννων όδευε προς το τέλος. Φιλήσαμε και καληνυχτίσαμε τους γονείς μας, κάναμε την προσευχή μας,  πήραμε μια γερή πύρα  και πήγαμε για ύπνο. Η φωτιά συνέχισε να καίει. Έπρεπε να σιγοκαίει όλη τη νύχτα, αφού έτσι θα εμποδίζονταν οι καλικάντζαροι να μπουν απ’ την καμινάδα και να μαγαρίσουν τις λιχουδιές που είχε ετοιμάσει η μάνα για το χριστουγεννιάτικο γεύμα.  Τη διατήρηση της φωτιάς, όπως και τόσα άλλα, ως άλλη Εστιάδα την είχε φροντίσει ο άγγελός μας, η μάνα μας, η οποία είχε βάλει στο τζάκι ένα τεράστιο κούτσουρο από το γέρικο πουρνάρι που είχαν υλοτομήσει πριν αρχίσουν τα κρύα του χειμώνα.” (Απόσπασμα από το διήγημα της Παναγιώτας Λάμπρη, φιλολόγου και συγγραφέως,  από τη συλλογή διηγημάτων της με τίτλο “Το χάσικο ψωμί”, 2009).      

Στη φωτογραφία Σκίτσο του κ. Μόραλη με τίτλο “ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ” από το εξώφυλλο παιδικού περιοδικού της δεκαετίας του ’30. Δεν γνωρίζουμε αν ο δημιουργός ήταν ο Γιάννης Μόραλης, είναι όμως πολύ πιθανό, καθώς γεννήθηκε το 1916.

   

Δημοσιεύθηκε στη Λαογραφικά και άλλα | Σχολιάστε