Το καφενείο του Γιάννη Γαλανού* στην συνοικία Τουρκοπάζαρο επί της οδού Τζαβέλα, την δεκαετία του ’80, πριν ακόμα γκρεμιστεί. Ο ιδιοκτήτης του είχε μεγάλη αδυναμία στα πουλιά, που τα κλουβιά τους ήταν κρεμασμένα μέσα κι έξω στο καφενείο και διασκέδαζαν τους πελάτες, που απολάμβαναν τον καφέ ή το ποτό τους. Στην άκρη δεξιά είναι ο Μιχ.Μπαρκούζος. Με το μπουζούκι είναι ο Νίκος Γαλανός, γιός του ιδιοκτήτη του καφενείου. (Η πολύ όμορφη φωτογραφία, που μοιάζει με πίνακα ζωγραφικής, είναι του Βασίλη Γκανιάτσα, όπως αναρτήθηκε στο ιστολόγιό του στο φβ).
(Το κυνήγι της καρδερίνας – Από την περιγραφή των παιδικών παιγνιδιών στους Ταμπακιάδες, από τον Αλέκο Χατζηιωάννου…)
“Μεταξύ άλλων ενασχολήσεων ήταν συνηθισμένο και το κυνήγι της καρδερίνας (στραγαλίνι) με ξόβεργες. Ήταν τέτοιο το πάθος για κάποιους ώστε, απ’ ότι θυμάμαι είχαν αναπτύξει ειδική αργκό για να περιγράφουν τις ωδικές αρετές των αιχμαλωτισμένων πουλιών.
Η πιο φρέσκια μου ανάμνηση από μια τέτοια σκηνή είναι η ακόλουθη: Δεντρίλιο με ξόβεργες έχουν στήσει ο Λύσσανδρος ο Πάπαρης με γνωστό μας παιδί πολύ πιο μεγάλης ηλικίας, αιωνόβιο μαθητή, τον Χαριλάκη Κατσικογιώργο, στο γιαλό πίσω από το καστράκι. Είναι κρυμμένοι πίσω από όχθο άμμου και «μαυλάνε» (ωσεί πορδίζοντας τα χείλη τους). Τη στιγμή που συναντούσα την παρέα, είχε κολλήσει στραγαλίνι στις ξόβεργες, τα παιδιά προβαίνουν τρέχοντας, ο Κατσικογιώργος το χουφτώνει πρώτος και με μια διερευνητική ματιά γύρω από την κόκκινη άλω που περιβάλλει το ράμφος του πουλιού, καταλήγει να αναφωνεί σε κατάσταση έξαλλου ενθουσιασμού : «Είναι παλιός απέκατος, τσιτζ βεσλί βεσλιού, πεχ χλιά, τσον κουρ τζιού» με το τελευταίο προφανώς να αντιπροσωπεύει τη μουσική γκάμα του πτηνού και περιγράφεται με την ιδιότυπη αργό της περιόσου. Εγώ έμεινα άναυδος γι’ αυτό το θυμάμαι σαν να’ ταν χτες…!”
Στη φωτογραφία ένα από τα μικρά τότε παιδιά της Ταμπακιάδας (1955), ο Ευστάθιος Γιαννής με το σκυλάκι του. Ήταν αριστούχος της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και του Παν. Αθηνών. Το σπίτι του ήταν στο τέρμα της οδού Γόργου, που καταλήγει στην μικρή πύλη της Βόρειας πλευράς του Κάστρου, απ’ όπου συνήθως άρχιζε η κατεβασιά του Αράχθου όταν φούσκωνε…. (Φωτο από το Λεύκωμα ΤΑΜΠΑΚΙΑΔΑ, Κ. Μπανιάς, Άρτα, 2023)
Το Λάβαρο με τα αρχικά «Αθλητικός Όμιλος Ταμπακιάδας» το κρατά πίσω ο Απόστολος Κύρκου Χουλιάρας. Μαζί του ο Αλέκος Τιμ. Χατζηιωάννου (Νευρολόγος). Αριστερά ο Λύσσανδρος Β. Πάπαρης. Κάτω μπροστά ο αδελφός του Γεώργιος Πάπαρης (Διευθυντής Αγρονομίας), ο Ξενοφών Τιμ. Χατζηιωάννου (Καθηγητής Φυσικός) και ο Ευδόκιμος Χαρωνάς. (Φωτο από αρχείο Μ. Γ. Νικάκη, Παρουσίαση Κ. Μπανιάς – Λεύκωμα ΤΑΜΠΑΚΙΑΔΑ, Άρτα, 2023)
“…….Ως το 1887, μεθοδικά οι Γερμανοί κατάφεραν να εισχωρήσουν στα υψηλά κλιμάκια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Αβδούλ Χαμίτ, έγινε ένθερμος φίλος των Γερμανών.
Το γερμανικό χρήμα, είχε επίδραση στους Οθωμανούς κυβερνήτες και ο αιμοσταγής σουλτάνος κολακεύτηκε υπερβολικά από την ευμένεια και τη φιλία του Μπίσμαρκ. Ενώ η υπόλοιπη Ευρώπη ήταν αγανακτισμένη με τα εγκλήματα των Οθωμανών εναντίον των Χριστιανών, στη Γερμανία ακούγονται διθυραμβικά σχόλια γι΄ αυτούς. Το 1879, ο Γερμανός αυτοκράτορας Γουλιέλμος Β’ γνωστότερος ως Κάιζερ, επισκέπτεται την Κωνσταντινούπολη και απονέμει εκατοντάδες παράσημα σε Τούρκους τιτλούχους.
Ακολουθεί στρατιωτική συνεργασία μεταξύ των δύο αυτοκρατοριών. Οι πύλες της Στρατιωτικής Ακαδημίας του Βερολίνου άνοιξαν για τους Τούρκους αξιωματικούς, ενώ ο Γερμανός Στρατηγός φον Γκολτς, ανέλαβε να αναδιοργανώσει τον οθωμανικό στρατό. Ο φον Γκολτς, πασάς πλέον, διακήρυττε ότι θα θάψει την Ελλάδα σε στρατηγικά σημεία της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας. Και στον άτυχο πόλεμο του 1897, ο τουρκικός στρατός ήταν άρτια εξοπλισμένος με όπλα Μάουζερ και τηλεβόλα Κρουπ, γερμανικής κατασκευής. Το 1887, ο Κάιζερ επισκέπτεται ξανά την Κωνσταντινούπολη και από εκεί μεταβαίνει στη Δαμασκό κι έπειτα στην Παλαιστίνη, για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους…..” (Πηγή κειμένου : “Η φιλοτουρκική πολιτική της Γερμανίας από το 1870 ως τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο”, Άρθρο του Μ. Στούκα στο ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, 13 /9/2020)
Στη φωτογραφία σκίτσο της εφημερίδας Le Figaro, με το οποίο σατυρίζει την φιλοτουρική πολιτική της Γερμανίας και την υποστήριξή της στον πόλεμο του 1897.
Χαρακτικό από το βιβλίο του Γάλλου δημοσιογράφου Henri Turot, στο 5ο κεφάλαιο του βιβλίου του, που είναι αφιερωμένο στο μέτωπο της Ηπείρου στον πόλεμο του 1897 (σελ. 209 – 221) με τίτλο “Αρχαία ερείπια στην Άρτα – Ruines Antiques d’ Αrta”. Πρόκειται για τον λεγόμενο τάφο του Φαΐκ πασά στο λόφο της Μαραθιάς. Ο Φαικ πασάς ήταν ο ιδρυτής του τζαμιού που είναι γνωστό ως Ιμαρέτ ή Μαράτι το οποίο βρίσκεται σε κοντινή απόσταση…… (Πηγή : Turot, Henri, 1865- L’insurrection crétoise et la guerre Gréco-Turque : Ouvrage contenant soixante-quatorze illustrations ; d’apres les photographies de l’auteur Paris : Librairie Hachette et Cie, 1898).
Έτσι, μέσα σε ένα συνονθύλευμα από στρατιώτες, βοοειδή και αγρότες, κινηθήκαμε κατά μήκος του μονοπατιού, προς την Άρτα. Ήταν πολύ λυπηρό να βλέπεις τις γυναίκες να σέρνονται χωρίς παράπονο κάτω από φορτία που σχεδόν τις έκρυβαν από τα μάτια μας — κάτι τεράστιους σάκους, τεράστιους μπόγους από κλινοσκεπάσματα και, πολύ πιθανόν πάνω από όλα, το μωρό στην ξύλινη κούνια του. Οι περισσότεροι κουβαλούσαν ένα ή δύο κοτόπουλα, και σιδερένια δοχεία, καρβέλια ψωμί και τα μεσοφόρια της οικογένειας. Μια γυναίκα που είδα με ένα μωρό ζαλωμένο στην πλάτη της είχε και ένα μικρό καφέ μοσχαράκι γύρω από το λαιμό της. Κορίτσια σέρνονταν κατά μήκος του μονοπατιού λυγισμένα διπλά κάτω από τα φορτία τους. Τα μικρά παιδιά στέκονταν στο πλάι ουρλιάζοντας από κούραση και αμηχανία, ή ανακατεύονταν ξυπόλητα στον βραχώδη δρόμο, οδηγώντας ένα κατσικάκι ή ένα αρνί, θεωρώντας τα όλα σαν κάτι αυτονόητο, ότι έπρεπε να είναι έξω στο πυκνό σκοτάδι γιατί ερχόταν ο Τούρκος. Για κάποια απόσταση τρία μικρά πλάσματα ήταν κολλημένα στο πίσω μέρος του πόνυ μου, αλλά δεν μπορούσαν να κρατηθούν πολύ καλά, και οι μητέρες τους τα ξαναπήραν από φόβο μήπως με χάσουν από τα μάτια μου μέσα στην αναταραχή. Στα στενά των Κουμζάδων ήμουν σίγουρος ότι θα γινόταν μια στάση.
Ο δρόμος που οδηγούσε εκεί ήταν έντονα περιχαρακωμένος και τα χαρακώματα ήταν γεμάτα με άνδρες. Δεν υπήρχε η παραμικρή ανάγκη να υποχωρήσει ο στρατός ένα βήμα παραπέρα. Τα όπλα θα έπρεπε να είχαν πάρει θέση εκεί, και με τη βοήθεια ακόμη και δύο πειθαρχημένων ταγμάτων θα μπορούσαν να κρατήσουν αυτό το πέρασμα για πάντα. Ωστόσο, ακόμη και όταν περάσαμε, είδα τους άνδρες να βγαίνουν από τα χαρακώματα και να στριμώχνονται στον όχλο με την αγωνία τους να αποδράσουν. Οι αξιωματικοί τους ήταν αρκετά ανίκανοι να τους κρατήσουν και, πράγματι, έκαναν ελάχιστη προσπάθεια. Ο πανικός είχε πέσει πάνω τους και, όπως πίστευαν οι παλιοί Έλληνες, υπάρχει κάτι υπεράνθρωπο στον πανικό, κάτι διαφορετικό από το πνεύμα του κάθε ανθρώπου και απείρως πιο δυνατό. Ακόμα δεν μπορούσα να σκεφτώ ότι μια τέτοια θέση θα εγκαταλειφθεί χωρίς ούτε καν έναν πυροβολισμό και, καθώς έπεσα πάνω στον Μαύρο που με περίμενε εκεί στην επιστροφή του με τις προμήθειες από την Άρτα, τυλίχθηκα σε ένα χαλί και κοιμήθηκα ανάμεσα στα βράχια. Αλλά δεν είχαμε μείνει εκεί πάνω από μια ώρα περίπου όταν κάποιος μας κλώτσησε και φώναξε ότι δεν υπήρχε κανένας στρατιώτης ανάμεσα σε εμάς και τους Τούρκους. Το ίδιο συνέβη και πιο κάτω στο παλιό κτίριο του Χανόπουλου, όπου απέμειναν ακόμη λίγα όπλα, και τα πλήθη των φυγάδων που ξεχύθηκαν στην κορυφή του βάλτου από την Φιλιππιάδα έκαναν τον δρόμο σχεδόν αδιάβατο. Δεν προλάβαμε καν να βολευτούμε στον μικρό μας καταυλισμό όταν είδαμε τα όπλα να φεύγουν και μείναμε χωρίς άμυνα.
Έτσι, οι συναγερμοί που ανανεώνονταν συνεχώς, οδήγησαν τη διαδρομή προς τα μπρος . Ήταν πίσσα σκοτάδι αλλά ο αέρας ήταν ζεστός και ευτυχώς ξηρός. Το υπόλοιπο του δρόμου που απέμεινε να διασχίσουμε είχε από τη μια πλευρά τους πετρώδεις λόφους του Γριμπόβου και του Ιμαρέτ, και από την άλλη ένα ανθυγιεινό βάλτο πάνω από τον οποίο οι πυγολαμπίδες χόρευαν προς κάθε κατεύθυνση. Από άκρη σε άκρη η γραμμή υποχώρησης ήταν πλήρως εκτεθειμένη στα πυρά του πυροβολικού και του πεζικού, και αν οι Τούρκοι μας είχαν καταδιώξει, θα μπορούσαν να είχαν απολαύσει μια σφαγή όπως η ψυχή τους αγαπά, μέχρι και τη γέφυρα της Άρτας και να είχαν μπει στην πόλη χωρίς να χάσουν ούτε έναν άντρα. Αλλά μετά τους Κουμζάδες δεν άκουσα τουφέκι πίσω μας, και πραγματικά δεν υπήρχε καταδίωξη. Μέσα στο σκοτάδι λοιπόν σκοντάφταμε στο δρόμο, φωτισμένοι μόνο από την άγρια λάμψη της Φιλιππιάδας που είχε τυλιχτεί ξανά στις φλόγες. Από καιρό σε καιρό ένα τάγμα ιππικού ή τα πυροβόλα σταματούσαν εντελώς την κίνηση, και σε δύο μέρη όπου το νερό ανέβλυζε από έναν βράχο και έρεε κατά μήκος του δρόμου, γινόταν ένας φοβερός αγώνας: άνδρες και παιδιά και ζώα ποδοπατιόνταν στις πηγές στην προσπάθεια να σβήσουν την ξέφρενη δίψα τους. Επιτέλους, η μυρωδιά από άνθη πορτοκαλιάς στον αέρα έδειχνε ότι πλησιάζαμε στην Άρτα.
Περίπου στις τρεις η ώρα περνούσαμε με το ζόρι την απότομη και στενή γέφυρα που από άκρη σε άκρη ήταν μια στρυμωγμένη μάζα από στρατιώτες, όπλα, φυγάδες και ζώα. Μπερδεμένες, πολλές από τις κατσίκες πηδούσαν πάνω από τα χαμηλά στηθαία και έπεφταν με ένα παφλασμό στο σκοτάδι από κάτω. Στην πόλη ο πανικός είχε ήδη αρχίσει. Το ταχυδρομείο και ο τηλέγραφος μάζευαν τα πράγματά τους και δεκάδες άτακτοι έφευγαν βιαστικά προς τα νότια. Περνώντας από τον κεντρικό δρόμο φτάσαμε σε ένα μικρό ανοιχτό χώρο στην στροφή του ποταμού, και ξαπλώσαμε με την ελπίδα να πάρουμε λίγο ύπνο. Αλλά μια περίπολος του ιππικού ήρθε με θόρυβο και διάλεξαν το ίδιο σημείο με μας για να κατασκηνώσουν. Έδεσαν τα άλογα και τεντώθηκαν δίπλα μας. Και πάλι σκέφτηκα ότι ίσως θα μπορούσε να με πάρει ο ύπνος, αλλά ένα μεγάλο άλογο συνέχιζε να με μυρίζει και να ξεφυσάει πάνω στο κεφάλι μου, μετά ο επιβήτορας προχώρησε χωρίς ανταπόκριση σε μια από τις φοράδες και σύντομα η αυγή άρχισε σιγά – σιγά να αποκαλύπτει τις παράξενες και κοιμισμένες φιγούρες γύρω μου. Εκείνο το πρωί ο Σπύρος ζήτησε το μισθό του και έφυγε για την Πίνδο. Τη θέση του πήρε ένας λιθοξόος από την Αιτωλία, που είχε βγει σαν Άτακτος για να πάρει λίγη γεύση από τις μάχες, και για κάποιο λόγο προσκολλήθηκε μαζί μου κατά την υποχώρηση.
Τις επόμενες μέρες προσπαθήσαμε απεγνωσμένα να τακτοποιηθούμε κάπως. Στην παραλία-ποτάμι δίπλα στο γεφύρι στέκει ένας τεράστιος πλάτανος, στον οποίο, στα παλιά καλά χρόνια που οι Τούρκοι κυριαρχούσαν στην Άρτα, κρεμούσαν για παραδειγματισμό, τους πατριώτες Έλληνες. Κάτω από εκείνο το δέντρο μαζευόταν πάντα μια ομάδα αξιωματικών, που παρακολουθούσαν άτονα τα κοπάδια και τους τρομοκρατημένους αγρότες που ακόμα γέμιζαν ασφυκτικά τον δρόμο. Δεν έδιναν καμία διαταγή, δεν έκαναν καμία προσπάθεια να συγκεντρώσουν ή να συσπειρώσουν ούτε μια ομάδα. Απλώς άφηναν τα πράγματα να παρασύρονται, και προς τα πίσω και προς τα εμπρός, μέσα στην πόλη. Οι στρατιώτες περιφέρονταν στους δρόμους ανάμεσα στα θυμωμένα πλήθη που χειρονομούσαν άγρια. Κάθε μέρα περνούσα τη γέφυρα και επισκεπτόμουν τα ακραία φυλάκια, αλλά κάθε μέρα η βόλτα μου γινόταν όλο και πιο σύντομη, ώσπου τη Δευτέρα (3 Μαΐου) είδα όλο το σώμα του στρατού να αποσύρεται, σε σχηματισμό, στην πόλη. Ακολούθησα με μεγάλη απογοήτευση και πιστεύω ότι ήμουν ο τελευταίος άνθρωπος που εγκατέλειψε το τουρκικό έδαφος. Ωστόσο, οι Τούρκοι δεν είχαν κάνει καμία προσπάθεια να μας καταδιώξουν ή να επιτεθούν και όταν εκείνη τη μέρα για πρώτη φορά τους είδα ξανά, στριμωχνόντουσαν μόνο στη Φιλιππιάδα και τη Στρεβίνα, έξι έως δέκα μίλια μακριά….” (Πηγή : SCENES IN THE THIRTY DAYS WAR BETWEEN GREECE & TURKEY – 1897, BY HENRY W. NEVINSON, London, J. M. DENT & CO. 29 and 30 BEDFORD STREET, W.C., 1898 – Μετάφραση Α. Καρρά)
Σκίτσο με τίτλο “Άποψη της Άρτας και της γύρω περιοχής” καθώς και το κείμενο που το συνοδεύει από την εφημερίδα The San Francisco Call, της 10ης Μαίου 1897.
Παλιό σπίτι στην οδό Καραϊσκάκη, στο κέντρο της Άρτας, ιδιοκτησίας Σ. Καρβέλα… Ένα από τα λίγα περιποιημένα, παλιά σπίτια που κατοικούνται ακόμη και στολίζουν την πόλη…..
Το όμορφο, παλιό σπίτι στην Αγίου Βασιλείου δεν θα μπορούσε να αφήσει ασυγκίνητους τους καλλιτέχνες της πόλης. Εδώ σε ακουαρέλα με τίτλο “Παλιό κτίριο στην Αγίου Βασιλείου” του κτηνίατρου και ερασιτέχνη ζωγράφου Δημήτρη Βάσσου. (Πηγή : ΑΡΤΙΝΟΙ ΖΩΓΡΑΦΟΙ ΚΑΙ Η ΑΡΤΑ”, Έκδοση Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Άρτας, Άρτα, 2005)
Ότι έχει απομείνει σήμερα από την οικία με το σαχνισί, στην οδό Αγίου Βασιλείου, δηλαδή ένα μέρος του τοίχου και τα στηρίγματα της αλτάνας. (Πηγή φωτογραφίας : ΤΑ ΑΣΤΙΚΑ ΣΠΙΤΙΑ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ, Α. Καρρά, Άρτα, 2022)
Χρησιμοποιούμε cookies για την σωστή λειτουργία του ιστότοπου, καθώς και για βελτίωση των υπηρεσιών μας προς εσάς. Με τη χρήση αυτή της ιστοσελίδας, αποδέχεστε την Πολιτική Απορρήτου μας.
This website uses cookies to improve your experience while you navigate through the website. Out of these, the cookies that are categorized as necessary are stored on your browser as they are essential for the working of basic functionalities of the website. We also use third-party cookies that help us analyze and understand how you use this website. These cookies will be stored in your browser only with your consent. You also have the option to opt-out of these cookies. But opting out of some of these cookies may affect your browsing experience.
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. These cookies ensure basic functionalities and security features of the website, anonymously.
Cookie
Duration
Description
cookielawinfo-checkbox-analytics
11 months
This cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookie is used to store the user consent for the cookies in the category "Analytics".
cookielawinfo-checkbox-functional
11 months
The cookie is set by GDPR cookie consent to record the user consent for the cookies in the category "Functional".
cookielawinfo-checkbox-necessary
11 months
This cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookies is used to store the user consent for the cookies in the category "Necessary".
cookielawinfo-checkbox-others
11 months
This cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookie is used to store the user consent for the cookies in the category "Other.
cookielawinfo-checkbox-performance
11 months
This cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookie is used to store the user consent for the cookies in the category "Performance".
viewed_cookie_policy
11 months
The cookie is set by the GDPR Cookie Consent plugin and is used to store whether or not user has consented to the use of cookies. It does not store any personal data.
Functional cookies help to perform certain functionalities like sharing the content of the website on social media platforms, collect feedbacks, and other third-party features.
Performance cookies are used to understand and analyze the key performance indexes of the website which helps in delivering a better user experience for the visitors.
Analytical cookies are used to understand how visitors interact with the website. These cookies help provide information on metrics the number of visitors, bounce rate, traffic source, etc.
Advertisement cookies are used to provide visitors with relevant ads and marketing campaigns. These cookies track visitors across websites and collect information to provide customized ads.